…Είναι μύθος τα περί αυθορμήτου του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος. Αυθόρμητη και πολυάνθρωπη ήταν η ραγδαία προσέλευση στις βασικές πολιτικές και οργανωτικές του δομές, το ίδιο όμως το φοιτητικό κίνημα δεν γεννήθηκε αυθόρμητα, έτσι, από τον αέρα. Υπήρξαν συγκεκριμένα πρόσωπα που, λ.χ., επεξεργάσθηκαν την πολιτική των υπογραφών και των προσφυγών στα δικαστήρια. Ήταν πολύ συγκεκριμένα τα πρόσωπα που ώρες ατέλειωτες, νύχτες ατέλειωτες, σε σπίτια που συνεχώς άλλαζαν, σε πάρτι που για μερικούς δεν ήταν πάρτι, σε καφετέριες, έξω από φουαγιέ κινηματογράφων και θεάτρων, περπατώντας στο δρόμο και σε εκδρομές συζητούσαν εξαντλητικά και έπαιρναν αποφάσεις για κάθε λεπτομέρεια. Η πρώτη συγκέντρωση στη Νομική, πολύ πριν από την κατάληψη, έγινε και με τηλεφωνικές προσκλήσεις από τηλεφωνικούς θαλάμους ή «καθαρά» ακόμη τηλέφωνα. Μέσα σε μία συγκεκριμένη και προσεκτικά επιλεγμένη ημέρα, συμφωνημένα πρόσωπα εμφανίσθηκαν στο διάλειμμα, ανάμεσα στις παραδόσεις κυρίως μεγάλης προσέλευσης μαθημάτων και, μέσα στις αίθουσες των μαθημάτων, ζήτησαν από όσους παρακολουθούσαν το μάθημα να σχηματίσουν τριμελείς ή πενταμελείς επιτροπές έτους για τη διεκδίκηση ελεύθερης αντιπροσώπευσης των φοιτητών του έτους – και σε κάθε τέτοια αίθουσα βρισκόταν, ανάμεσα στο ακροατήριο, ένας τουλάχιστον φοιτητής, κατάλληλα προετοιμασμένος, που έπαιρνε το λόγο, συμφωνούσε με το συνάδελφό του που έκανε την πρόσκληση, δήλωνε ότι την αποδεχόταν και παρακινούσε και τους άλλους να συμμετάσχουν στην επιτροπή και να τη στηρίζουν. Την ίδια εκείνη ημέρα, κάθε έτος της Νομικής είχε εκλέξει τους εκπροσώπους του, ο αριθμός των ενεργών στελεχών ξαφνικά πολλαπλασιάσθηκε, με ό,τι αυτό συνεπαγόταν για τη συνέχεια. Και αυτό είναι μόνον ένα παράδειγμα. Αντίστοιχα παραδείγματα, λίγα στην αρχή, εκατοντάδες αργότερα, οργανωμένα, ιεραρχημένα, συστηματικά, υπομονετικά και με μοναδική αποτελεσματικότητα δημιούργησαν εκείνο το ιδεολογικό, πολιτικό και οργανωτικό οικοδόμημα που ήταν αναγκαίο και αποδείχθηκε επαρκές για να δώσει έκφραση και να υποδεχθεί την πράγματι αυθόρμητη, στη συνέχεια, έκρηξη του αντιδικτατορικού μίσους των ελλήνων φοιτητών.
Ο μύθος περί του γενικώς αυθόρμητου καλλιεργήθηκε συστηματικά και σε σημαντικό βαθμό περιφέρεται ώς τώρα. Δεν είναι αθώος ο μύθος αυτός, διότι μπορούν να τον επικαλούνται όλοι, και έχουν λόγο να τον επικαλούνται όσοι δεν μπορούν να επικαλούνται την πραγματικότητα, είτε γιατί –μετέπειτα θορυβωδώς παρόντες- τότε ήταν απόντες, είτε γιατί σήμερα βολεύει περισσότερο ως κολακευτικός όλων ο μύθος.
Το βασικό αίτημα των φοιτητών συνοψίζεται στο σύνθημα: «Κάτω η χούντα – Έξω οι Αμερικάνοι». Μεγάλες και οξύτατες ήταν οι εσωτερικές συγκρούσεις και συζητήσεις των εξεγερμένων φοιτητών σχετικά με το αν ο αγώνας έχει χαρακτήρα αντιδικτατορικό μόνο ή και αντιιμπεριαλιστικό και πώς συνδέεται ο αντιδικτατορικός χαρακτήρας με τον αντιιμπεριαλιστικό. Οι διχογνωμίες αυτές ταχύτατα βρήκαν συγκροτημένη έκφρασή με τον σχηματισμό διαφόρων οργανώσεων και διαφορετικών τάσεων μέσα στις ίδιες τις πολιτικές οργανώσεις. Είναι αλήθεια ότι προβλήθηκαν και φοιτητικά αιτήματα. Οι φοιτητές ζητούσαν το άσυλο, ζητούσαν ακαδημαϊκές ελευθερίες, ζητούσαν να φύγουν οι εγκάθετοι της χούντας από τα Πανεπιστήμια. Όμως αυτό που κυρίως θέλαμε ήταν να δέσουμε χειροπόδαρα τον άθλιο τύραννο, να τον σύρουμε να καταξεσκιστεί απάνω στους αγκαθερούς ασπάλαθους και να τον πετάξουμε στον Τάρταρο, κουρέλι. Κατά κατά βάση δηλαδή θέλαμε το κεφάλι του τύραννου, πραγματικά, όχι συμβολικά.
Είναι αδύνατον να γίνει κατανοητό εκείνο το φοιτητικό κίνημα αν δεν γίνει κατανοητός ο ρόλος της Αριστεράς, και μάλιστα ο καταστατικός ρόλος της κομμουνιστικής Αριστεράς. Φοιτητικές οργανώσεις με αναφορά σε πολιτικά και ιδεολογικά ρεύματα εκτός Αριστεράς, όπως θα ήταν λ.χ. φιλελεύθερες οργανώσεις ή οργανώσεις της δημοκρατικής εν γένει Δεξιάς, δεν υπήρξαν. Το φοιτητικό κίνημα αναπτύχθηκε και μέσα από την αδυσώπητη σύγκρουση κατά πρώτο λόγο ανάμεσα στην ΚΟΣ, αργότερα «Ρήγα» του ΚΚΕ εσωτερικού και στην ΚΝΕ του ΚΚΕ, με την εμπλοκή στη συνέχεια μαοϊκών οργανώσεων, και κυρίως της ΑΑΣΠΕ του ΕΚΚΕ και της ΠΠΣΠ της ΟΜΛΕ, αλλά και οργανώσεων άλλων μικρότερων αριστερών ρευμάτων, όπως η «Μαμή», οργάνωση που παρέπεμπε στην πασίγνωστη φράση που αποδίδεται στον Μαρξ ότι η βία είναι η μαμή της ιστορίας. Η εσωτερική αυτή σύγκρουση συνέβαλε, και αυτή, στη δημιουργία ανθρώπων έτοιμων να πράξουν αποφασιστικά ό,τι απαιτούσε η ανάπτυξη του φοιτητικού κινήματος, γιατί μόνο μέσα από την ανάπτυξη του κινήματος, και τη δική τους προσωπική συμβολή σε αυτή μπορούσε να αναπτυχθεί και η πολιτική τους οργάνωση. Ένα περίεργο πράγμα: η σύγκρουση αυτή όχι μόνον δεν παρακώλυσε, αλλά, ακριβώς αντίθετα, έδωσε αποφασιστική ώθηση στο φοιτητικό κίνημα, χωρίς ποτέ, ούτε για μία στιγμή, ούτε για μία ατομική περίπτωση, να μπορεί να μαρτυρηθεί ότι οδήγησε σε κατάδοση στους ασφαλίτες.
Βεβαίως και δεν ήταν όλοι όσοι μετείχαν στο φοιτητικό εκείνο κίνημα οργανωμένοι κομμουνιστές ή κομμουνιστές εν γένει. Ήταν όμως τα συντριπτικά περισσότερα –όχι όλα- ηγετικά και αποφασιστικά του στελέχη. Η πολιτική πίστωση ανήκει πάντως στα φοιτητικά στελέχη, όχι στις πολιτικές ηγεσίες των κομμουνιστικών τους κόμμάτων. Εκείνοι, οι «παλιοί», οι «αρχαίοι», με μυθικό σχεδόν κύρος στα μάτια των οργανωμένων κομμουνιστών φοιτητών για τον απόηχο της αύρας της Εθνικής Αντίστασης, του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ και την αίγλη των πολυετών φυλακίσεων που τους συνόδευε, σε καθοριστικό βαθμό διστακτικοί σε διάφορα, κατά κανόνα όμως δογματικοί και αδίστακτοι στα εσωτερικά ζητήματα των κομμάτων τους, ξεπεράσθηκαν από την πρώτη τουλάχιστον ορμή του φοιτητικού κινήματος. Στην πορεία ανέκτησαν κάποια επιρροή σε αυτό. Αργότερα, όταν μετά την πτώση της χούντας εγκαθιδρύθηκαν ως ηγεσίες, προσπάθησαν να προσαρμόσουν τη μεταχουντική συνέχειά του στα δικά τους μέτρα, άλλοτε ηρωικά, άλλοτε και με προϊούσα ταχύτητα όχι και τόσο, και πάντως ξεπερασμένα. Οι προσωπικές πορείες των συντριπτικά περισσότερων κομμουνιστών φοιτητών του 1973 αυτό ακριβώς το γεγονός καταδεικνύουν, όσο και αν η πικρή συνειδητοποίησή του δεν ήρθε για όλους την ίδια στιγμή και με την ίδια ένταση.
Όμως στελέχη του φοιτητικού κινήματος του 1972-1973 αναδείχθηκαν και φοιτητές που δεν ήταν κομμουνιστές. Ορισμένοι πρωταγωνιστούσαν από την πρώτη στιγμή, στην πρώτη γραμμή. Σε αρκετούς από αυτούς, οι αρχές της χούντας επιφύλαξαν θηριωδέστερη μεταχείριση: μα αφού εσύ δεν είσαι σαν κι αυτούς, εσύ είσαι δικό μας παιδί, και γίνεσαι προδότης και της πατρίδας σου και της τάξης σου. Ως προς αυτά ακριβώς τα παιδιά, την αγριότητα επέτεινε το πλέγμα του λούμπεν ημιαμόρφωτου ταλαιπωρημένου χαφιέ απέναντι σε ένα μορφωμένο και πλούσιο παιδί –και υπήρξε τέτοια περίπτωση- που αντί να δέχεται τον χαφιέ για υπηρέτη του και να τον χαρτζιλικώνει απέρριπτε μαχητικά κι αυτόν και τα αφεντικά του κι όλον τον βρωμερό κόσμο του. Σε αυτά ακριβώς τα παιδιά, αστούς στις καλύτερες δημοκρατικές παραδόσεις της τάξης τους, αξίζει μία ιδιαίτερη μνεία και τιμή.
Θεωρώ ότι οφείλεται ιστορική τιμή στην ΚΟΣ και τον «Ρήγα» του ΚΚΕ εσωτερικού, στην ΚΝΕ του ΚΚΕ, στην ΑΑΣΠΕ του ΕΚΚΕ, στην ΠΠΣΠ και σε όλες, μία προς μία, τις άλλες οργανώσεις που συνδημιούργησαν τότε την κοίτη για να περάσει το μεγάλο ποτάμι. Οφείλεται όμως και προσωπική αναγνώριση στον κάθε φοιτητή και στην κάθε φοιτήτρια ατομικά για όσο και ό,τι ο καθένας και η καθεμιά προσέφερε. τους αξίζει η τιμή ότι, αν μη τι άλλο, αυτά τα παιδιά με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες, για μία ακόμη φορά έδωσαν, τουλάχιστον, το μέτρο της αξιοπρέπειας.
Αρκετοί από τους πρωταγωνιστές εκείνους ζουν σήμερα, στην Ελλάδα ή έξω από αυτήν και έξω από κάθε δημοσιότητα σχετικά με όσα έπραξαν τότε. Είναι δε αρκετά μεγάλος ο αριθμός των ανθρώπων αυτών ώστε να είναι τυχαίο γεγονός ότι ζουν έξω από κάθε δημοσιότητα σχετικά με το ρόλο τους εκείνους τους μήνες. Θα μπορούσα να αναφέρω αρκετούς, πολλοί από τους οποίους είναι πετυχημένοι στους χώρους τους, αλλά δεν το κάνω, διότι θα προσβάλλω την επιλογή τους για διακριτικότητα και τη σεμνότητά τους. Αρκετών οι δρόμοι είναι χωρισμένοι εδώ και χρόνια, αλλά η alma mater τους, η «Μεγάλη του Γένους Σχολή» που δημιούργησαν με τη θητεία τους στην ακμή των γεγονότων εκείνων των οργανώσεών τους, όσο και αν παράκμασε στη συνέχεια και τελείωσε, τους συνδέει πάντα με εκείνο τον άρρηκτο τρόπο που μας συνδέει ένα παρελθόν όταν γίνεται ιστορία που εμείς δημιουργήσαμε.
Δικαιούμαι όμως να θυμηθώ ξεχωριστά μερικά αγαπημένα πρόσωπα που δεν είναι πια μαζί μας. Ο πατέρας Τιμόθεος Λαγουδάκης, διάκονος στην Εκκλησία της Κρήτης, όχι κρυπτόμενος, αλλά φανερός πρωταγωνιστής στην μάχη για ελεύθερες εκλογές στην Θεολογική ήταν ένας χαμογελαστός άνθρωπος. Κοντόσωμος, ξανθωπός, με πάντοτε χαρούμενα ήρεμο πρόσωπο και εμφανή κρητική προφορά, που ως ρασοφόρο –ίσως γιατί, λόγω του σχήματός του, τον νόμιζαν δικό τους παιδί- οι ασφαλίτες τον άφηναν να μπαινοβγαίνει στη Σχολή στην πρώτη κατάληψη – και όταν έμπαινε άνοιγε με φιλοπαίγμον πονηρό βλέμμα τα μανίκια από τα ράσα του και σκόρπιζε σοκολάτες, μπισκότα, τσιγάρα, παξιμάδια, δίνοντας ανάταση έτσι όπως μόνον εκείνος ήξερε να δίνει, κι αυτό ξανά και ξανά και ξανά, όσο διαρκούσε η κατάληψη. Ο Τιμόθεος σκοτώθηκε το 1973, μαζί με έναν άλλο συναγωνιστή του, επίσης ιερωμένο, σε ένα περίεργο τροχαίο, αργά μια νύχτα κάπου έξω από την Κόρινθο. Διέδωσαν και ότι οδηγούσε σαν δαίμονας. Ο Νίκος Μεγγρέλης, μέλος του Γραφείου του «Ρήγα» Νομικής, έθεσε τέρμα στη ζωή του πριν από δεκαετίες πια. Η Αγγελική Ξύδη, της Φιλοσοφικής, ηγετικό στέλεχος της ΚΝΕ, πέθανε από ανίατο νόσημα. Ο Τάσος Ξένος, ηγετικό στέλεχος στη Νομική, χωρίς κομματική ένταξη τότε, μέλος, μετά τη δικτατορία, της οργάνωσης Σοσιαλιστική Πορεία, πέθανε από καρδιά. Τον Στέλιο Αλεξανδρόπουλο, στέλεχος της ΚΝΕ στο Πολιτικό, επίκουρο Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, τον έστειλαν πριν αρκετά χρόνια σε πρόωρο θάνατο από ανακοπή καρδιάς κάτι τηβεννοφόρα καθάρματα, επειδή δεν έστερξε σε φαυλότητές τους στις εισαγωγικές εξετάσεις του Μεταπτυχιακού τους.
***
Αυτά η Νομική. Το Πολυτεχνείο είναι άλλο κεφάλαιο, από το ίδιο όμως βιβλίο.
Και το μήνυμα της Νομικής; Πολλά μηνύματα ακούσθηκε πως έδωσε και πως συνεχίζει να δίνει η Νομική, πάρα πολλά. Δεν είναι ανεξήγητο: όσο κι αν ο χρόνος περιβάλλει πια με ορατή αχλύ τη Νομική του 1972 και του 1973 και θαμπώνει μορφές και σημασίες, η Νομική εξακολουθεί να είναι αρκετά μεγάλη υπόθεση ώστε πολλοί, ασυναίσθητα (δηλαδή όχι άτιμα) ή και συνειδητά (δηλαδή άτιμα) διαβάζουν σε εκείνα τα γεγονότα τις δικές τους σημερινές προτεραιότητες, σκοπιμότητες, επιδιώξεις. Όλοι τους τιμούν τη Νομική, ακόμη κι όταν την κακομεταχειρίζονται με ιδιοτέλεια, διότι και έτσι αναγνωρίζουν στα γεγονότα τού τότε δύναμη σήμερα.
Όμως τα ιστορικά γεγονότα –και η Νομική είναι ένα από αυτά- έχουν τη δική τους ζωή. Δεν ανήκουν σε κανέναν. Δεν επιδέχονται κανέναν αυθεντικό ερμηνευτή, ούτε και τους δημιουργούς τους, που και αυτοί άλλωστε, ακόμη και όταν εμφανίζονται ως πρόσωπα, ανήκουν στα γεγονότα, είναι τμήμα των γεγονότων, και κανείς τους δεν τα φέρει ως ιδιόκτητες αποσκευές. Τα ίδια τα γεγονότα ζουν, όσο ζουν, για να διηγούνται τη δική τους ιστορία σε καθέναν που θέλει και αντέχει να την ακούσει.
“αναδημοσίευση από http://booksjournal.gr/slideshow/item/113-%CE%B7-%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%B9%CE%BA%CE%AE
Ξεναγοί του Μέλλοντος