Από την Πάτρα στην Αμυγδαλέζα, η απόσταση δεν είναι τα χιλιόμετρα

Στις 5 Αυγούστου τα ξημερώματα γίνεται παράλληλη εκκένωση τριών κατειλημμένων κτιρίων της Πάτρας (Στέκι ΤΕΙ Ν. Γύζη,  Μαραγκοπούλειο, Κατάληψη Παραρτήματος). Η επιχείρηση λήγει με πέντε συλληφθέντες και τα κυρίαρχα ΜΜΕ να χειραγωγούν τη κοινή γνώμη για την επανάκτηση των δημόσιων κτιρίων.

Στις 10 Αυγούστου, μετανάστες στο κέντρο κράτησης της Αμυγδαλέζας εξεγείρονται για τις άθλιες συνθήκες «φιλοξενίας» τους. Αφορμή η διακοπή ρεύματος στα κοντέινερ μέσα στο κατακαλόκαιρο, κάτι που μάλιστα έγινε σαν τιμωρία για το ότι χρησιμοποίησαν τα κλιματιστικά. Ακολούθησε βίαιη καταστολή και συλλήψεις.

Δυο συμβάντα που τείνουν να περάσουν αδιάφορα στην αντίληψη του θεατή.  Ανάμεσα στην ροή των ειδήσεων μοιάζουν ως απομονωμένα μεταξύ τους.  Ωστόσο αυτό που τα τέμνει είναι η λογική του κράτους περί ανομίας. Αν οι βάνδαλοι αναρχικοί είναι άνομοι και αξίζει να τιμωρηθούν, το ίδιο ισχύει και για τους «παράνομους μετανάστες». Αν και ακόμα οι μετανάστες παρουσιάζονται σαν ξένο σώμα στη κοινωνία των ελληναράδων ώστε να φαίνεται η τιμωρία τους εύλογη, ωστόσο η υποκειμενοποίηση αυτή του μετανάστη εμφανίζεται σαν μια αόρατη και διαρκής απειλή.  Αυτή η απειλή πάντα οφείλει να στοχεύει
τους νοικοκυραίους και αυτούς που κοιτούν την δουλίτσα τους. Με άλλα λόγια ο μετανάστης παίρνει την μορφή ενός  επικίνδυνου εξωτερικού εχθρού ο όποιος διεισδύει στο εσωτερικό. Αυτή η μορφή της απειλής εστιάζει πάντα στα ακροδεξιά φορτισμένα κατηγορήματα του λαθραίου και του παράνομου.  Ένας λόγος που στοχεύει να καταστείλει, μετατρέπει τον άλλον σε ένα ξένο, μη οικείο ώστε να αποκτήσει το δικαίωμα να του ασκήσει βία.

Το κράτος ως μηχανισμός, ο όποιος έχει το μονοπώλιο της βίας άρα και της νομοθέτησης, αποκτά και το αποκλειστικό δικαίωμα να χαρακτηρίζει ανθρώπους και κοινωνικές ομάδες ως παράνομους. Πάνω σε αυτήν την περίφραξη του νομίμου και της κανονικότητας, το κράτος αντλεί τα θεμέλια της ρητορικής του. Από την άλλη πλευρά οι άνομοι μπορεί να μην είναι κάποιοι «έξω» άλλα αφού προσπαθούν να κινηθούν εκτός της περίφραξης του νομίμου που επιβάλλει το κράτος τότε εμφανίζονται ως ένας εσωτερικός εχθρός ο οποίος απειλεί το εσωτερικό.

Μονο που αυτό το εσωτερικό μονο ομοιογενές δεν είναι. Αν ο όρος συνοχής της σύγχρονης κοινωνίας είναι το έθνος και η θρησκεία, τότε αυτός ο  όρος υπάρχει ώστε να αποκρύψει τις αντιθέσεις του εσωτερικού. Μια κοινωνία που ευαγγελίζεται την ισότητα και την ελευθερία αλλά στην πραγματικότητα τα θεμέλια της έγκεινται στα ακριβώς αντίθετα τους,  τότε αυτές οι δυο έννοιες λειτουργούν ως ιδεολογία και κατά προέκταση ως δικαιολόγηση της βαρβαρότητας.

Η δημιουργία ενός εχθρού σε μια  κοινωνία αντίθετων συμφερόντων και δυναμικών έρχεται ως λειτουργία να αποκρύψει την γενικευμένη αδικία και ανισότητα. Η κίνηση της εξουσίας δεν είναι μονο να καταστέλλει αλλά και να δημιουργεί εκείνους τους όρους βάσει των οποίων το μεμονωμένο υποκείμενο θα οριοθετήσει τις ενδεχόμενες συμπεριφορές του.  Ωστόσο το να μετατρέπεις σε θύτες τα θύματα μιας διαρκούς βίας είναι η δικαιολόγηση της βίας.

Μιας βίας που έρχεται να ασφαλίσει την βαρβαρότητα ως κανονικότητα η οποία είναι ομαλή και νόμιμη λειτουργία.

Μονο που εχθροί μας δεν είναι οι μετανάστες χωρίς χαρτιά ούτε οι άνομοι, αλλά όσοι βασίζονται στην σύγχρονη βαρβαρότητα και την αναπαράγουν.