Αναρχικές/οι από τις δυτικές συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά: Σκέψεις και προβληματισμοί σχετικά με την απεργία πείνας του Νίκου Ρωμανού και του κινήματος αλληλεγγύης

Σκέψεις και προβληματισμοί

σχετικά με την απεργία πείνας του Νίκου Ρωμανού

και του κινήματος αλληλεγγύης

1.

(περιεχόμενα)

Από την πρώτη του επιστολή ο Νίκος Ρωμανός συμπύκνωσε τη στόχευση της απεργίας πείνας που ξεκίνησε με σκοπό την έγκριση εκπαιδευτικών αδειών, στις επιδιωκόμενες «ανάσες ελευθερίας». Μετά, όμως, τη σύντομη μεταφορά του στο νοσοκομείο και το επεισόδιο με τους αυξημένους καρδιακούς παλμούς, τόσο ο ίδιος όσο και το αναρχικό κομμάτι του κινήματος αλληλεγγύης -που πολλαπλασιάστηκε και αναβαθμίστηκε γρήγορα σε πανελλαδικό επίπεδο- έθεσαν το ζήτημα των περιεχομένων σε δεύτερη μοίρα, με ένα κεντροβάρισμα στις κινητοποιήσεις, τις παρεμβάσεις, τις άμεσες δράσεις κλπ. Με τον τρόπο αυτό, προοδευτικοί δημοσιογράφοι και αριστερά κόμματα, πολύ σύντομα και εύκολα, κατόρθωσαν να μετατοπίσουν τη «συζήτηση» και το διακύβευμα από την αφετηριακή θέση της απεργίας πείνας στο εμπράγματο-θεσμικό σκέλος του αιτήματος: στο δημοκρατικό δικαίωμα στη μόρφωση, στις ευκαιρίες επανένταξης των κρατουμένων, στις αντιφάσεις του θεσμικού πλαισίου («αφού του επιτρέψαμε να δώσει εξετάσεις, πώς τώρα του στερούμε τη δυνατότητα να παίρνει εκπαιδευτικές άδειες για να σπουδάσει;»). Παράλληλα, δημιουργήθηκαν τάσεις προσωποποίησης της απεργίας πείνας και «ηρωοποίησης» του απεργού ενώ παντού διακινούνταν ρητά ή υπόρρητα μια υποτιμητική συμπάθεια για «το καημένο το παιδί, που είδε τον φίλο του να δολοφονείται μπροστά στα μάτια του». Το «παιχνίδι» των περιεχομένων χάθηκε από νωρίς (περιεχόμενα τα οποία εξάλλου δεν επιχειρήθηκε να αναπτυχθούν πέρα από τις «ανάσες ελευθερίας» και να διασυνδεθούν με άλλα κοινωνικά, πολιτικά, ταξικά ζητήματα, τόσο από τον ίδιο τον απεργό πείνας όσο και από τα περισσότερα κομμάτια των αλληλέγγυων). Αυτό καθόρισε και όλα τα άλλα ζητήματα που ανέκυψαν στην πορεία και μας έφερε μπροστά στο ερώτημα αν η συγκεκριμένη διάταξη που νομοθετήθηκε γύρω από τις εκπαιδευτικές άδειες είναι θετική ή αρνητική, νίκη ή ήττα του Νίκου Ρωμανού και του κινήματος αλληλεγγύης.

2.

(επικοινωνία με τον απεργό πείνας-κατάσταση υγείας-νομικά δεδομένα)

Απ’ ότι έγινε αντιληπτό, κατά τη διάρκεια της απεργίας πείνας, ειδικά μετά την απορριπτική απάντηση του συμβουλίου δικαστών και την προσφυγή στον Άρειο Πάγο, δεν υπήρχε ομάδα συντρόφων που να βρίσκεται σε σταθερή επαφή με τον έγκλειστο σύντροφο (πολιτική γέφυρα επικοινωνίας), για να μεταφέρει προς τα έξω τις σκέψεις του, να του μεταφέρει ενημέρωση από συνελεύσεις, απόψεις και δράσεις, να εκτιμούν από κοινού τα πολιτικά και νομικά δεδομένα γύρω από την απεργία πείνας (τα οποία κατόπιν θα διαχέονταν στους αλληλέγγυους) και να υπάρχει μια ξεκάθαρη εικόνα της κατάστασης υγείας του απεργού πείνας. Τον «ρόλο» αυτό μέσα στα χρόνια έχουν παίξει οι κάθε φορά «κοντινοί» σύντροφοι-ισσες του ανά περίπτωση απεργού πείνας. Αν κάτι τέτοιο στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν μπορούσε να υπάρξει, θα έπρεπε να έχει τεθεί ως βασική προϋπόθεση ώστε να επιλυθεί από το αναρχικό κίνημα αλληλεγγύης. Εφόσον προϋποθέσουμε την αμοιβαιότητα (και όχι τη μονόπλευρη ή αμφίδρομη εργαλειακή χρηστικότητα) μεταξύ απεργού πείνας και αλληλέγγυων, η συγκεκριμένη έλλειψη συνιστά ένα δυσαναπλήρωτο κενό. Όχι απλά ενημέρωσης αλλά συρρίκνωσης του πολιτικού σχεδιασμού, γενικότερα γύρω από την απεργία πείνας και ειδικότερα σχετικά με τη στιγμή και τους όρους αναβάθμισης-κλιμάκωσης των δράσεων αλληλεγγύης. Δεδομένου ότι η κλιμάκωση συσχετίζεται με τη σαφήνεια αυτού που απαιτείς, την ύπαρξη νομικού παραθύρου που αξιοποιείται και την κρισιμότητα της υγείας του απεργού πείνας. «Ρόλο», επίσης, τοποθέτησης-απεύθυνσης προς τον Ρωμανό, για ζητήματα πολιτικής εκτίμησης, τακτικών επιλογών, νομικών χειρισμών, μαζί με τις ευθύνες που συνεπάγεται, έπρεπε να έχουν (αν δεν είχαν) και οι τρεις σύντροφοι συγκατηγορούμενοι του για τη διπλή ληστεία στο Βελβεντό, που πραγματοποίησαν πολυήμερη απεργία πείνας αλληλεγγύης. Τελικά, η απεργία πείνας, ένα δύσκολο αλλά και ιστορικό μέσο αγώνα μέσα στις φυλακές, κινήθηκε στο επίπεδο ενός είδους προσωπικής στρατηγικής που δεν είχε επαφή-επικοινωνία με το «έξω» τόσο πριν την έναρξη της (δεν υπήρξε ενημέρωση, έστω προς τις αναρχικές ομάδες, κάποιες βδομάδες πριν ότι θα πραγματοποιηθεί για να υπάρξει η στοιχειώδης προετοιμασία) όσο και κατά την διάρκειά της (σχετικά με τα πολιτικά διακυβεύματα, τα νομικά και ιατρικά ζητήματα).

3.

(ο ρόλος της οικογένειας και η σχέση φυλακισμένου αγωνιστή και συνηγόρου υπεράσπισης)

Σε μια πολιτική υπόθεση-δίωξη-δίκη πρέπει να είναι σαφές ότι οι διωκόμενοι ή φυλακισμένοι αγωνιστές είναι αυτοί που καθορίζουν τις θέσεις, τις πολιτικές κατευθύνσεις, τις τακτικές, τους χειρισμούς (ακόμα και τους νομικούς) και τα περιθώριά τους και όχι μια κατανομή ρόλων μεταξύ διωκόμενων και αλληλέγγυων (πολιτικό σκέλος), δικηγόρων (νομικό σκέλος), συγγενών και φίλων (σχεσιακό-συναισθηματικό σκέλος). Δεν είναι δυνατόν για παράδειγμα οι γονείς να μπορούν να παίρνουν δικές τους ανεξάρτητες πρωτοβουλίες που αλλοιώνουν έως υπονομεύουν μια απεργία πείνας και τα χαρακτηριστικά της, όπως οι επισκέψεις του πατέρα Ρωμανού στον πρωθυπουργό, τον αρχιεπίσκοπο και τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης (προφανώς, δεν αρκούσε απλά μια δήλωση κατηγορηματικής διαφωνίας). Επίσης, οι συνήγοροι υπεράσπισης διευκολύνουν με τις γνώσεις τους σχετικά με το δαιδαλώδες ποινικό δίκαιο, προτείνουν κατευθύνσεις και νομικούς χειρισμούς αλλά η τελική απόφαση και επιλογή βρίσκεται και -πρέπει να- παραμένει στα χέρια των διωκόμενων ή φυλακισμένων συντρόφων/ισσων. Αν το λεγόμενο «νομικό σκέλος» αφεθεί εν λευκώ στους δικηγόρους μόνο προβλήματα μπορούν να προκύψουν ενώ ταυτόχρονα διασπάται τεχνητά σε παράλληλες διεργασίες η ενότητα της υπόθεσης, που έχει όλες αυτές τις διαστάσεις, οι οποίες αδιαπραγμάτευτα πρέπει να καθορίζονται στο σύνολό τους από τα πολιτικά υποκείμενα (πρωτίστως από τους διωκόμενους και κατ’ επέκταση από τους αλληλέγγυους). Η επιλογή του προερχόμενου από το «βαθύ ΠΑΣΟΚ» Ραγκούση (η οποία είναι προβληματική από όποια πλευρά κι αν το πιάσει κανείς για μια πολιτική δίωξη, αλλά αυτό δεν είναι της στιγμής) δεν μπορεί εύκολα κάποιος να ισχυριστεί ότι ανταποκρίνεται σε αυτή τη λογική, σε αυτά τα κριτήρια. Και απ’ ότι φαίνεται του δόθηκε μεγάλος αν όχι πλήρης βαθμός ελευθερίας να χειριστεί εν λευκώ το νομικό σκέλος της απεργίας πείνας (την αναζήτηση νομικού παραθύρου). Με τραγική εξέλιξη να ανοίξει ο ίδιος με δηλώσεις του στα ΜΜΕ τη συζήτηση για ενδεχόμενη «διέξοδο» στη χορήγηση εκπαιδευτικών αδειών με τη χρήση του ηλεκτρονικού-δορυφορικού συστήματος επιτήρησης-γεωεντοπισμού, το λεγόμενο «βραχιολάκι», μετά την απορριπτική απόφαση του δικαστικού συμβουλίου και εν όψει της αναμενόμενα αρνητικής απόφασης και του Αρείου Πάγου. Ακολούθησε θεσμική σιγή για ένα 24ωρο (από κυβέρνηση, υπουργείο δικαιοσύνης, αντιπολιτευόμενα κόμματα), προφανώς ως ο απαραίτητος χρόνος διαβούλευσης και προετοιμασίας, όπου τα συγκυβερνώντα και αντιπολιτευόμενα κόμματα φαίνεται να ζήτησαν επιβεβαίωση ότι με την «ιδέα» συμφωνεί και ο απεργός πείνας για να συσκεφτούν και να προχωρήσουν προς μια τέτοια «λύση», χωρίς όμως να εκτεθούν από μια ενδεχόμενη άρνηση του απεργού. Την επόμενη μέρα το πρωί ακολούθησε νέα δήλωση του Ραγκούση ότι ο Ρωμανός θα ήταν θετικός σε μια ρύθμιση που θα περιελάμβανε το «βραχιολάκι». Το ίδιο βράδυ ξεκίνησε η δημόσια-επίσημη διαβούλευση για την ψήφιση στο κοινοβούλιο μιας τροπολογίας που να αντιστοιχεί σε αυτή την κοινά συμφωνημένη κατεύθυνση, διαδικασία η οποία κατέληξε στην ψήφιση της εν λόγω διάταξης την Τετάρτη 10/12.

4.

(η κατάληξη)

Η διάταξη που ψηφίστηκε από όλα τα κόμματα του κοινοβουλίου σε κλίμα πανηγυρικό και ανακοινώθηκε ως νίκη της δημοκρατίας, του ανθρωπισμού και του κοινοβουλευτισμού, διευρύνει τον αριθμό των κρατουμένων που μπορούν να αιτηθούν εκπαιδευτικών αδειών (με προσθήκη και των υπόδικων) και χειροτερεύει τους όρους παροχής τους. Ο κρατούμενος θα πρέπει να παρακολουθήσει ένα εξάμηνο μαθημάτων με τηλεδιάσκεψη (την οποία ο Ρωμανός είχε δηλώσει ότι δεν θα τη δεχτεί γιατί είναι προάγγελος αντικατάστασης των επισκεπτηρίων στις φυλακές με τηλεδιασκέψεις αλλά και των τηλεδικών που εφαρμόζονται σε αναρχικούς κρατούμενους σε άλλες χώρες όπως πρόσφατα στην Ιταλία και στην Χιλή) και άλλους τρόπους εξ αποστάσεως παρακολούθησης, που πρέπει να οριστούν με κοινή απόφαση από τα Υπουργεία Οικονομικών, Παιδείας, Δικαιοσύνης (χωρίς αυτή την απόφαση δεν μπορεί ούτε εξ αποστάσεως να παρακολουθεί) και να περάσει το 1/3 από αυτά. Κατόπιν θα αιτηθεί αδειών εξόδου για παρακολούθηση, που θα κριθούν με τις ίδιες διαδικασίες από τα ίδια όργανα που ίσχυαν μέχρι σήμερα. Μπορεί δηλαδή να απορριφθούν με «αιτιολογημένη απόφαση» των εν λόγω οργάνων. Αν οι άδειες εξόδου για παρακολούθηση μαθημάτων γίνουν δεκτές ακολουθεί ως προϋπόθεση η αποδοχή από τον κρατούμενο τοποθέτησης ηλεκτρονικού-δορυφορικού συστήματος επιτηρήσης (γεωεντοπισμός). Αν αυτό θεωρείται νίκη από κάποιους/ες θα πρέπει μάλλον να το ξανασκεφτούν (εκτός ότι το απλουστευτικό δίπολο νίκης/ήττας συνήθως συσκοτίζει παρά διαφωτίζει την πραγματικότητα). Ο Νίκος Ρωμανός λοιπόν θα πρέπει να παρακολουθήσει το ερχόμενο εαρινό εξάμηνο του ΤΕΙ εξ αποστάσεως (μέσω τηλεδιασκέψεων και λοιπών αντίστοιχων μεθόδων που δεν έχουν ακόμα προσδιοριστεί, εφόσον υπάρξει η σχετική κοινή υπουργική απόφαση που απαιτείται), να περάσει το 1/3 των μαθημάτων και να αιτηθεί ξανά εκπαιδευτική άδεια το φθινόπωρο του 2015, με την προϋπόθεση ότι δέχεται να φορέσει ηλεκτρονικό σύστημα εντοπισμού θέσης. Χωρίς να είναι βέβαιο ότι το αίτημά του θα γίνει δεκτό, αφού κάθε σχετικό αίτημα συνεχίζει να μπορεί να απορριφθεί από το αρμόδιο συμβούλιο με «ειδική αιτιολογία». Το ίδιο θα ισχύει και για κάθε άλλον υπόδικο.

5.

(συμπεράσματα)

Διάγουμε εδώ και κάποια χρόνια την εποχή που τόσο εντός όσο και εκτός των τειχών οι εξουσίες ζητάνε διαβατήριο από την κάθε μας στιγμή. Κάθε φυσικοποίηση και κανονικοποίηση αυτών των δεδομένων δεν ενισχύει ούτε εξυπηρετεί αλλά υπονομεύει τον αγώνα για κοινωνική και ατομική απελευθέρωση. Η διάταξη που ψηφίστηκε είναι μια κακή διάταξη. Όχι μόνο γιατί δεν υπάρχουν καλοί νόμοι αλλά γιατί στην πραγματικότητα χειροτερεύει τα δεδομένα σχετικά με τις εκπαιδευτικές άδειες, με την υποχρεωτική χρήση του ηλεκτρονικού συστήματος εντοπισμού θέσης και εισάγει την εθελούσια χρήση του. Ακόμα χειρότερο είναι το πανηγυρικό κινηματικό κλίμα και οι ανακοινώσεις περί νίκης σε αντιστοιχία με την πρώτη λιτή δήλωση του ίδιου του Ρωμανού. Με τον τρόπο αυτό διαμορφώθηκε -με τη συμβολή μάλιστα αναρχικών, απεργών πείνας και αλληλέγγυων- η εντύπωση μιας πανκοινωνικής (και συνάμα θεσμικής-κομματικής-κοινοβουλευτικής) ομοφωνίας γύρω από το ότι το λεγόμενο «βραχιολάκι» είναι «προοδευτικό» -και όχι αντιδραστικό- μέτρο. Ότι το «βραχιολάκι» (που έχει θεσμοθετηθεί εδώ και ένα χρόνο αλλά η εφαρμογή του σκόνταφτε στις ενστάσεις των εταιρειών σεκιούριτι που δεν κέρδισαν τον διαγωνισμό προμήθειας, διαδικασία που ολοκληρώθηκε τον περασμένο Νοέμβρη και κάνει το «βραχιολάκι» έτοιμο προς χρήση μέσα στους επόμενους μήνες) είναι ένας ήπιος περιοριστικός όρος. Όταν αυτό ακριβώς το σύστημα γεωεντοπισμού θέσης θα γίνει ο οργουελιανός εφιάλτης εκατοντάδων υπόδικων στο μέλλον (για πολιτικές και ποινικές διώξεις σε βαθμό κακουργήματος), που σήμερα τους επιβάλλονται οι περιοριστικοί όροι της παρουσίας στο τμήμα μια ή δυο φορές τον μήνα και η απαγόρευση εξόδου από την χώρα. Το ίδιο και για τους εκατοντάδες κατάδικους που αιτούνται διακοπή ποινής ή απόλυση υπό όρους μετά από έκτιση τμήματος της ποινής τους, που θα αντιμετωπίσουν κι αυτοί τον εκβιασμό να δεχτούν το «βραχιολάκι» για να γίνει δεκτή η αίτησή τους. Στην πραγματικότητα το «δικαίωμα στην εκπαίδευση» και οι «ευκαιρίες επανένταξης» με όρους καθολικής ηλεκτρονικής επιτήρησης είναι η ουσία της διάταξης που ψηφίστηκε. «Δικαιώματα» και «ευκαιρίες», στα οποία -είτε από ελλιπή ενημέρωση και κατανόηση των δεδομένων είτε από συνειδητή επιλογή της λογικής των «ελιγμών», που καταλήγει όμως αναπόφευκτα στη συνδιαλλαγή- ενσωματώθηκε τα τελευταία 24ωρα και ο ίδιος ο απεργός πείνας (πραγματοποιώντας μάλιστα το τελευταίο 24ωρο και απεργία δίψας για να ψηφιστεί μια διάταξη σαν αυτή που πέρασε και όχι η αρχική πρόταση της κυβέρνησης που ήταν ακόμα χειρότερη, σε παραλληλία με καλέσματα για συγκεντρώσεις αλληλεγγύης έξω από το κοινοβούλιο για να υπάρξει και κινηματικός μοχλός πίεσης). Δεν προκύπτει από πουθενά ότι το κράτος έκανε πίσω λόγω της απεργίας πείνας του Ρωμανού και του πολύμορφου κινήματος αλληλεγγύης. Η δημοκρατία, τα κόμματα, ο κοινοβουλευτισμός, δυσκολεύτηκαν, ζορίστηκαν, στριμώχθηκαν, εργάστηκαν και συνεργάστηκαν για την εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής «λύσης», συμπεριλαμβανομένης της σύμφωνης γνώμης του απεργού πείνας και του συνηγόρου του, ενσωματώνοντας τόσο τον ίδιο όσο και το κίνημα αλληλεγγύης ως συνιστώσα ενός προοδευτικού μετώπου για τον εξανθρωπισμό-καλλωπισμό της καταστολής, σε συνθήκες καπιταλιστικής-συστημικής κρίσης και καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, ακριβώς πριν την ανακοίνωση της εσπευσμένης διαδικασίας εκλογής προέδρου της δημοκρατίας και κατ΄ επέκταση της προκήρυξης κοινοβουλευτικών εκλογών. Παράλληλα, οι βιαστικοί και χωρίς περίσκεψη πανηγυρισμοί περί νίκης συσκότισαν τη δυνατότητα άντλησης σωστών συμπερασμάτων. Η ανακούφιση που ένιωσαν πολλοί/ες για την διέξοδο που δόθηκε έναντι της ενδεχόμενης εξόντωσης του απεργού πείνας δεν πρέπει να προβάλλεται ως κάποιου είδους επιτυχία. Διότι πρόκειται για μια «λύση» προβληματική τόσο στην ουσία της (δυσχεραίνει τις εκπαιδευτικές άδειες) όσο και στην διεργασία που την δρομολόγησε (προϊόν διαβούλευσης με υπουργούς, κυβερνήτες και πάσης κομματικής απόχρωσης αντιπολιτευόμενους). Και αυτό πρέπει να μας προβληματίσει για κάθε επόμενη αντίστοιχη μάχη, για κάθε επόμενη απεργία πείνας. Όχι για να διακινδυνεύσουμε την ακεραιότητα ή τη ζωή κάποιου απεργού πείνας (όπως άστοχα ή σκόπιμα σημείωσαν κάποιοι) αλλά για τη σαφήνεια των περιεχομένων και των στόχων που θα τεθούν, των τακτικών και των μεθόδων που θα ακολουθηθούν, των διαύλων επικοινωνίας και συνδιαμόρφωσης που θα δημιουργηθούν μεταξύ φυλακισμένων αγωνιστών και κινήματος αλληλεγγύης.

6/1/2015

αναρχικές/οι από τις δυτικές συνοικίες της Αθήνας και του Πειραιά

8 Γενάρη, 11.00πμ, διακαστήρια Πειραιά, για τη δίκη των συλληφθέντων της αντιφασιστικής πορεία στις 18/9/14 στο Κερατσίνι

Την Πέμπτη 18/9/2014 βρεθήκαμε στους δρόμους του Κερατσινίου, ένα χρόνο μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα από τον χρυσαυγίτη Ρουπακιά. Ήμερα μνήμης και αγώνα ενάντια στον φασισμό. Κατεβήκαμε στον δρόμο συνειδητά και οργανωμένα -σε μπλοκ με πανό και περιφρουρήσεις- υπερασπιζόμενοι, για ακόμη μια φορά, τις συλλογικές μας αποφάσεις, δηλαδή αυτοοργανωμένα δίχως κομματικές διαμεσολαβήσεις.

Για εμάς ο πόλεμος ενάντια στον φασισμό δεν τελειώνει με μία διαδήλωση, ούτε περιορίζεται σε καταγγελτικές δηλώσεις. Ο αντιφασιστικός αγώνας είναι και θα πρέπει να παραμείνει διαρκής, ολομέτωπος μέσα σε κάθε έκφανση της καθημερινότητας. Στις σχέσεις, στα σχολεία, στις γειτονιές, στους χώρους εργασίας, ο φασισμός αντιμετωπίζεται συλλογικά και αδιαμεσολάβητα μέχρι την οριστική εξάλειψή του.

ΝΑ ΣΥΝΤΡΙΨΟΥΜΕ ΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΟΥ ΤΟΝ ΓΕΝΝΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΡΕΦΕΙ

ΟΛΟΙ ΤΗΝ ΠΕΜΠΤΗ 8/1 στις 11.00  ΣΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΠΕΙΡΑΙΑ
Συνέλευση συλληφθέντων της αντιφασιστικής πορείας στις 18/9/2014 στο Κερατσίνι

Η ζωή μας προσπερνάει, η ζωή δραπετεύει

 

 

Η ζωή μας προσπερνάει, η ζωή δραπετεύει

Οι μέρες μας παρελαύνουν στο βήμα της πλήξης

Το κόμμα των κόκκινων, το κόμμα των γκρίζων

Οι επαναστάσεις μας προδόθηκαν

 

Η δουλειά σκοτώνει, η δουλειά πληρώνει

Ο χρόνος αγοράζεται στα σούπερ μάρκετ

Ο πληρωμένος χρόνος δεν επιστρέφει

Η νεότητα πεθαίνει από τον χαμένο χρόνο

 

Τα μάτια, φτιαγμένα από αγάπη για να αγαπούν

Είναι οι αντανακλάσεις του κόσμου των αντικειμένων

Χωρίς όνειρα χωρίς πραγματικότητα

Είμαστε καταδικασμένοι στις εικόνες

 

Αυτοί που πυροβολήθηκαν , οι πεινασμένοι

Έρχονται καταπάνω μας από τα βάθη του παρελθόντος

Τίποτε δεν έχει αλλάξει αλλά όλα αρχίζουν

Και ωριμάζουν στη βία

 

Κάψε, κρησφύγετα των ιερέων

Φωλιές των εμπόρων, αστυνομικούς

Στον άνεμο που προμηνύει την καταιγίδα

Οι μέρες της γιορτής μαζεύουν τους καρπούς τους

 

Τα όπλα που είναι στραμμένα επάνω μας

Ενάντια στα αφεντικά θα στραφούν

Όχι άλλο αφεντικά, όχι άλλο κράτη

Δεν θα κερδίζουν από τις μάχες μας

 

Raoul Vaneigem

 

 

 

 

 

 

 

Α.Ο.Ζ.: τι χρώμα έχει ο βυθός;

Tα “εθνικά θέματα”

Το θέμα με τις “αποκλειστικές οικονομικές ζώνες” (ΑΟΖ) όπως και άλλα παρόμοια ζητήματα που σχετίζονται με το ελληνικό κράτος και τον επεκτατισμό του είναι από αυτά που από μικροί έχουμε μάθει να αποκαλούμε “εθνικά” ή “διεθνή” θέματα. Με λίγα λόγια, τα “εθνικά θέματα” αναφέρονται σε χάρτες με τα ισχύοντα σύνορα του ελληνικού κράτους, σε άλλους χάρτες με τα επιθυμητά σύνορα του ελληνικού κράτους και τέλος σε βελάκια που δείχνουν κινήσεις μεταξύ στρατών, πόλεων και πρώτων υλών – πάνω σε σχετικούς χάρτες φυσικά. Τα θέματα αυτά έχουν να κάνουν δηλαδή με οργανώσεις (π.χ. τα κράτη, όπως είναι εν προκειμένω το ελληνικό κράτος) που επιθυμούν να εξασφαλίσουν ισχύ επί ενός γεωγραφικού χώρου, επί των ανθρώπων που κατοικούν σε αυτόν και επί των δραστηριοτήτων αυτών των ανθρώπων [1].

Μέχρι στιγμής ξεχωρίζουμε πολύ αδρά τους δύο παράγοντες – τον ανθρώπινο και τον γεωγραφικό – που επηρεάζουν την εξασφάλιση της κρατικής ισχύος σε μια περιοχή. Ας το πάμε λίγο παραπέρα: Αυτοί οι δύο παράγοντες διαφέρουν ως προς την ταχύτητα με την οποία αλλάζουν. Ο γεωγραφικός είναι πιο στατικός (διότι το γεωγραφικό τοπίο αλλάζει με αργούς ρυθμούς), ενώ ο ανθρώπινος είναι πολύ πιο δυναμικός (καθώς οι ανθρώπινες κοινωνίες και το πολιτισμικό οικοδόμημά τους αλλάζουν όλο και πιο γρήγορα). Μια οργανωμένη προσπάθεια διατήρησης ισχύος σε μια περιοχή οφείλει να παρακολουθεί τις μεταβολές και τις αλληλεπιδράσεις αυτών των δύο παραγόντων. Εκτός αυτού, οφείλει αναγκαστικά να παρακολουθεί και τους δύο μαζί. Η υλικότητα αυτού του κόσμου αναγκάζει ανά τους καιρούς τους επίδοξους άρχοντες να παραδέχονται στους σχεδιασμούς τους ότι δε νοείται ισχύς χωρίς κυριαρχία πάνω στις δραστηριότητες των ανθρώπων και δε νοείται ανθρώπινη δραστηριότητα χωρίς τον γεωγραφικό χώρο. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι ένας ηγεμόνας – όσο μακριά και αν φτάνει η βούλησή του – είναι “αλυσοδεμένος” με τους υπηκόους του και με τον υλικό χώρο: δίχως αυτά δεν υφίσταται η ηγεμονία του! Μέχρι να επιλυθεί αυτό το υπαρξιακό πρόβλημα των εξουσιαστών μπορούμε να πούμε με ασφάλεια σε αυτό το σημείο πως τα “εθνικά θέματα” σχετίζονται με την προσπάθεια διατήρησης ή επέκτασης του γεωγραφικού χώρου εντός του οποίου ασκεί ισχύ το ελληνικό εθνοκράτος επί των δραστηριοτήτων των κατοίκων του.

Ο (θαλάσσιος) χώρος και ο νόμος

2000px-Zonmar-en.svg

Μέχρι πολύ πρόσφατα ο θαλάσσιος χώρος δεν αποτελούσε ιδιαίτερο ζήτημα στις σχέσεις μεταξύ των κρατών και η δικαιοδοσία κάθε κράτους επί των υδάτων με τα οποία “βρεχόταν” η επικράτειά του καθοριζόταν από τον εξής απλό κανόνα: κουμάντο κάνεις μέχρι τρία ναυτικά μίλια (ν.μ.) από τη στεριά σου (όπου το ένα ναυτικό μίλι ισούται με 1,8 χιλιόμετρα). Από εκεί και πέρα, ο χώρος αποτελεί διεθνή ύδατα και μπορεί να τον διαβαίνει όποιος και όπως θέλει. Ο κανόνας αυτός ίσχυε από τον 17ο αιώνα και ονομαζόταν χαϊδευτικά “κανόνας της βολής κανονιού” [2].

Ωστόσο, τα πράγματα με τον θαλάσσιο χώρο άρχισαν να γίνονται πιο πολύπλοκα από τις αρχές του 20ου αιώνα, καθώς η εξέλιξη των τεχνικών μέσων είχε επιτρέψει εντωμεταξύ την περαιτέρω έρευνα και χαρτογράφηση μέρους του θαλάσσιου βυθού, τη δυνατότητα εκμετάλλευσης μέρους των πλουτοπαραγωγικών πηγών του και τη δυνατότητα στρατιωτικής χρήσης της ανοιχτής θάλασσας και του βυθού. Με άλλα λόγια, το ενδιαφέρον των κρατών για τον θαλάσσιο χώρο – όπως και για κάθε είδους χώρο εδώ που τα λέμε – είναι ευθέως ανάλογο της (στρατιωτικής ή οικονομικής) ισχύος που είναι σε θέση να αντλήσουν από αυτόν. Ο θαλάσσιος χώρος –αλλά και ο εναέριος! [3]– από καιρό αποτελούσε πηγή φιλοσοφικού ρεμβασμού για τα κρατικά επιτελεία: αφεντικίσιου φιλοσοφικού ρεμβασμού του είδους “τι ωραία που θα ήταν αν μπορούσαμε να ελέγχουμε το τάδε”. Αλλά η οικονομία της δράσης επιβάλλει να κινητοποιείσαι ανάλογα με τις δυνατότητές σου κάθε στιγμή και οι αρχές του 20ου αιώνα ήταν όντως μια περίοδος που σήμανε την ύπαρξη τεχνολογικών δυνατοτήτων για την εκμετάλλευση του βυθού. Οι νομικές, στρατιωτικές, θεσμικές και λοιπές δυνατότητες έπρεπε να ακολουθήσουν.

Από τις αρχές του 20ου αιώνα ο κλάδος της Νομικής που ονομάζεται “Δίκαιο της Θάλασσας” έχει αναθέσει στον εαυτό του να ορίσει ένα νομικό πλαίσιο για τον καθορισμό των τρόπων διέλευσης της ανοιχτής θάλασσας και του βαθμού εκμετάλλευσης του βυθού από τα καπιταλιστικά κράτη, σε συνάρτηση με τις ολοένα αυξανόμενες δυνατότητες (κι επιθυμίες) πρόσβασης κι εκμετάλλευσης. Φυσικά, δεν έχουν όλα τα κράτη τις ίδιες δυνατότητες πρόσβασης στο βυθό, οπότε το όλο θέμα είχε ως αρχικό κίνητρο τη νομική δικαιολόγηση της εκμετάλλευσής του από όσους μπορούσαν να τον εκμεταλλευτούν και τη δημιουργία μιας αρχικής παρακαταθήκης πριν… γίνουν πολλοί αυτοί που θα αποκτούσαν μια τέτοια δυνατότητα. Εν ολίγοις, όποιος μπορούσε να κυριαρχήσει και να εκμεταλλευτεί την ανοιχτή θάλασσα γύρω από τη στεριά του επιθυμούσε και μια διεθνώς αναγνωρισμένη νομική διευθέτηση για να κατοχυρώσει στους αιώνες αυτό το δικαίωμά του.

Οι κατά καιρούς διακρατικές συναντήσεις για το Δίκαιο της Θάλασσας αποτελούν τους τόπους όπου οι διεθνολόγοι προτείνουν τις ιδέες τους για το νομικό πλαίσιο, τα κρατικά επιτελεία διαφωνούν μεταξύ τους και διορθώνουν τις προτάσεις τους και όσα κράτη συμφωνούν κάθε φορά υπογράφουν το νέο πλαίσιο. Από την πρώτη τέτοια συνάντηση που έγινε το 1940 μέχρι σήμερα, η νομική κατάτμηση του θαλάσσιου χώρου έχει περάσει από μύρια κύματα: κάθε νέα τεχνολογική δυνατότητα επιτρέπει την πρόσβαση κι εκμετάλλευση πιο βαθέων υδάτων, η οποία δημιουργεί ένα νέο πεδίο διακρατικών τριβών και οδηγεί σε μια ανάγκη διεύρυνσης του κομματιού του θαλάσσιου χώρου που πρέπει να συμπεριλαμβάνει το διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας [4]. Από ένα θαλάσσιο δίκαιο που ασχολούταν με τρία ναυτικά μίλια από τη στεριά, περάσαμε στον καθορισμό των χωρικών υδάτων (12 ν.μ. από τη στεριά), της υφαλοκρηπίδας και – πιο πρόσφατα – της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (200 ν.μ.).

Θα μείνουμε μόνο στο πολιτικά ενδιαφέρον κομμάτι της σχετικής νομοθεσίας. Η ζώνη χωρικών υδάτων (12 ν.μ. από τη στεριά) αποτελεί καθαρά νομικό ορισμό, σύμφωνα με τον οποίον το παράκτιο κράτος έχει απόλυτη εξουσία εκμετάλλευσης και πρόσβασης (ή απαγόρευσης πρόσβασης) στη συγκεκριμένη ζώνη. Η “υφαλοκρηπίδα” [5] δε θα μας απασχολήσει ιδιαίτερα εδώ: είναι ένας όρος εν μέρει νομικός και εν μέρει γεωλογικός που επιχειρήθηκε να καθορίσει τα δικαιώματα της εκμετάλλευσης του βυθού περί τα 200 ν.μ. από την ακτή και χρησιμοποιήθηκε πολύ κατά τη δεκαετία του ’80 και του ’90 στα μέρη μας για την τεκμηρίωση των διεκδικήσεων του ελληνικού κράτους έναντι του τουρκικού. Σήμερα, είναι ένας παρωχημένος νομικός όρος και έχει αντικατασταθεί από τον αποτελεσματικότερο όρο της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ), η οποία ορίζεται ως η «η πέραν και παρακείμενη της αιγιαλίτιδας ζώνης (σ.σ. εθνικά ύδατα) περιοχή, το πλάτος της οποίας μπορεί να φτάσει τα 200 ναυτικά μίλια (νμ) από τις γραμμές βάσης από τις οποίες μετράται το πλάτος της αιγιαλίτιδας ζώνης και εντός της οποίας το παράκτιο κράτος ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα, σε θέματα που έχουν σχέση με την εξερεύνηση, την εκμετάλλευση, τη διατήρηση και διαχείριση των φυσικών πηγών ζώντων ή μη των υδάτων, του βυθού και υπεδάφους της θάλασσας, καθώς και κυριαρχικά δικαιώματα, που αναφέρονται στην εξερεύνηση και οικονομική εκμετάλλευση των ρευμάτων και των υπερκείμενων της θάλασσας ανέμων» (Θεόδωρος Καρυώτης, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας του Πανεπιστημίου Maryland).

Έχουμε λοιπόν τα 12 ν.μ. που δικαιούται κάθε παράκτιο κράτος ως “χωρικά ύδατα” και άλλα 200 ν.μ. πέρα από αυτά που αποτελούν την ΑΟΖ του και στα οποία έχει δικαίωμα να κάνει ό,τι αναφέρθηκε παραπάνω. Αυτός είναι ο πιο πρόσφατος ορισμός στην προσπάθεια να μοιραστούν τα δικαιώματα των παράκτιων κρατών στην ανοιχτή θάλασσα από την οποία περιβρέχονται και στο βυθό της. Τα παράκτια κράτη που ωφελούνταν από αυτήν τη διευθέτηση υπέγραψαν τη σχετική σύμβαση το 1982 και ανακοίνωσαν – τρόπον τινά – την περιοχή της θάλασσας που δικαιούνταν. Ωστόσο, η αλληλεπίδραση της υλικής γεωγραφικής πραγματικότητας και των νομικών διευθετήσεων των διακρατικών ανταγωνισμών επί του εδάφους συχνά έχει πολύ περίεργα αποτελέσματα. Για παράδειγμα, ένα κράτος που έχει ένα νησάκι του πολύ μακριά από τον ηπειρωτικό όγκο του και πολύ κοντά στον ηπειρωτικό όγκο ενός άλλου κράτους δικαιούται άραγε ένα “σκασμό” ΑΟΖ; Aν οι ΑΟΖ δύο κρατών αλληλοεπικαλύπτονται, πώς τραβιέται η διαχωριστική γραμμή; Και τι γίνεται αν η διαχωριστική γραμμή αφήνει το ένα κράτος γεωπολιτικά υπερκερδισμένο και το άλλο κράτος γεωπολιτικά αποκλεισμένο; Κάπου εδώ η διεκδίκηση (θαλάσσιου) χώρου παύει να είναι ζήτημα νομικών διευθετήσεων και γίνεται ζήτημα πολιτικής ισχύος. Επίσης, κάπου εδώ ανοίγει άλλο ένα παράθυρο: η χρήση των ΑΟΖ και των σχετικών χαρτών ως εργαλείο για την επιβολή συγκεκριμένων ιδεολογικών αντιλήψεων ισχύος – κυρίως στο εσωτερικό ενός κράτους. Ας περάσουμε λοιπόν στα πιο “δικά μας”.

Η “Ελληνική” ΑΟΖ…

Αρχικά, μιλώντας για την ελληνοτουρκική αντιπαράθεση αναφορικά με το ζήτημα των ΑΟΖ πρέπει να έχουμε υπ’ όψη μας τα εξής:

– Το ζήτημα του καθορισμού των ελληνοτουρκικών Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών είναι ένα ζήτημα καθορισμού των ελληνοτουρκικών θαλάσσιων συνόρων.
– Το τουρκικό κράτος δεν έχει υπογράψει τη σχετική Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS III) – όπως και αρκετές άλλες – διότι, προς το παρόν, πλήττεται γεωπολιτικά από το νομικό πλαίσιο. Επίσης, οι Η.Π.Α. δεν την έχουν υπογράψει λόγω της διαφωνίας τους με το άρθρο ΧΙ, το οποίο – αν επικύρωναν – θα έπληττε τα μελλοντικά τους δικαιώματα στην εκμετάλλευση του διαστημικού χώρου (!) [6].
– Έχουν υπάρξει αρκετές περιπτώσεις διεκδίκησης τεράστιων ΑΟΖ χάριν πολύ μικρών βραχονησίδων (όπως η ελληνοτουρκική περίπτωση) όπου η “διεθνής κοινότητα” αποφάνθηκε σε βάρος των κρατών που κατείχαν τις βραχονησίδες (ουκρανικό Φιδονήσι, βρετανικά νησιά Guernsey και Jersey, γαλλοκαναδική “μπαγκέτα”) [7].

1

Το ζήτημα λοιπόν έχει ως εξής: το ελληνικό κράτος – εφαρμόζοντας σχολαστικά τα προβλεπόμενα από το Διεθνές Δίκαιο που αναφέρονται παραπάνω – ανακοινώνει ότι δικαιούται θαλάσσιο χώρο 200 ν.μ. από τις ακτές της (βλ. εικόνα αριστερά). Η ελληνική επικράτεια είναι “προικισμένη” με πληθώρα νησιών (άρα και με μια πληθωρική ακτογραμμή) αλλά στο προκείμενο της αντιπαράθεσης μας ενδιαφέρουν τα νησιά που βρίσκονται στα όρια αυτής της επικράτειας. Το θέμα δεν έχει ενδιαφέρον λόγω των πολλών νησιών του Αιγαίου που βρίσκονται ούτως ή άλλως σε απόσταση αναπνοής από τα τουρκικά παράλια – και των οποίων η οριοθέτηση της ΑΟΖ δεν αποτελεί μεγάλο διακύβευμα. Το θέμα αρχίζει να αποκτά ενδιαφέρον όταν συμπεριλάβουμε στην παραπάνω εικόνα τρεις κουκίδες γης που αποτελούν προίκα προς το ελληνικό κράτος για τη συμμετοχή του στον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των αστικών δημοκρατιών: το Καστελόριζο και τις νησίδες Ρω και Στρογγύλη.
Η κατά γράμμα εφαρμογή των πιο πάνω αναφερομένων θα προίκιζε –χάριν των “τριών κουκίδων”– το ελληνικό κράτος με μια ΑΟΖ που θα το έφερνε να συνορεύει με την Κύπρο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Και επειδή όπως είπαμε η ΑΟΖ είναι ένας απόλυτα υλικός χώρος, το ελληνικό κράτος θα προικιζόταν με έδαφος το οποίο:

(α) θα δημιουργούσε έναν γεωγραφικά, στρατιωτικά και οικονομικά συνεκτικό χώρο (λόγω της συμμαχίας Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ-Αιγύπτου) σε ένα σημαντικότατο γεωπολιτικά σημείο του πλανήτη (το Νοτιοανατολικό “καπάκι” της Μεσογείου).
(β) θα απέκλειε την έξοδο πλοίων του ανταγωνιστικού τουρκικού κράτους στη Μεσόγειο δίχως την άδεια του ελληνικού κράτους.

Δεν αναφέρουμε το πρόσθετο όφελος της αποκλειστικής οικονομικής εκμετάλλευσης του θαλάσσιου υπεδάφους της διεκδικούμενης ΑΟΖ, διότι δε γνωρίζουμε κάτι για τις πρώτες ύλες του κομματιού αυτού και, επιπλέον, διότι τα πολυδιαφημιζόμενα κοιτάσματα πετρελαίου της περιοχής είναι αρκετά αμφίβολης αγοραίας αξίας. Αν διαβαστεί τώρα η παρούσα παράγραφος από την αντίθετη μεριά, γίνεται εύκολα αντιληπτό πόσο αντιστοίχως ασύμφορα είναι τα πράγματα για την τουρκική πλευρά.

Όπως είπαμε, η Διεθνής Συνθήκη για τις ΑΟΖ δε δεσμεύει παρά μόνο όσους την έχουν υπογράψει. Η Άγκυρα έχει σαφείς λόγους να μην υπογράψει και αν ποτέ το κάνει θα είναι μόνο προς την κατεύθυνση μιας εναλλακτικής διευθέτησης για τις ΑΟΖ της περιοχής (βλ. Εικόνα 1). Η επιχειρηματολογία της Άγκυρας επ’ αυτού είναι ότι η χάραξη των ΑΟΖ στη συγκεκριμένη περιοχή πρέπει να αποκλίνει όσων προβλέπει γενικά το Δίκαιο της Θάλασσας λόγω της πολύ κοντινής απόστασης των ελληνικών νησιών από τα τουρκικά παράλια και επειδή η εφαρμογή αυτού του Δικαίου θα εμπόδιζε την έξοδο στη Μεσόγειο ενός κράτους 70 εκατομμυρίων χάριν των 500 συνολικά κατοίκων των τριών “ελληνικών κουκίδων” (Καστελόριζου-Ρω-Στρογγύλης). Και κάτι εξίσου σημαντικό: ακόμα και αν – όπως ακούγεται συχνά – το ζήτημα των ελληνοτουρκικών ΑΟΖ παραπεμφθεί σε κάποια διεθνή αρχή για να επιλυθεί, το πιο πιθανό είναι να δικαιωθεί η τουρκική πλευρά. Παρόμοιες περιπτώσεις με την ελληνοτουρκική (νησάκια-θύλακες εντός μεγαλύτερων θαλάσσιων ζωνών και νησάκια αποκομμένα από την ενδοχώρα τους που βρίσκονται πολύ κοντά σε ξένες επικράτειες) έχουν εκδικαστεί στο παρελθόν και έχουν λήξει σε βάρος των κρατών που κατείχαν τις βραχονησίδες.

Επομένως, τα αυταπόδεικτα δικαιώματα του ελληνικού κράτους στην ανοιχτή θάλασσα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου δεν είναι παρά ευσεβείς πόθοι. Ομαδοποιήσεις της μορφής “κράτος” που ασχολούνται οργανωμένα με την εξασφάλιση ισχύος σπάνια κάνουν μάταια πράγματα – ακόμη και αν πρόκειται για δευτεροκλασάτα κράτη σαν το ελληνικό. Ας δούμε λοιπόν λίγο πριν το τέλος πού μπορεί να στοχεύει η περί των ΑΟΖ φιλολογία.
…και η-ΑΟΖ-των-Ελλήνων

Είδαμε πως οι διεκδικήσεις του ελληνικού κράτους για θαλάσσιο χώρο με τη μορφή ΑΟΖ δε δεσμεύουν την τουρκική πλευρά αν δεν υπογράψει κι εκείνη την αντίστοιχη διεθνή συνθήκη ή αν δεν αναγκαστεί να το κάνει από ένα διεθνές δικαστικό όργανο. Είδαμε και τους λόγους για τους οποίους δεν πρόκειται να την υπογράψει και δεν πρόκειται να δικαιωθεί δικαστικά η ελληνική πλευρά. Τέλος, είπαμε (και θα ξαναπούμε) πως η ΑΟΖ είναι υλικός χώρος, έδαφος, σύνορα, ένα πράγμα δηλαδή για το οποίο παλιά φανατίζονταν άνθρωποι, φτιάχνονταν συνθήματα στο στρατό και – εν τέλει – γίνονταν πόλεμοι.

Κατ’ αρχάς ας ξαναρίξουμε μια ματιά στην πρώτη εικόνα της σελίδας 42: είναι παρμένη από τον αστικό τύπο και η λεζάντα της αξίζει προσοχής. Όσοι διαβάσατε προσεκτικά τα παραπάνω θα είστε σε θέση πλέον να καταλάβετε πόσο “κούφια” είναι η επιγραφή “τι ισχύει σήμερα”. Η λεζάντα αυτή λοιπόν είναι χαρακτηριστική του τρόπου που έχουν επιλέξει τα ελληνικά μίντια να καλύπτουν το ζήτημα της ΑΟΖ και υποδηλώνει την πολιτική σκοπιμότητα αυτής της επιλογής. Τα μίντια επιχειρούν με συνέπεια, συνέχεια και επιμέλεια να μας πείσουν ότι η εν λόγω ΑΟΖ ανήκει “ήδη” στο ελληνικό κράτος, ότι την δικαιούται βάσει διεθνών νόμων και ότι το τουρκικό κράτος (για “άλλη μια φορά”) παρανομεί και δεν την αναγνωρίζει. Η πολιτική σκοπιμότητα λοιπόν έγκειται στη δημιουργία μιας κοινής γνώμης φιλικά προσκείμενης στις επεκτατικές βλέψεις του ελληνικού κεφαλαίου, στη σφυρηλάτηση μιας νέας εθνικής ομοψυχίας μέσω της καθημερινής μιντιακής εκπαίδευσης [8] στα νέα εθνικά δίκαια του ελληνικού κράτους. Πιο απλά, μιλάμε για τη συσπείρωση στη βάση του συναισθηματικού εντυπωσιασμού (δηλαδή στη βάση του δοκιμασμένου, παλιού, καλού πατριωτισμού) ή/και των υλικών συμφερόντων μιας επαρκούς πληθυσμιακής μάζας που θα συμμαχήσει πολιτικά με την επεκτατική ατζέντα του ελληνικού κράτους.

Αναφορικά με τα υλικά συμφέροντα, η κίνηση του ζητήματος της ΑΟΖ στα μίντια συμπεριλαμβάνει πάντα έντονες αναφορές σε πετρελαϊκά κοιτάσματα τόσο στην περιοχή της “ελληνικής” όσο και της “ελληνοκυπριακής” ΑΟΖ [9]. Η επιχειρηματολογία περί των κοιτασμάτων αυτών στοχεύει να πείσει ότι η υψηλή αγοραία αξία τους θα δημιουργήσει έσοδα και θέσεις εργασίας προς όφελος των δύο κρατών. Εδώ ακριβώς συναντιούνται τα υλικά συμφέροντα του ελληνικού κράτους με εκείνα των υποστηρικτών του στο εσωτερικό της κοινωνίας. Ωστόσο, πρόκειται για μια καθαρά μιντιακή συνάντηση διότι η αγοραία αξία ενός πετρελαϊκού κοιτάσματος εξαρτάται από την ποσότητά του στο υπέδαφος που είναι τεχνολογικά εφικτό, οικονομικά συμφέρον και πολιτικά επιτρεπτό να εξαχθεί. Η αλήθεια είναι ότι οι αναφορές που βρήκαμε στον διεθνή τύπο για τα κοιτάσματα των “ελληνικών” και “ελληνοκυπριακών” ΑΟΖ ήταν μετριοπαθέστατες, τουλάχιστον με βάση την οικονομική, τεχνολογική και πολιτική πραγματικότητα που επικρατεί μέχρι στιγμής [10]. Εν ολίγοις, η πρεμούρα για την οικονομική αξία των κοιτασμάτων αυτών είναι ένα ζήτημα που αφορά αποκλειστικά τα ελληνικά μίντια και εξυπηρετεί την παραπάνω πολιτική σκοπιμότητα, δηλαδή την πρόσδεση των υλικών συμφερόντων ενός κομματιού του ντόπιου πληθυσμού με τις επεκτατικές βλέψεις του ελληνικού κράτους.

Και αν τα ενεργειακά κοιτάσματα στον διεκδικούμενο θαλάσσιο χώρο είναι αμφίβολης οικονομικής αξίας βραχυπρόθεσμα, ο διεκδικούμενος θαλάσσιος χώρος καθαυτός έχει αναμφισβήτητη γεωπολιτική αξία για το ελληνικό κράτος στο παρόν. Γεωπολιτικά, ένας χώρος μπορεί να έχει αξία ακόμη και ως πέρασμα και, όπως είπαμε πιο πάνω, η τυχόν ευτυχής κατάληξη των επιδιώξεων του ελληνικού κράτους θα κατέληγε στη δημιουργία μιας ενιαίας χωρικά, οικονομικά και στρατιωτικά ζώνης ελεγχόμενης από τέσσερα συμμαχικά κράτη (βλ. εικόνα σελ. 42). Η ζώνη αυτή θα δημιουργούσε ένα πέρασμα προς τη Μέση Ανατολή ελεγχόμενο από δυνάμεις με κοινό –προς το παρόν– προσανατολισμό συμφερόντων [11]. Το ελληνικό κράτος –που είναι ολόκληρο ένα οικόπεδο με υψηλή γεωπολιτική αξία– από την ίδρυσή του φροντίζει να κεφαλαιοποιεί τη νευραλγική θέση του τοποθετούμενο καταλλήλως εντός των διακρατικών συγκρούσεων της περιοχής για την εξασφάλιση εδαφικών, οικονομικών και κάθε είδους πολιτικών ανταλλαγμάτων. Και αν (λέμε αν!) στην παρούσα συγκυρία επιδιώξει πάλι να βελτιώσει τις τύχες του εν μέσω της κρίσης μέσω της ανάμειξης σε μια διακρατική σύγκρουση, τότε το ζήτημα των ΑΟΖ είναι προνομιακό. Και λέμε πως είναι προνομιακό επειδή αφορά σε άλλα τρία κράτη της περιοχής ανταγωνιστικά προς το τουρκικό (η μονομερής ελληνοτουρκική σύγκρουση προφανώς δε γοητεύει), επειδή αφορά σε θαλάσσιες διεκδικήσεις επί των οποίων υπάρχει σχετική συνεκτικότητα άποψης στον ντόπιο πληθυσμό (όπως εξηγήθηκε παραπάνω) [12] και επειδή μια τυχόν ευτυχής εξέλιξη θα προικίσει το ελληνικό κράτος με έναν θαλάσσιο χώρο που θα έχει πολλαπλάσιες δυνατότητες έναντι ακόμα και των συμμάχων του. Για εμάς λοιπόν, είναι πιο ασφαλές να εστιάζουμε στη γεωπολιτική σημασία των κινήσεων του ελληνικού κράτους στο ζήτημα της διαμάχης για τη χάραξη των ΑΟΖ (που μπορεί να γίνεται αντιληπτό ως ζήτημα “χάραξης θαλάσσιων συνόρων”) και στη γεωστρατηγική αξία αυτών των κινήσεων εν μέσω των διακρατικών ανταγωνισμών στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Φυσικά και δεν υποστηρίζουμε κάποια ντετερμινιστική γραμμικότητα στις μελλοντικές επιλογές του ελληνικού κράτους. Αναλύουμε απλώς τις συνιστώσες του ζητήματος του ανταγωνισμού επί των ΑΟΖ και εξετάζουμε τα ενδεχόμενα. Προς το παρόν, η επιμέλεια στις τετριμμένες κινήσεις του ΑΟΖ-ικού ανταγωνισμού (διμερείς συναντήσεις όπου συμφωνείται η διαφωνία, στρατιωτικές ασκήσεις και ερευνητικές αποστολές άνευ αδείας, καταγγελτικές συνεντεύξεις τύπου του ΥΠ.ΕΞ.) είναι μια απαραίτητη δουλειά “μυρμηγκιού” που πρέπει να γίνεται και δεν μπορεί να αποφευχθεί στην παρούσα φάση των διακρατικών ανταγωνισμών. Τη στιγμή που ολόκληρος ο πλανήτης μοιάζει με μια σκακιέρα που έχει πάρει φωτιά, κανείς δε βιάζεται να πάρει οριστικές αποφάσεις ή να επιλέξει δρόμους από τους οποίους ενδεχομένως δε θα υπάρχει γυρισμός αν δεν εξασφαλίσει μια όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πιθανότητα επιτυχίας. Από τη μια πλευρά, η φαινομενολογία του τετριμμένου των κινήσεων του ελληνικού κράτους δείχνει ότι δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα για αποφάσεις. Από την άλλη όμως, η επαναληπτικότητα του τετριμμένου δείχνει ότι θέλει να βρίσκεται στο μονοπάτι εκείνο όπου θα χρειαστεί κάποια στιγμή να πάρει τέτοιες αποφάσεις. Και εννοούμε αποφάσεις σχετικές με χώρο και με πόλεμο.

[1] Ο ορισμός που δίνουμε εδώ για τα εθνικά θέματα αποτελεί παράφραση του εξής ορισμού της γεωπολιτικής: «Μελέτη της αλληλεπίδρασης του φυσικού γεωγραφικού διαμελισμού και του ανθρώπινου πολιτισμικού οικοδομήματος με σκοπό την εξασφάλιση της οικονομικής και της στρατιωτικής κυριαρχίας μιας Δύναμης πάνω σε έναν συγκεκριμένο χώρο του πλανήτη» (Ιωάννης Λουκάς, Η γεωπολιτική).

[2] Επειδή τόσο περίπου ήταν το βεληνεκές βολής των κανονιών στα παράκτια φρούρια. Καραβανάδικο ευφυολόγημα της εποχής: «H κυριαρχία στη γη οριοθετείται από το βεληνεκές των όπλων σου».

[3] Μία μελλοντική ενασχόληση με την μοιρασιά του εναέριου χώρου μεταξύ των κρατών μετά την πύκνωση των τεχνολογιών πτήσης θα διαφώτιζε σχετικά.

[4] Η σχετική διεθνής ορολογία: χωρικά ύδατα = territorial waters, υφαλοκρηπίδα = continental shelf, αποκλειστική οικονομική ζώνη = Exclusive Economic Zone (βλ. εικόνα σελ. 39).

[5] O φυσικός ή γεωλογικός παράγοντας είναι απείρως πολύπλοκος και δημιουργούσε νομικά προβλήματα, όπως συμβαίνει συχνά σε ζητήματα κυριαρχίας.

[6] Βλ. σχετικά την κριτική του πρώην υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ Ράμσφελντ στη διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας (εφημερίδα Washington Post, 14 Ιουνίου 2012).

[7] Μεταφρασμένα στοιχεία από το International Court of Justice, Maritime Delimitation in the Black Sea για τις τρεις αυτές διενέξεις υπάρχουν στην ιστοσελίδα antifascripta.net στο κείμενο “Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες και κανόνια”.

[8] Δεν υποστηρίζουμε πως τα μέσα μαζικής πληροφόρησης είναι τόσο ισχυρά, ούτε πως οι ανθρώπινες κοινωνίες και οι σχέσεις τους είναι τόσο μονόπλευρες, ώστε να αρκεί μια μιντιακή εκστρατεία για να πείσει ή να εντυπωσιάσει καθολικά έναν πληθυσμό. Ωστόσο, η συγκεκριμένη μιντιακή κάλυψη του ζητήματος έχει κρατική πριμοδότηση, ποικιλία στα μέσα και επιμελή παρουσία στη δημόσια σφαίρα τα τελευταία χρόνια. Και συν τοις άλλοις, ίσως δε στοχεύει μόνο να πείσει ή να εντυπωσιάσει τους πάντες –των διαφωνούντων συμπεριλαμβανομένων– αλλά έναν “επαρκή” αριθμό από όσους έχουν τη προδιάθεση να πειστούν ή να εντυπωσιαστούν. Το κριτήριο για τον καθορισμό του “επαρκούς” αναπτύσσεται παρακάτω.

[9] Το κοίτασμα για το οποίο γίνεται ο μεγαλύτερος ντόρος ονομάζεται “Αφροδίτη” και βρίσκεται στο “οικόπεδο 12” της “ελληνοκυπριακής” ΑΟΖ.

[10] Όπως είπαμε, η αξία ενός κοιτάσματος πετρελαίου ή φυσικού αερίου δεν είναι μόνο γεωλογικό ζήτημα, αλλά (κυρίως) οικονομικό, τεχνολογικό και πολιτικό. Και αυτά είναι κυμαινόμενα μεγέθη.

[11] Το κλείσιμο του εντύπου συμπίπτει με την τριμερή διακήρυξη Ελλάδας, Κύπρου και Αιγύπτου της απόφασης για τον από κοινού καθορισμό των ΑΟΖ τους.

[12] Αυτό εξυπηρετεί η εξασφάλιση υποστήριξης στα επεκτατικά σχέδια του κράτους από ένα επαρκές κομμάτι του πληθυσμού: ένας πόλεμος αποτελεί το ύστατο τεστ συνοχής μιας κρατικής δομής.

Βιβλιογραφία
Ιωάννης Λουκάς, Η γεωπολιτική.
Antifa – πόλεμος ενάντια στο φόβο, τ.18, Mare Nostrum και ελληνικός ιμπεριαλισμός.
Antifa – πόλεμος ενάντια στο φόβο, τ.36, Αποκλειστικές οικονομικές ζώνες και κανόνια.

[Το παραπάνω κείμενο δημοσιεύτηκε στο δεύτερο τεύχος του περιοδικού Carex Flacca της κατάληψης Σινιάλο το Νοέμβρη ’14]

Σχετικά με κάποια «τυχαία γεγονότα» διαδοχικής επιβολής προστίμου 6.000€ και δίωξης για την ολική άρνηση στράτευσης

Δημόσια τοποθέτηση του ολικού αρνητή στράτευσης Ζαχαρία Ουσουλτζόγλου, επ” αφορμής της διττής στρατιωτικής καταστολής με άσκηση ποινικής δίωξης και επιβολή του προστίμου των 6.000 ευρώ. Στο κείμενο, εκτός από ενημέρωση πάνω στην υπόθεση, κατατίθεται σαφής θέση ενάντια σε κάθε είδους χακί εκβιασμό.

Μπορείτε να κατεβάσετε το κείμενο σε μορφή pdf, πατώντας εδώ.

Σχετικά με κάποια «τυχαία γεγονότα» διαδοχικής επιβολής προστίμου 6.000€ και δίωξης για την ολική άρνηση στράτευσης

 

Τα πρόσφατα γεγονότα…

Την 1η Δεκεμβρίου 2014, η Στρατολογική Υπηρεσία Δυτικής Μακεδονίας (Σ.Υ.Δ.Μ.) παρέδωσε στο σπίτι μου στο Ίλιον, μέσω των ΕΛ.ΤΑ, φάκελο με έγγραφο της -από τις 24/11/2014- απόφασης του διευθυντή της Σ.Υ.Δ.Μ., Ανχη Τσιναφορνιώτη Βασίλειου, συνυπογεγραμμένη από τον τμηματάρχη Γεώργιο Τσίτρο και τον χειριστή του «θέματος» Δνέα Αλέξανδρο Αθανασιάδη, σύμφωνα με το οποίο μου επιβάλλεται πρόστιμο 6.000€ για την από 12/11/2014 «ανυποταξία» μου. Στις 16 του ίδιου μήνα, το πρόστιμο πέρασε στο φορολογικό μου μητρώο ενώ σύντομα θα ειδοποιηθώ και εγγράφως από τον διευθυντή της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. για την καταχώρηση, τις προσαυξήσεις και την εκτέλεσή του. Ένα οικονομικό «ίδρυμα» σε πλήρη συνεργασία με ένα στρατιωτικό…

Δυόμισι μήνες νωρίτερα, στις 15/9/2014, αστυνομικοί με συνέλαβαν και με μετέφεραν στο Α.Τ. Ιλίου στο πλαίσιο της αυτόφωρης διαδικασίας μετά από εντολή της στρατιωτικής εισαγγελίας Θεσσαλονίκης. Η σύλληψη έγινε κατόπιν σχετικού αιτήματος της Σ.Υ.Δ.Μ, με την υπογραφή και πάλι του ως άνω αναφερόμενου διευθυντή, συνυπογεγραμμένη από την Υπλγό Πηνελόπη Χατζηαθανασιάδου, για –παλαιότερη- ανυποταξία μου στις 12/11/2013. Η σύλληψη έγινε κοντά στο σπίτι μου από δύο επώνυμους (και πολύ γνωστούς στους κύκλους των αγωνιζόμενων της περιοχής) υπαλλήλους της «ασφάλειας» του τοπικού Α.Τ. που παραμόνευαν έξω από το σπίτι μου. Λίγες ώρες αργότερα, κατόπιν εντολής του αρμοδίου στρατιωτικού εισαγγελέα Αθηνών, Μακρή Βασίλειου, αφέθηκα δίχως τελικά να παραπεμφθώ σε αυτόν αλλά με τα σχετικά έγγραφα που συνηγορούν στην ποινική μου δίωξη και τη δρομολόγηση δικάσιμου διαδικασίας. Ένα δικαστικό-στρατιωτικό «ίδρυμα» σε πλήρη συνεργασία με ένα αστυνομικό…

Συνεπείς λοιπόν στο κατασταλτικό τους έργο και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, οι στρατιωτικοί, αστυνομικοί, εισαγγελικοί και οικονομικοί μηχανισμοί του κράτους, με συνέλαβαν, μου επέβαλαν πρόστιμο 6.000€ και θα με δικάσουν…

Για τις αρχές, είναι γνωστή η τοποθέτησή μου στον αναρχικό/αντιεξουσιαστικό χώρο εδώ και 15 χρόνια και η συμμετοχή μου σε αυτοοργανωμένα εγχειρήματα, συνελεύσεις, κοινωνικές αντιστάσεις και αγώνες. Τους είναι επίσης γνωστή η απέχθειά μου («αδιαφορία» την ονόμασαν για να ενεργοποιήσουν το ένταλμα σύλληψής μου) προς τα έθνη, τα κράτη και τους μιλιταριστικούς μηχανισμούς. Από τον Δεκέμβριο του 2012, έχω εξάλλου δημόσια και επώνυμα τοποθετηθεί τόσο για την πολιτική μου ταυτότητα όσο και για την άρνηση κατάταξής μου στον στρατό, με την συλλογική δήλωση ολικής άρνησης στράτευσης που συνυπέγραψα μαζί με άλλους 4 συντρόφους και την οποία φροντίσαμε να δημοσιοποιήσουμε ευρέως σε αθηναϊκό και πανελλαδικό επίπεδο. Δύο χρόνια μετά, οι αρχές φαίνεται ότι με έχουν στοχοποιήσει λαμβάνοντας εκδικητικά μέτρα. Την ίδια κατασταλτική «φροντίδα» κατά καιρούς δέχονται επίμονα και άλλοι ολικοί αρνητές (επαναλαμβανόμενα αυτόφωρα, πρόστιμα, δίκες, περιοριστικοί όροι, χρηματικές εγγυήσεις κ.ά.) αφού για τους στρατοκράτες το «αδίκημα» του αυτοπροσδιορισμού μας έξω και ενάντια από τον κόσμο των εθνών και του μιλιταρισμού θεωρείται «διαρκές».

 

Και λίγο παλαιότερα…

Η διόλου τυχαία χρονικά ενεργοποίηση των αρχών προς το πρόσωπό μου δεν σχετίζεται μονάχα με την μέριμνά τους να ασχοληθούν μαζί μου τις ημέρες που εξελίσσονταν κορυφαίες πανελλαδικές αντιστάσεις (η πρώτη κατά τη διάρκεια των γεγονότων για τον ένα χρόνο από την δολοφονία του Π. Φύσσα και η δεύτερη κατά τη διάρκεια της απεργίας πείνας του Ν. Ρωμανού). Σχετίζεται και με παρόμοια εκδικητικά μέτρα που πάρθηκαν τον τελευταίο καιρό από αστυνομικές και δικαστικές αρχές του νομού Κοζάνης προς τους γονείς μου, που αφενός υπερασπίζονται τις επιλογές μου, και αφετέρου, έχουν τοποθετηθεί ενεργά εδώ και δεκαετίες στον κόσμο του αγώνα. Αυτή η εκδικητικότητα εκφράστηκε και με την ποινική τους δίωξη για τη συμμετοχή τους σε αντιφασιστική διαδήλωση στην Κοζάνη λίγες ημέρες μετά την δολοφονία του Π. Φύσσα. Είναι προφανές, ότι το βαθύ κράτος στη δυτική μακεδονία, τελευταία, έχει δείξει ιδιαίτερο ζήλο να πλήξει πρόσωπα που υπερασπίζονται δημόσια τις πολιτικές τους απόψεις, με συνέπεια στους αγώνες και αναγνωρισιμότητα στην τοπική κοινωνία. Μια προσπάθεια που εντάσσεται στην ευρύτερη καθεστωτική στρατηγική εδραίωσης του φόβου και της σιωπής, αδρανοποίησης των κοινωνικών αντανακλαστικών και τελικά εξυπηρέτησης των πολιτικών της λεηλασίας και της καθυπόταξης.

Δύο κόσμοι με διαφορετικές αφετηρίες και συγκρουόμενες αξίες…

Έχω επιλέξει -όπως και πολλοί άλλοι ολικοί αρνητές στράτευσης- να μην αποκρύπτω αυτό που πρεσβεύω αλλά αντιθέτως να ορίζω δημόσια την πολιτική μου ταυτότητα, τις αρνήσεις μου στον κόσμο της εξουσίας, του κεφαλαίου, των κρατών, των εθνών και των στρατών τους, τόσο σε επίπεδο καθημερινών σχέσεων όσο και σε επίπεδο κοινωνικών αγώνων. Έχω επίσης επιλέξει να απέχω από ένα υποκριτικό παιχνίδι «τρελόχαρτων» και λοιπών απαλλαγών που διευθετεί θεσμικά και περιφράσσει την όποια αυθόρμητη αποστασιοποίηση προς τον στρατό, μετατρέποντάς την σε ελεγχόμενη και όχι σε μια γενικευμένη κοινωνική στάση ανταγωνιστική προς το υπάρχον. Έχω τέλος επιλέξει να είμαι κομμάτι των αυτοοργανωμένων εγχειρημάτων που θέτουν τη βάση μιας διαφορετικής κοινωνικής οργάνωσης, δίχως διακρίσεις, ιεραρχίες, επιβολές, στην προοπτική της δημιουργίας ενός διαφορετικού κόσμου από αυτόν της βαρβαρότητας και του ολοκληρωτισμού.

Στον αντίποδα ο στρατός και οι διωκτικές αρχές, αντιμετωπίζουν τους ολικούς αρνητές εξατομικευμένα, μακριά από οποιαδήποτε δημόσια θέαση των επιλογών και αποφάσεών τους, οχυρωμένοι πίσω από τα δικαστήρια-στρατόπεδά τους και συνεπικουρούμενοι από μια στρατιά ένστολων κάθε είδους. Τελευταία μάλιστα, στο κατασταλτικό αυτό έργο, επιστράτευσαν και ένα πλήθος γραφειοκρατών από οικονομικές, δημοτικές και άλλες διοικητικές υπηρεσίες. Διαμορφώνουν μια ασφυκτική καθημερινότητα στους αρνητές, με διαρκείς αστυνομικές παρενοχλήσεις, εντάλματα, μεταγωγές, διώξεις, δίκες αλλά και επιβάρυνση των φορολογικών τους μητρώων, παράβολα για δίκες και προσφυγές, περιοριστικούς όρους κ.ά. Στην πραγματικότητα όμως, η επιλογή μας όχι μόνο δεν είναι στενά προσωπική αλλά είναι βαθύτατα κοινωνική και συλλογική, αφού θέτει στο επίκεντρό της όχι την προσωπική στάση απέναντι στον στρατό και την θητεία αλλά το πρόταγμά μας, τις κοινωνικές αρνήσεις στον εθνικισμό και τον μιλιταρισμό.

Ας γνωρίζουν αυτοί που μας θέτουν στο στόχαστρό τους ότι δεν πρόκειται να μείνουμε απαθείς. Οι επιλογές τους δεν είναι ούτε τυπικές, ούτε διεκπεραιωτικές, ούτε έξω από την πολεμική τους προς τους «διαφορετικούς». Κάθε ιθύνων νους που νομοθετεί, κάθε επιτελικό και τοπικό στρατηγείο που υπογράφει και δίνει εντολές, κάθε κρατικός υπάλληλος που εκτελεί «άνωθεν εντολές» ενάντια σε ανθρώπους του αγώνα, έχει άμεση ευθύνη και ενεργό ρόλο σε ό,τι αποφέρει στις ζωές των «άλλων». Δεν περιμένουμε προφανώς από στρατοκράτες, μπάτσους και δικαστές να απαρνηθούν τη θέση τους στον κόσμο των «από πάνω», της εξουσίας. Σε αυτές όμως τις εποχές, εργαζόμενοι σε εφορίες ή άλλες δημόσιες υπηρεσίες (δημοτολόγια, ΚΕΠ κ.ά.) είναι τουλάχιστον υποκριτικό να κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνουν τα πρόστιμα των 6.000€…

Ας γνωρίζουν αυτοί που μας θέτουν στο στόχαστρο, ότι οι νόμοι με βάση τους οποίους αντιμετωπιζόμαστε εμπεριέχουν μια δομική επιβολή, και σίγουρα καμιά κοινή συμφωνία ή συναίνεση επί του «δικαίου» που επικαλούνται (το δίκαιο δηλαδή του κράτους, του κεφαλαίου και των στρατών τους). Ακόμη και για τα στρατοδικεία τους, αντιμετωπιζόμαστε για την άρνηση μιας πράξης που δεν συμβαδίζει με την πολιτικο-ιδεολογική φιλοσοφία μας. Στην ουσία όμως αντιμετωπιζόμαστε και ποινικοποιούμαστε για την στάση μας να μην μείνουμε αδρανείς και να μην δεχτούμε τα εθνικά ιδεώδη και τον μιλιταρισμό αλλά να τα αμφισβητήσουμε εμπράκτως. Ποινικοποιούμαστε για την άρνηση να υπηρετήσουμε κάτι (στρατός) που το αντιμαχόμαστε ως δομή και ως μηχανισμό, την άρνηση να ρυθμίσουμε με θεσμικό τρόπο (τρελόχαρτο, εναλλακτική θητεία) κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τον αντιθεσμικό τρόπο αντίληψης της πολιτικής και των ζωών μας και τέλος, την άρνηση να ταυτιστούμε με κάτι που το αντιλαμβανόμαστε ως μια επίπλαστη και φαντασιακή κατασκευή (έθνος). Πρόκειται για ξεκάθαρες πολιτικές διώξεις.

Διαρκείς αρνήσεις στον στρατό και τα πρόστιμά του…

Η άρνησή μου να καταταγώ στον στρατό δεν ξεκίνησε ούτε τελείωσε στη συλλογική δήλωση ολικής άρνησης τον Δεκέμβριο του 2012. Οι αρνήσεις μας είναι οι ζωές μας, είχαμε γράψει τότε αλλά φαίνεται ότι οι στρατοκράτες δεν το κατάλαβαν. Τους υπενθυμίζω λοιπόν και πάλι ότι η άρνηση είναι διαρκής, είναι μια συνολικότερη καθημερινή πολιτική στάση. Όσο θα υπάρχει υποχρεωτική στράτευση, στρατός, σύνορα και σημαίες, θα βρίσκομαι συνειδητά απέναντί τους. Όσο ο μιλιταρισμός και ο εθνικισμός θα δηλητηριάζει την κοινωνία, τόσο θα παραμένω «ανυπότακτος» στη στρατοκρατική κανονικότητα.

Με αφορμή μάλιστα την επιβολή του προστίμου των 6.000€, δηλώνω δημόσια ότι δεν αναγνωρίζω ούτε αποδέχομαι την «ποινή» αυτή και φυσικά αρνούμαι να την αποπληρώσω. Έχω προ πολλού ξεκαθαρίσει -και αυτό είναι σε γνώση των αρχών- ότι δεν αποτελώ κουκίδα κανενός έθνους και δεν αποδέχομαι καμιά «υποχρέωση» προς τον στρατό τους. Συνεπώς, δεν έχω κανένα ούτε ηθικό ούτε οικονομικό χρέος να αποπληρώσω στους εθνικούς και κρατικούς νταβατζήδες. Το μόνο μου χρέος είναι να συνεχίζω να βρίσκομαι στους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες, μαζί με τους φτωχούς, τους απόκληρους και τους κυνηγημένους αυτού του κόσμου. Το μόνο μου χρέος είναι να συνεχίσω να βρίσκομαι μαζί με τον κόσμο του αγώνα, στους δρόμους, στις αυτοοργανωμένες δομές και διαδικασίες, στα καθημερινά οδοφράγματα απέναντι στον πολιτισμό της εξουσίας, ακόμη και αν κάποιοι θέλουν να μου επιβάλουν μια νέα σχέση εξάρτησης και ομηρείας, ακόμη και αν κάποιοι με «ανταμείβουν» με ένα νέο ιδιώνυμο μέτρο.

Πρόστιμα, χαράτσια και «εθνικό χρέος»…

Η οικονομική καταστολή, ως μια μορφή αντιμετώπισης της κοινωνικής και πολιτικής απειθαρχίας, προϋπήρχε της κρίσης. Παρέμενε όμως ένα ευκαιριακό ή επιλεκτικό εργαλείο, αφού το καθεστώς βασιζόταν κυρίως σε άλλες μορφές πειθάρχησης και συναινέσεων. Οι απόπειρες εξάλλου να γενικευτούν ή να μονιμοποιηθούν μέτρα οικονομικής καταστολής, συνάντησαν κατά καιρούς αντιδράσεις, βρέθηκαν όμως και μπροστά σε ενδοσυστημικά αδιέξοδα. Με την μετάβαση στην εποχή της κρίσης και την εγκαθίδρυση του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, η οικονομική καταστολή απέκτησε για το κράτος μεγαλύτερη βαρύτητα.

Παράλληλα, η έννοια του «εθνικού χρέους» ήρθε για να εξυπηρετήσει όχι μόνο τους νέους όρους κυριαρχίας και διακυβέρνησης της ελληνικής κοινωνίας, τις μνημονιακές πολιτικές και τις μεταρρυθμίσεις του καπιταλισμού. Ήρθε για να διαμορφώσει και τα νέα πεδία συναινέσεων: εσωτερίκευση των ενοχών, κοινωνικοποίηση των ευθυνών, φόβος, εθνική (συ)στράτευση κ.ά. Στο προκείμενο, το χρέος κατονομάζεται ως «εθνικό» ενώ στην ουσία του είναι ένα χρέος ταξικό, απόρροια της λειτουργίας του καπιταλισμού και των δομικών του αντιφάσεων, απόρροια της αδυναμίας ή της επιδίωξης του κεφαλαίου για μεγαλύτερα ή νέα κέρδη. Σε καμία περίπτωση λοιπόν το όποιο χρέος δεν μπορεί να καταλογιστεί στους «από κάτω», ακόμη και αν αυτοί έχουν κληθεί να το αποπληρώσουν στο όνομα ενός «εθνικού σκοπού».

Καθόλου τυχαία λοιπόν δεν ήταν η από το 2010 προσπάθεια του ελληνικού κράτους για την χρηματοποίηση της πολιτικής και κοινωνικής σφαίρας. Σε αυτήν τη νέα πραγματικότητα βασίστηκε και το διοικητικό πρόστιμο των 6.000€ προς τους «ανυπότακτους» που εισήγαγε το 2011 ο Ευάγγελος Βενιζέλος (τότε υπουργός Εθν. Άμυνας). Η χρηματοποίηση των διώξεων αποσκοπεί μεταξύ άλλων στην αποπολιτικοποίηση της ανυποταξίας και των αρνήσεων. Μεταφέρει τον ανταγωνισμό (μεταξύ στρατού-αρνητών, κράτους-ανυπότακτων κ.ά.) από το πολιτικοκοινωνικό πεδίο, στο πεδίο των τυπικών και ατομικών γραφειοκρατικών διευθετήσεων, ενώ παράλληλα εξωραΐζει τον πολιτικό αυταρχισμό που υπάρχει στην έμπνευση, την εισαγωγή και την εφαρμογή αυτών των μέτρων. Παράλληλα με το πρόστιμο των 6.000€, εισήχθησαν πλήθος νέων και ευφάνταστων χαρατσιών, ως εισπρακτικά μέτρα. Η διαρκής απειλή της ανεργίας, των κατασχέσεων αλλά και της φτώχειας μαζί με την επίκληση των διαφόρων κατά καιρούς «εθνικών κινδύνων» είναι το πολεμικό εκείνο μέτωπο της πειθάρχησης και της λεηλασίας.

Μην υπολογίζετε σε εμάς…

Αν οι διωκτικές, οικονομικές και στρατιωτικές αρχές ψάχνουν για κορόιδα ή για θύματα, ας κοιτάξουν καλύτερα κάπου αλλού. Καμία κατασταλτική πρόκλησή τους δεν πρόκειται να με πείσει να αναγνωρίσω το έθνος και τον στρατό ως «κοινωνικό αγαθό» όπως και κανένα γαλανόλευκο-χακί χαράτσι δεν θα με εξαναγκάσει να κλειστώ στον εαυτό μου και να απομακρυνθώ από τους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες. Τους επιστρέφω λοιπόν τόσο το πρόστιμο όσο και την ύβρη να αποπειραθούν να με φοβίσουν με αλλότριους για εμένα όρους και αξίες, να κοστολογήσουν χρηματικά δηλαδή την άρνησή μου και τις πολιτικές μου αντιλήψεις. Όχι, δεν πρόκειται να τους κάνω την χάρη ούτε και θα δεχθώ εκβιασμούς για οτιδήποτε αφορά την καθημερινότητα και το περιβάλλον μου, αφού εκεί στοχεύουν όλοι αυτοί οι «εθνικοί προστάτες». Την ευθύνη στο εξής για οτιδήποτε συμβεί σε εμένα και το περιβάλλον μου θα την έχουν αυτοί που υπογράφουν και εκτελούν εντολές, αφού αδυνατούν να καταλάβουν ότι …τα σώματά μας δεν είναι αναλώσιμα υλικά για καπιταλιστικούς σχεδιασμούς, δεν είναι υπολογίσιμα μεγέθη σε καμία μεγάλη ή μικρή εθνική ιδέα, δεν είναι πιόνια κανενός στρατοκράτη, δεν συγκροτούν καμία ομοιόμορφη μάζα, δεν υποτάσσονται σε «άνωθεν εντολές», δεν περιφράσσονται σε κανέναν στρατώνα. Αντιθέτως, λειτουργούν αδιαχώριστα από τη σκέψη μας, τις ιδέες μας, τη συνείδησή μας, τους αγώνες μας, για μία κοινωνία ελευθερίας και όχι μία κοινωνία φυλακή, για μία κοινωνία ίσων απέναντι σε ίσους…

30/12/2014

Ζαχαρίας Ουσουλτζόγλου