Σχεδόν τρεις βδομάδες μετά την έναρξη άλλης μιας δολοφονικής επιχείρησης του ισραηλινού στρατού εναντίον της πολύπαθης Λωρίδας της Γάζας, συνομιλούμε με την Budour Hassan, Παλαιστίνια αναρχική, μπλόγκερ, ανεξάρτητη δημοσιογράφο και φοιτήτρια της Νομικής, η οποία ζει στην Ιερουσαλήμ.
Θα ήθελες να μου πεις κάτι περισσότερο για σένα; Πώς θα αυτοπροσδιοριζόσουν πολιτικά;
Δεν έχω σχέση με κάποιο κόμμα, πιθανότατα θα αυτοπροσδιοριζόμουν ως αναρχική, είμαι 25 χρονών, μπλόγκερ, ανεξάρτητη δημοσιογράφος και προπτυχιακή φοιτήτρια Νομικής στο Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, όπου ζω. Δε μʼ αρέσει ο όρος «ακτιβίστρια», είναι κενός περιεχομένου. Οποιοσδήποτε ή οποιαδήποτε χρησιμοποιεί στις μέρες μας το twitter ή το facebook, πιθανότατα θα αποκαλούσε τον εαυτό του «ακτιβιστή». Προσπαθώ να είμαι όσο πιο ενεργή είναι δυνατόν.
Πώς αντιλαμβάνεσαι τον αναρχισμό τόσο σε προσωπικό επίπεδο, όσο και στο πλαίσιο της παλαιστινιακής κοινωνίας και πραγματικότητας;
Το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι Παλαιστίνιοι αναρχικοί είναι ότι, όταν μιλούν για αντιεθνικισμό, και νομίζω πως είμαι αντιεθνικίστρια, πρέπει να το κάνουν στα πλαίσια της απο-αποικιοποίησης. Στην Παλαιστίνη, λοιπόν, το ζήτημα είναι λίγο πιο σύνθετο, γιατί βρισκόμαστε υπό καθεστώς αποικιοκρατίας, γιʼ αυτό και σε ορισμένες περιπτώσεις πρέπει να χρησιμοποιήσεις κάποια φιλοπαλαιστινιακά συνθήματα. Δε νομίζω ότι αναρχισμός και εθνική απελευθέρωση έρχονται σε αντίθεση. Αν υπάρχει αντίθεση, αυτή βρίσκεται μόνο στα συνθήματα. Εφόσον, όμως, πιστεύουμε πως πρέπει να αγωνιζόμαστε σε διάφορα πεδία- για την εθνική απελευθέρωση, την φυλετική χειραφέτηση, την ταξική πάλη- δεν υπάρχει πρόβλημα. Άλλωστε, ο παλαιστινιακός αγώνας είχε σε πολλές φάσεις του οριζόντιο χαρακτήρα, κυρίως στη διάρκεια της πρώτης Ιντιφάντα, αλλά και κατά την επανάσταση του 1936, όταν βρισκόμασταν υπό καθεστώς βρετανικής αποικιοκρατίας. Σίγουρα στην Παλαιστίνη δεν έχουμε αυθεντικό αναρχικό κίνημα, υπάρχουν, όμως, πολλοί που πιστεύουν στην αυτό-κυβέρνηση και τον οριζόντιο τρόπο οργάνωσης. Υπάρχει, επίσης, ένα άλλο πρόβλημα. Μίλησα με κάποιους αναρχικούς και μου είπαν ότι «δεν μπορούμε να σας υποστηρίξουμε γιατί ζητάτε κράτος, ενώ εμείς είμαστε εναντίον του κράτους». Αυτό θεωρώ πως είναι ρηχό. Το ζήτημα δεν είναι αν θα έχουμε ένα, δύο ή καθόλου κράτη- πιθανότατα η καλύτερη λύση θα ήταν μία λύση χωρίς κράτη- αλλά η ανικανότητά τους να αντιληφθούν την πραγματικότητα μιας χώρας που ακόμη βρίσκεται υπό καθεστώς αποικιοκρατίας. Κι εγώ είμαι αναρχική, αλλά υποστηρίζω το δικαίωμα των Σαχράουι, για παράδειγμα, να απελευθερωθούν από τη μαροκινή κατοχή. Ως αναρχική, δεν πιστεύω ότι τα κράτη είναι η λύση. Από την άλλη, όμως, υποστηρίζω το δικαίωμα των ανθρώπων να αποφασίζουν. Δεν μπορείς να υλοποιήσεις την αναρχική ουτοπία σε ένα ή πενήντα χρόνια, πρέπει πρώτα να διανύσεις κάποιες φάσεις, μέχρι να φτάσεις στην ουτοπική αναρχική κοινωνία χωρίς σύνορα, κι αυτό ίσως δε συμβεί όσο ζούμε. Πρώτα πρέπει να απελευθερωθείς από την αποικιοκρατία. Οι μορφές αναρχισμού που εμπνέουν περισσότερο εντός της παλαιστινιακής κοινωνίας προέρχονται από ανθρώπους που δεν αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικοί. Άνθρωποι που αντιλαμβάνονται ότι πρέπει να ενεργήσουν έτσι. Οργανώνονται, λοιπόν, από τα κάτω. Ακόμα κι οι πιτσιρικάδες που πετάνε πέτρες, για παράδειγμα, ή όσοι οργανώνουν εξεγέρσεις- ποιος θα πετάξει πέτρες ή βόμβες μολότοφ, πώς θα συγκρουστούν με το στρατό, πώς θα ξεφύγουν- αυτό γίνεται επιτόπου, χωρίς κάποιος να τους πει τι να κάνουν. Για μένα, αυτό είναι μια εκδήλωση αντιεξουσιαστικού πνεύματος. Αν ρωτούσες αυτούς τους πιτσιρικάδες, πιθανότατα κανείς δε θα σου απαντούσε ότι είναι αναρχικός, ή ακόμη κι αριστεριστής, αλλά αυτοί είναι οι πραγματικοί ακτιβιστές, που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, μάχονται, χάνουν, θυσιάζονται, ενώ η λεγόμενη ελίτ είναι πιο πίσω. Πρόκειται για την αναρχία στην πράξη, κι όχι στη θεωρία.
Πώς αντιμετωπίζεται ο αναρχισμός κι οι φορείς του από την υπόλοιπη παλαιστινιακή κοινωνία; Είναι ανεκτοί; Ποια είναι η γνώμη σου για ισλαμικές οργανώσεις ένοπλης αντίστασης, όπως η Χαμάς;
Στην Ελλάδα έχετε μεγαλύτερη αναρχική κοινότητα. Ακόμη και στην Αριστερά οι αναρχικοί δεν είναι δημοφιλείς- είναι στοχοποιημένοι κι από την Αριστερά κι από τη Δεξιά. Το αναρχικό κίνημα γνώρισε άνθιση στα χρόνια της κρίσης, υπάρχει και το αυτοδιαχειριζόμενο εργοστάσιο της ΒΙΟ.ΜΕ. Χρειαζόμαστε κάτι τέτοιο στην Παλαιστίνη! Στην Παλαιστίνη ο αναρχισμός δεν έχει τέτοια ιστορία, είναι ακόμη περιθωριακός, Ο όρος, μάλιστα, που χρησιμοποιείται στα αραβικά για τον οριοθετήσει υποδηλώνει «αυτόν που προκαλεί χάος». Αλλά κι η οργανωμένη Αριστερά στην Παλαιστίνη έχει εξασθενήσει, μετά και την αποσύνθεση της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Στην Παλαιστίνη υπάρχουν ακόμη αριστεριστές που οργανώνουν διαδηλώσεις και τα παλιά αριστερίστικα κόμματα, αλλά δες τι συμβαίνει στη Γάζα: οι τρεις ισχυρότερες ένοπλες οργανώσεις είναι όλες θρησκευτικές, ή έχουν θρησκευτικές ιδεολογίες. Αυτό λέει πολλά για την αποτυχία της Αριστεράς. Δε θα συνέβαινε κάτι τέτοιο στη δεκαετία του ʼ80. Τότε η Αριστερά ήταν πολύ πιο ισχυρή. Υπήρχε το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PFLP)- ακόμη κι η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO), που δεν ήταν αριστερίστικη καθεαυτή, αλλά ήταν κοσμική κι είχε αριστερίστικα στοιχεία στους κόλπους της. Συνήθως ξοδεύουμε χρόνο ασκώντας κριτική σε άλλους, αλλά κι η Αριστερά θα πρέπει να προχωρήσει σε αυτοκριτική. Έχει πια γίνει ελιτίστικη. Θα τη βρεις μόνο στα μπαρ της Ραμάλα, ή στα γραφεία των ξένων Μ.Κ.Ο. Αφήσαμε, λοιπόν, το δρόμο, ενώ οι ισλαμιστές έχουν κατακτήσει τους δρόμους και την κοινωνική νομιμοποίηση. Τέτοιες ώρες, κανείς δε συζητά γιʼ αυτά τα θέματα, όλοι υποστηρίζουμε την αντίσταση. Πολλοί από μας όχι μόνο έχουμε επιφυλάξεις, αλλά και πολλά προβλήματα με τις πολιτικές πτέρυγες αυτών των ένοπλων ομάδων. Aσκούμε κριτική, είμαστε αντίθετοι στις πρακτικές της Χαμάς στη Γάζα και τον αυταρχικό χαρακτήρα της, το ίδιο και σε ό,τι αφορά την Ισλαμική Τζιχάντ, αλλά, όταν πρόκειται για την αντίσταση, όλοι αντιστεκόμαστε. Ακόμη κι όσοι στη Γάζα είναι αντίθετοι στη Χαμάς, λένε ότι βάζουν το σεκταρισμό στην άκρη. Αν, πάντως, η αντίσταση κερδίσει, σίγουρα η Χαμάς θα πολιτικοποιήσει αυτή τη νίκη, θα την κεφαλαιοποιήσει πολιτικά.
Ποιες είναι οι σχέσεις σου με αναρχικές ομάδες, ή το αναρχικό κίνημα στο Ισραήλ; Σε ένα άρθρο σου έχεις διατυπώσει αυστηρή κριτική στους «Αναρχικούς Ενάντια στο Τείχος». Θα ήθελες να μου πεις περισσότερα γιʼ αυτό το ζήτημα;
Είναι πολύπλοκο ζήτημα. Σε προσωπικό επίπεδο είναι φίλοι μου και νομίζω και σύντροφοι. Το σημαντικότερο ζήτημα, όπως έγραψα και στο μπλογκ μου, είναι ο ελιτισμός τους. Πρόκειται για λευκούς, προερχόμενους συνήθως από την ανώτερη μεσοαστική τάξη, πολύ αστούς, vegans, που ως επί το πλείστον ζουν στο Τελ Αβίβ- είναι υπερβολικά trendy. Κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να βγαίνουν στους δρόμους του Ισραήλ, αντί να συμμετέχουν στις διαδηλώσεις μας. Πολλοί λίγοι από αυτούς αντιλαμβάνονται την προνομιακή τους θέση, ότι είναι αποικιοκράτες, ακόμη κι αν αντιτίθενται στην ισραηλινή Κατοχή όχι μόνο εντός των ορίων του 1967, αλλά και από το 1948. Κατά τα άλλα μιλάμε, κάνουν δουλειά που είναι αξιέπαινη, αλλά στην Ιερουσαλήμ, όπου ζω, δεν υπάρχουν πολλοί Ισραηλινοί αναρχικοί, δουλεύω περισσότερο με Παλαιστίνιους.
Πόσο επικίνδυνο ή ανασφαλές είναι να ζεις στην Ιερουσαλήμ, όντας πολιτικά ενεργή αναρχική Παλαιστίνια;
Σίγουρα δεν είναι ασφαλές, κυρίως το τελευταίο διάστημα, αν και πιστεύω ότι είμαι σε προνομιακή θέση, επειδή είμαι φοιτήτρια, μιλώ τα εβραϊκά άπταιστα και δε φορώ μαντίλα. Οπότε δεν έχω προσωπικά αντιμετωπίσει κάποιο περιστατικό ρατσιστικής βίας, αλλά γνωρίζω πολλούς που έχουν βιώσει κάτι τέτοιο, είτε γιατί έγραψαν κάτι, ή γιατί, πολύ απλά, μοιάζουν με Άραβες. Κι αυτό δε συμβαίνει μόνο στην Ιερουσαλήμ. Ακόμα και σε περιοχές εντός των ορίων του 1948, η Ισραηλινές Επιχειρήσεις Ύδρευσης ή Ηλεκτρισμού έχουν αρνηθεί να πάνε σε παλαιστινιακά χωριά, επειδή δήθεν είναι επικίνδυνα. Στην Ιερουσαλήμ, περισσότερο υποφέρουν Παλαιστίνιοι που εργάζονται σε ισραηλινούς χώρους εργασίας. Πρόσφατα διάβασα πως Ισραηλινοί μποϋκοτάρουν παλαιστινιακές επιχειρήσεις. Κι αυτό κατά μία έννοια είναι θετικό, γιατί έχει αποκαλύψει το αρρωστημένο, πραγματικό πρόσωπο της ισραηλινής κοινωνίας. Επί πολύ καιρό είχαμε εστιάσει στη μαλακία της συνύπαρξης και τώρα αποκαλύπτεται η πραγματικότητα: αυτό δεν αφορά μόνο τη Δεξιά στο Ισραήλ, είναι κάτι πολύ ευρύτερο. Πολλοί Παλαιστίνιοι έχουν σταματήσει να πηγαίνουν στην οδό Jaffa στη δυτική Ιερουσαλήμ, μια γειτονιά που έχει πολλά ισραηλινά μαγαζιά, γιατί είναι πια πολύ επικίνδυνο. Όλα αυτά δεν μπορούν να αποσυνδεθούν από τις παρενοχλήσεις που υφίστανται οι Παλαιστίνιοι στα χέρια του στρατού. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι οι έποικοι που επιτίθενται σε παλαιστίνιους είναι τρελοί, αλλά ο στρατός τους κάνει πολύ χειρότερα, καίει ανθρώπους ζωντανούς, εξευτελίζει άλλους στα σημεία ελέγχου, στρατιώτες ανεβάζουν στο instagram φωτογραφίες όσων έχουν σκοτώσει.
Ποια είναι η θέση των γυναικών στην παλαιστινιακή κοινωνία; Σε ένα άρθρο σου τις περιγράφεις ως παγιδευμένες ανάμεσα στην ισραηλινή Κατοχή και την πατριαρχία εντός της παλαιστινιακής κοινωνίας.
Είναι πάντοτε πολύ ελκυστικό για τους λευκούς να ρωτάνε σχετικά με αυτό το θέμα, γιʼ αυτό και πολλές από μας έχουμε σταματήσει να μιλάμε σχετικά, από φόβο μήπως παρερμηνευθεί η κριτική μας. Νομίζω πως ό,τι βιώνουν οι Παλαιστίνιες δεν είναι μοναδικό, υπό την έννοια πως πολλές γυναίκες που ζουν υπό παρόμοιο καθεστώς αποικιοκρατίας αντιμετωπίζουν αντίστοιχες καταστάσεις, όπως οι μαύρες στις Η.Π.Α. ή οι ιθαγενείς στη Λατινική Αμερική ή την Αφρική. Δεν είμαστε οι πρώτες που αντιμετωπίζουμε συνθήκες διπλής, ή και τριπλής, διάκρισης. Σίγουρα έχουμε γίνει πιο ορατές εντός της ίδιας μας της κοινότητας. Για παράδειγμα, μια φίλη από την Ιερουσαλήμ μου είπε ότι έξι ή εφτά χρόνια πριν θα θεωρείτο απαράδεκτο για μια γυναίκα να συμμετέχει και να τραγουδά σε μια διαδήλωση στην Ιερουσαλήμ στην Πύλη της Δαμασκού. Τώρα κάτι τέτοιο όχι μόνο είναι αποδεκτό, αλλά είναι οι γυναίκες εκείνες που ηγούνται των διαδηλώσεων, νέες γυναίκες χωρίς μαντίλα, κι οι άντρες ακολουθούν επαναλαμβάνοντας τα συνθήματα. Δεν είμαστε, ωστόσο, αφελείς, για να πιστέψουμε πως η αλλαγή θα επέλθει σε μια νύχτα. Άλλωστε, κι οι γυναίκες στο δυτικό κόσμο αντιμετωπίζουν διακρίσεις. Απλώς σε μας είναι πιο δύσκολα τα πράγματα. Αν ακούσεις την ισραηλινή προπαγάνδα, είναι κι αυτή πολύ πατριαρχική και σεξιστική. Δε χρειαζόμαστε, πάντως, λευκούς σωτήρες να έρθουν να μας διδάξουν πώς να παλέψουμε για τη γυναικεία απελευθέρωση. Σίγουρα μπορούμε να την πετύχουμε μόνες μας. Στην Παλαιστίνη δεν έχουμε την πολυτέλεια να παλεύουμε ταυτόχρονα σε τόσα πολλά μέτωπα. Το να μάχεσαι ενάντια στην Κατοχή και μόνο απορροφά τόσο πολύ ενέργεια και χρόνο, ξέρεις, που δεν έχεις πολλά αποθέματα να πολεμήσεις και σε άλλα πεδία. Πολλές και πολλοί το προσπαθούν, ωστόσο, ενώ αυξάνεται ο αριθμός των φεμινιστικών κινημάτων στην Παλαιστίνη. Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας κι ο αγώνας για φυλετική χειραφέτηση θα διαρκέσουν πολύ.
Συνεχίζοντας στο «κύριο μέτωπο», πώς θα φανταζόσουν, πώς θα οραματιζόσουν μια μακροπρόθεσμη λύση στον, ουσιαστικά, μονομερή πόλεμο του ισραηλινού κράτους εναντίον των Παλαιστινίων;
Προφανώς κανείς δεν ξέρει… Γιʼ αυτό και χρησιμοποιώ τον όρο «οραματίζεσαι»… Δυστυχώς, αυτός δε θα είναι ο τελευταίος πόλεμος και σίγουρα κι η αντίσταση θα χρειαστεί να προχωρήσει σε συμβιβασμούς. Όσο επώδυνο κι αν ακούγεται, ο αγώνας είναι διττός. Από τη μία, πώς βελτιώνουμε την κατάστασή μας ως αντίσταση στο έδαφος, ώστε, όταν έρθει ο επόμενος πόλεμος, να είμαστε σε καλύτερη θέση. Γιατί σε μια μονομερή αντιπαράθεση, οι νίκες κι οι απώλειες μετριούνται διαφορετικά. Συνεπώς για μας, το γεγονός και μόνο πως η αντίσταση έχει καταφέρει να σκοτώσει πάνω από 60 Ισραηλινούς στρατιώτες- αυτό παραδέχτηκαν οι Ισραηλινοί- είναι μια τεράστια νίκη, όπως επίσης και το ότι απαγορεύτηκαν πολλές πτήσεις προς το αεροδρόμιο Μπεν Γκουριόν. Ήταν χωρίς προηγούμενο. Το ότι η πολιορκημένη Γάζα θα κατάφερνε κάτι τέτοιο είναι καταπληκτικό. Προφανώς δε θα έπρεπε να υπερβάλλουμε, δεν κρύβονται όλοι οι Ισραηλινοί τρομοκρατημένοι σε καταφύγια, πολλοί συνεχίζουν τη ζωή τους όπως συνήθως. Αλλά σε ένα τέτοιο μονομερή πόλεμο είναι σημαντικό να κάνεις τον εχθρό σου να σε φοβηθεί. Από την άλλη, πόσα μπορούμε να συσσωρεύσουμε. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η πόλεμος εναντίον της Γάζας πραγματοποιήθηκε μετά τον αγώνα των Παλαιστίνιων διοικητικά φυλακισμένων που έκαναν απεργία πείνας, αν και το γεγονός αυτό δεν προσέλκυσε πολλή προσοχή ή λαϊκή υποστήριξη, Ύστερα από αυτό, είχαμε την υποτιθέμενη απαγωγή τριών Ισραηλινών εποίκων, έπειτα τη δολοφονία του Mohammed Abu Khdeir που τον έκαψαν ζωντανό, κάτι που οδήγησε σε τεράστιες διαδηλώσεις και στα παλαιστινιακά εδάφη, τα οποία βρίσκονται εντός των ορίων του 1948. Αυτό είναι που φοβάται το Ισραήλ περισσότερο, γιʼ αυτό και προσπαθεί να διασπάσει τους Παλαιστίνιους. Οι Παλαιστίνιοι της Λωρίδας της Γάζας, της Δυτικής Όχθης, των περιοχών που βρίσκονται εντός των ορίων του 1948 και της διασποράς είναι ένας λαός. Γιʼ αυτό κι ο πόλεμος εναντίον της Γάζας δεν έγινε μόνο για να αποσπαστεί η προσοχή από ό,τι συνέβαινε στην Ιερουσαλήμ, αλλά και για συνθλίψει αυτό το ογκούμενο λαϊκό κίνημα που καθοδηγείτο από ανθρώπους, οι οποίοι μέχρι τότε δεν ενδιαφέρονταν για την πολιτική. Θα μπορούσα να είμαι ο Mohammed Abu Khdeir, ο καθένας μας θα μπορούσε, έτσι τώρα, με την έναρξη της σφαγής στη Γάζα, βλέπεις ότι όλο και περισσότεροι αρχίζουν να νοιάζονται. Άνθρωποι που μέχρι πρότινος ήταν απολίτικοι παρακολουθούν ειδήσεις, βγαίνουν στο δρόμο, λένε «πρέπει να κάνω κάτι γιʼ αυτό». Το ζήτημα, λοιπόν, είναι πόσο θα καταφέρουμε να κεφαλαιοποιήσουμε αυτή την αλλαγή, πώς θα είναι όχι κάτι στιγμιαίο, αλλά πώς θα συνεχιστεί, ακόμα κι όταν ο πόλεμος στη Γάζα τερματιστεί. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που τώρα ξαφνικά ωριμάζουν πολιτικά, θα γίνουν οι ηγέτες της εξέγερσης που θα έρθει. Η γενιά μου ξεκίνησε να ασχολείται με την πολιτική με τη δεύτερη Ιντιφάντα, αυτή η γενιά με το συγκεκριμένο πόλεμο. Είναι, επίσης, σημαντικό το πόσο καταφέρνεις να αλλάξεις τη διεθνή αντίληψη σχετικά με το τι συμβαίνει, πόσους πείθεις να συμμετάσχουν στο μποϋκοτάζ εναντίον του Ισραήλ. Σίγουρα τώρα μας υποστηρίζουν περισσότεροι, πραγματοποιήθηκαν τεράστιες διαδηλώσεις σε Βρετανία, Γαλλία, Αυστρία, Ολλανδία, Ιταλία. Οι δυτικές κυβερνήσεις προφανώς δε θα είναι ποτέ με το μέρος μας, αλλά τουλάχιστον πολλοί από τους ανθρώπους είναι.
Αρκετά από τα άρθρα της BudourHassan βρίσκονται μεταφρασμένα στο μπλογκ της http://budourhassan.wordpress.com , μέσω του οποίου μπορείτε να έρθετε σε επαφή μαζί της.
Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε μέσω skype την Παρασκευή, 1 Αυγούστου 2014.
Ελεύθερη μετάφραση του βίντεο:
Ούντι Σεγκάλ, 19 χρονών, από το Τουβάλ Γκιμπούτς, ισραηλινός αντιρρησίας συνείδησης
Τη Δευτέρα θα φυλακιστώ για την άρνησή μου να καταταγώ στον ισραηλινό στρατό. Συμμετείχα σε μια συλλογική δήλωση αντιρρησιών συνείδησης που δημοσιοποιήθηκε πριν μερικούς μήνες. Η δήλωση στάλθηκε στον πρωθυπουργό και υπογράφτηκε από περισσότερους των 130 αντιρρησίες συνείδησης. Χρησιμοποιούμε την άρνηση ως εργαλείο στον αγώνα ενάντια στην κατοχή, για να τελειώνουμε με την κατοχή.
Πήγα σε ένα μικτό σχολείο εβραίων και αράβων…
Για οκτώ χρόνια, μέχρι την όγδοη τάξη σπούδασα σε ένα μικτό σχολείο εβραίων και αράβων στο Μισγκάβ. Από εκεί μεταφέρθηκα σε ένα δημόσιο σχολείο στο Μισγκάβ που καυχιόταν ότι αποτελείται από άτομα με υψηλό βαθμό κατάταξης στο στρατό, κυρίως σε μονάδες μάχης. Ήταν μια “αταίριαστη” μεταφορά και η απόφασή μου να αρνηθώ το στρατό δεν έγινε καλοδεχούμενη… Πολλά άτομα σταμάτησαν να μου μιλούν εξαιτίας της άρνησής μου.
Πώς θα παρουσίαζες την άρνησή σου στους παλαιστίνιους;
Θέλω να τους πω ότι υπάρχουν άνθρωποι που τους συμπαραστέκονται, ότι υπάρχουν νεαροί παλαιστίνιοι που είναι ενάντια στην κατοχή και ότι υπάρχουν ισραηλινοί που κατανοούν ότι η κατοχή δεν πλήττει μόνο τους παλαιστίνιους αλλά και τους ισραηλινούς εξίσου.
Πώς είναι να αρνείσαι ενώ εξελίσσεται ένας πόλεμος;
Νομίζω ότι σε αυτούς τους καιρούς που η κυβέρνηση και τα μήντια προσπαθούν να αποσιωπήσουν κάθε φωνή κριτικής η οποία αποκλίνει έστω και λίγο από την εμπόλεμη κυρίαρχη ισραηλινή άποψη, νομίζω ότι ειδικά σε αυτούς τους καιρούς είναι σημαντικό όχι μόνο να αρνηθείς την κατοχή αλλά να πολεμήσεις εναντίον της. Ειδικά τώρα που τα καταστροφικά αποτελέσματα της κατοχής μπορείς να τα δεις στην TV μπροστά στα μάτια σου.
Φοβάσαι;
Ναι. Δεν έχω ξαναζήσει ποτέ τόσο κοντά μου μια τόσο ακραία στέρηση της ελευθερίας μου.
Τη Δευτέρα 28 Ιούλη του 2014 στις 12:00 ο Ούντι Σεγκάλ θα αρνηθεί την κατάταξή του και είναι πιθανό να φυλακιστεί.
Πηγή: New Profile
Μέσα Ιούλη μεταφέρθηκα στο κρατικό Νίκαιας για μια εξέταση. Εκεί δεδομένης της φύσης της εξέτασης και της παρουσίας αστυνομικού κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, κάτι που ζήτησε και ο ίδιος ο γιατρός, αρνήθηκα να εξεταστώ και επέστρεψα στη φυλακή. Στις 6 Αυγούστου με κάλεσαν για να περάσω από πειθαρχικό συμβούλιο με την κατηγορία της απείθειας, με το σκεπτικό ότι δεν εκτέλεσα την εντολή της συνοδείας μου. Μπαίνοντας στο γραφείο του αρχιφύλακα με σκοπό να πω στην εισαγγελέα ότι δεν έχω κάτι να δηλώσω και να αποχωρήσω κάθισα απέναντι της και μου απευθύνθηκε λέγοντας μου «όρθιος». Δεν της έδωσα σημασία και καθώς απαντούσα ότι καλό είναι να σοβαρευτούμε λίγο, μου ξαναείπε με ένα υπεροπτικό χαμόγελο να σταθώ όρθιος. Τότε τσαλάκωσα το χαρτί του πειθαρχικού και φεύγοντας της το πέταξα λέγοντας της να το βάλει εκεί που ξέρει. Προφανώς βρισκόμουν μπροστά σ’ έναν ακόμα αλαζονικό και παραπλανημένο άνθρωπο που είχε την ψευδαίσθηση ότι ο κόσμος του ανήκει. Μπροστά σ’ ένα ακόμα αναλώσιμο και μικροπρεπές πιόνι που είχε την ψευδαίσθηση ότι όλοι οι κρατούμενοι είναι κατώτεροι του. Έτσι για να αποκαταστήσει τον πληγωμένο της εγωισμό με “τιμώρησε” με πέντε μέρες περιορισμού σε «ειδικό χώρο κράτησης».
Ανεξάρτητα από μια “τυπική” διαμάχη μεταξύ ενός αναρχικού και μίας εισαγγελέως, της οποίας ούτως ή άλλως το βιογραφικό θα περιέχει πολύ πιο απάνθρωπα επιτεύγματα και θλιβερές ιστορίες, που μένουν στο σκοτάδι, οφείλω να εστιάσω στο τι πραγματικά σημαίνει ειδικός χώρος. Η παραφροσύνη και η εκδικητικότητα της την οδήγησαν για πρώτη φορά στη ζωή της στο πειθαρχείο για να διαπιστώσει ιδίοις όμασι αν η εντολή της έχει εκτελεστεί• δεν έδωσε όμως καμία σημασία στο τι πραγματικά είναι το μέρος, στο οποίο στέλνει τόσο κόσμο για κράτηση. Προφανώς δεν είναι σημαντικό για τον πολύτιμο χρόνο της το ότι σε 9 κελιά 2 επί 2 και σ’ έναν στενό διάδρομο 25 επί 0.5 ζουν γύρω στους 20 με 25 ανθρώπους, ενώ σε κάποια από αυτά μένουν ακόμα και 4 άτομα με 2 στρώματα στο πάτωμα και κυριολεκτικά χωρίς καθόλου χώρο να πατήσεις. Προφανώς δεν είναι σημαντικό πως στα κελιά υπάρχουν μόνο μία διπλή κουκέτα και μία τουαλέτα με αυτοσχέδιο καζανάκι χωρίς πόρτα ή έστω διαχωριστικό, ενώ δεν υπάρχουν καν τα στοιχειώδη όπως παράθυρα, βρύση-νιπτήρας, τραπέζια, καρέκλες, καλοριφέρ ή ψυγείο. Προφανώς δεν είναι σημαντικό που όλος ο χώρος έχει ποτιστεί από βρώμα και δυσωδία, η οποία είναι αδύνατο πια να φύγει. Σκουπίδια παντού, κατσαρίδες, ποντίκια και μικρόβια συνθέτουν μία πραγματική υγειονομική βόμβα. Προφανώς δεν είναι σημαντικό που οι κρατούμενοι εκεί ζητούν απεντόμωση και καθαριστικά είδη για να καθαρίσουν μόνοι τους, καθώς δεν έρχονται καθαριστές όπως σε όλες τις άλλες πτέρυγες, και η υπηρεσία δεν τους δίνει ποτέ. Προφανώς δεν είναι σημαντικό ότι οι παραγγελίες των κρατουμένων έρχονται μία στο τόσο. Προφανώς δεν είναι σημαντικό που το προαύλιο δεν ανοίγει καθόλου, ενώ ούτως ή άλλως είναι μία τσιμεντένια τρύπα 5 επί 5 με ψηλούς τοίχους και συρματοπλέγματα για ταβάνι. Προφανώς δεν είναι σημαντικό που υπάρχει μία μόνο ντουζιέρα για όλους, από την οποία βγαίνεις πιο βρώμικος απ’ ότι μπήκες, ένας μόνος απαρχαιωμένος και βρώμικος ψύκτης και 2 μόνο καρτοτηλέφωνα, εκ των οποίων λειτουργεί μόνο το ένα. Προφανώς δεν είναι σημαντικό που υπάρχει ένας ξεχαρβαλωμένος ηλεκτρικός πίνακας και ξεχαρβαλωμένες πρίζες ιδανικές για ηλεκτροπληξία, ενώ στην χειρότερη σε κάποια κελιά, όπως στο δικό μου, αντί για πρίζα υπάρχουν δύο γυμνά καλώδια, με αποτέλεσμα οι κρατούμενοι να καταφεύγουν σε αυτοσχέδιες κατασκευές. Κάνοντας μία παρένθεση, ένας συγκρατούμενος, χωρίς φυσικά να έχει επίγνωση του τι κάνει, προσπαθώντας να με βοηθήσει σκάλιζε τα καλώδια με ένα πλαστικό μαχαίρι για να τα ενώσει, μέχρι που τον σταμάτησα. Προφανώς δεν είναι σημαντικό ότι τα πειθαρχεία είχαν κλείσει μετά από υγειονομικό έλεγχο, αλλά ξανάνοιξαν μετά από ένα επιφανειακό βάψιμο στους τοίχους! Προφανώς δεν είναι σημαντικό από τη στιγμή που οι κλειδαριές και η κάμερα, τα μόνα που κρίνονται ως απαραίτητα, είναι και τα μόνα που λειτουργούν κανονικά σε αυτήν την αποθήκη ψυχών.
Ακόμα και τώρα αισθάνομαι πως η παραπάνω περιγραφή δεν πλησιάζει ούτε στο ελάχιστο τη ζωή και το βίωμα των μόνιμων κατοίκων των πειθαρχείων. Η παραμονή σε αυτά σε φτάνει στο σημείο να νοσταλγείς την αθλιότητα της πτέρυγας. Μετράς τις μέρες να φύγεις λες και θα σου συμβεί κάτι ευχάριστο, ενώ ουσιαστικά θα επιστρέψεις στο κανονικό σου κελί. Επιβεβαιώνεις το βασικό αξίωμα της φυλακής ότι τα πράγματα πάντα μπορούν να γίνουν χειρότερα.
Βέβαια είναι λογικό η Βικτωρία Μαρσιώνη και η φυλακή γενικότερα να μη σπαταλούν χρόνο για να τα δουν όλα αυτά από τη στιγμή που τα ξέρουν ήδη. Είναι έτσι επειδή θέλουν να είναι έτσι. Επειδή ο σκοπός είναι να αποτελούν μια βαριά τιμωρία, ένα ισχυρό φόβητρο για τους απείθαρχους, ώστε να καταλάβουν ότι στη φυλακή ή συμβιβάζεσαι ή δεν επιβιώνεις.
Αφήνοντας στην άκρη τους τιμωρημένους, η επίσημη εκδοχή – δικαιολογία της υπηρεσίας είναι ότι οι κρατούμενοι μένουν εκεί από επιλογή τους, για λόγους προστασίας, παρόλο που αρκετοί το διαψεύδουν (ένας ειδικά ήταν ξεχασμένος εκεί για δύο μήνες, ζητούσε να φύγει και απλά τον αγνοούσαν καθώς δεν ‘είχαν χρόνο’ να ασχοληθούν – επίσης αρκετοί από αυτούς έχουν πια επιστρέψει στην πτέρυγα, γεγονός που δείχνει ότι η παραμονή τους στα πειθαρχεία οφειλόταν σε έλλειψη χωρητικότητας). Αλλά ακόμα και έτσι να ήταν, τότε γιατί η φυλακή δεν φτιάχνει τον χώρο; Σε οικονομικό επίπεδο θα κόστιζε ελάχιστα αφού οι κρατούμενοι θα έκαναν τη δουλειά, όπως οι κρατούμενοι συντηρούν και λειτουργούν όλη τη φυλακή, φτάνοντας στο σημείο, μεταξύ όλων των άλλων μεροκάματων που υπάρχουν, να κουρεύουν τους κήπους τους, να καθαρίζουν τα γραφεία τους ακόμα και να τοποθετούν κιγκλίδες, συρματοπλέγματα και προβολείς.
Απλά δεν υπάρχει λόγος, αφού τα νόμιμα ψυχοφάρμακα και τα ναρκωτικά κάνουν τη δουλειά τους. Πρωί, μεσημέρι, βράδυ όλοι στη σειρά και ένας-ένας το κυπελλάκι με το χάπι του. Κέρδος και υποταγή, με ένα σμπάρο δυό τρυγόνια. Γιατί δεν μπορείς να ζήσεις έτσι χωρίς την πρέζα να σε κάνει να ξεχνιέσαι. Ο χρόνος σταματά, τα ερεθίσματα εκμηδενίζονται, το μυαλό κολλάει, η ανάγκη για ζωή δίνει τη θέση της στο ένστικτο μιας τρισάθλιας επιβίωσης. Κάθε μέρα η ίδια επανάληψη, ύπνος – φαγητό – ναρκωτικά και πάλι από την αρχή. Απραξία και καθήλωση. Καταδίκη σ’ ένα διαρκές βασανιστήριο που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή του ατόμου. Δεν είναι τυχαίο, ότι σχεδόν όλοι όσοι έχω συναντήσει σε πειθαρχείο, έχουν περάσει από καιρό το σημείο όπου πια δεν υπάρχει γυρισμός. Η φυλακή εξαθλιώνει ανθρώπους και μετά πετώντας τους ψίχουλα, τους κρατά απαθείς στον δικό τους πλέον κόσμο: απλανές βλέμμα, αργή κίνηση, ανύπαρκτη αξιοπρέπεια, ξεριζωμένη αντίληψη.
Με δύο λόγια, η Β. Μαρσιώνη, που θα γυρίσει σπίτι της, αφού ‘επιτελέσει το λειτούργημα της’ και φυσικά όλοι όσοι ευθύνονται για την ύπαρξη αυτών των κολαστηρίων είναι απλά και ξεκάθαρα συγκαλλυμένοι δολοφόνοι. Δειλοί, μικρόψυχοι και ανήθικοι επιβεβαιώνουν κάθε μέρα με τις πράξεις τους ότι ο κόσμος θα ήταν ένα καλύτερο μέρος χωρίς αυτούς.
Κλείνοντας με μια ματιά στο μέλλον πολλοί εισαγγελείς, που έχουν την αίσθηση ότι είναι μικροί θεοί, θα βρεθούν σύντομα στο δρόμο μας. Η μεταφορά ανθρώπων και η παραμονή τους στις φυλακές τύπου Γ θα εξαρτάται από ένα και μόνο άτομο συνηθισμένο να έχει την απόλυτη εξουσία μέσα σε μία φυλακή. Να δίνει εντολές χωρίς να λογοδοτεί σε κανένα, έχοντας μια σχετική παντοδυναμία, όσον αφορά το θεσμικό πλαίσιο πάντα. Ειδικά για τους αναρχικούς το δίλλημα που θα τεθεί τα επόμενα χρόνια από την εξουσία, κρίνοντας από τη στάση της κάθε μαριονέτας της, είναι ξεκάθαρο: παραίτηση ή εξόντωση. Όπως σε όλα τα διλλήματα του εχθρού δεν απαντάς. Απλά τα ξεπερνάς. Με αγώνα. Με κάθε μέσο. Με κάθε κόστος.
Δημήτρης Πολίτης
Δ’ Πτέρυγα Κορυδαλλού
Στη φωτογραφία αυτή, βλέπουμε τον εκπρόσωπο του ΚΚΕ ή κάποιας δορυφορικής του οργάνωσης να μιλά προς τους συγκεντρωμένους στην πλατεία 17ης Αυγούστου 1944 (πρώην, και για τους περισσότερους ακόμα και τώρα, «πλατεία Οσίας Ξένης») κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης μνήμης για την 70ή επέτειο από το μπλόκο της Κοκκινιάς.
Φέτος, όπως κάθε άλλη φορά, ο εκπρόσωπος στην ομιλία του αναφέρθηκε πρώτα στο ιστορικό της ημέρας· δηλαδή εξήγησε πώς οι Γερμανοί και οι Έλληνες συνεργάτες τους, με επικεφαλής τον διοικητή των γερμανοτσολιάδων Ιωάννη Πλυτζανόπουλο, συγκέντρωσαν στην πλατεία όλους τους άνδρες κατοίκους από 14 μέχρι 60 χρονών, και πώς μετά οι κουκουλοφόροι υπέδειξαν αρκετές δεκάδες από αυτούς οι οποίοι οδηγήθηκαν στην παρακείμενη μάντρα και εκτελέσθηκαν. Στη συνέχεια στηλίτευσε τις προσπάθειες της ΕΕ, της άρχουσας τάξης και των αναθεωρητών να διαστρεβλώσουν και να σβήσουν τη μνήμη των γεγονότων και των ηρωικών θυσιών του λαού μας και των κομμουνιστών ως πρωτοπόρων του και να εξαγνίσουν τους δωσίλογους, καθώς και τους Χρυσαυγίτες που είναι οι πολιτικοί και συχνά οι βιολογικοί τους απόγονοι. Επίσης, καταδίκασε τις ενέργειες του «κράτους εγκληματία» Ισραήλ εις βάρος των Παλαιστινίων.
Δεν βρήκε όμως λίγο χρόνο να αναφερθεί σε μία πολύ πιο υλική και μόνιμη –και απολύτως επιτυχημένη- προσπάθεια διαστρέβλωσης της ιστορικής μνήμης. Η διαστρέβλωση αυτή βρισκόταν, και βρίσκεται κάθε μέρα, μπροστά στα μάτια μας, στα μάτια όλων όσων είχαν συγκεντρωθεί χθες και γενικά όλων όσοι κατοικούν στη Νίκαια ή περνάνε απ’ αυτή. Ίσως όμως γι’ αυτό ακριβώς δεν τη βλέπουμε.
Πρόκειται ακριβώς για το ογκώδες κτίριο με τις καμάρες που εμφανίζεται πίσω από τον ομιλητή. Από το κτίριο αυτό κρέμεται η ελληνική σημαία –η ίδια που κραδαίνουν ορισμένοι από τους συγκεντρωμένους- αλλά και, δίπλα της, μία ακόμη σημαία, βυσσινί και κίτρινη, η οποία προορίζεται να δώσει μία χροιά βυζαντινής μεγαλοπρέπειας, σε συνδυασμό με την επιγραφή ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙC NIKAIAC.
Καθόμουν στο παράθυρο και χάζευα τα μεσημέρια του χειμώνα τον ήλιο που έμπαινε από το παράθυρο και με ζέσταινε. Υπήρχε πάντα εκείνο το ψηλό κτίριο με τις πολλές καμάρες και τις βεράντες, πάντα ερμητικά κλειστό και παράταιρο στην συνοικία. Φτιάχτηκε για να ’ναι ωραίο … αλλά δεν ήταν … ίσως μόνο εκείνα τα μεσημέρια που το έλουζε το φως από το παράθυρο να αποκτούσε κάποια γοητεία. Αργότερα έμαθα πως ήταν η Μητρόπολη Νικαίας, ένα κτίριο που είχε να κάνει με την εκκλησία αλλά ποτέ δεν κατάλαβα τι ακριβώς είναι … παίζαμε θυμάμαι στα σκαλιά της εισόδου, στην είσοδο του γκαράζ, στο πίσω αίθριο, καμιά φορά χτυπούσαμε τα τζάμια στα παράθυρά του αλλά αυτό δεν αποκρινόταν ποτέ, ήταν πάντα σιωπηλό και απόμακρο. Σχεδόν πίστευα πως ήταν μασίφ όλο πως δεν είχε μέσα τίποτε άλλο παρά τσιμέντο όπως απέξω.
Αντίθετα απ’ ό,τι θα πίστευε κανείς, το κτίριο αυτό δεν στεγάζει την Οσία Ξένη, η οποία βρίσκεται ακριβώς απέναντι και έχει πολύ μικρότερο εμβαδόν, ύψος και όγκο (περίπου το ένα τρίτο του άλλου κτιρίου). Δεν στεγάζει ούτε το μητροπολιτικό ναό της Νίκαιας· αυτός είναι ο Άγιος Νικόλαος, που βρίσκεται σε άλλο σημείο της πόλης. Είναι απλώς η διοικητική έδρα της Μητρόπολης και στεγάζει γραφεία και κατοικίες ιερέων. (Σύμφωνα με το οικείο άρθρο στην Βικιπαίδεια, το κτίριο «φιλοξενεί πέραν των άλλων βιβλιοθήκη και μουσείο με κειμήλια από τη Μικρά Ασία». Ο ισχυρισμός όμως αυτός δεν φαίνεται να επιβεβαιώνεται· καμία σχετική ένδειξη δεν υπάρχει στην είσοδο του κτιρίου).
Το κτίριο αυτό δεν υπήρχε ανέκαθεν. Στις παρακάτω φωτογραφίες, βλέπουμε ανθρώπους να φωτογραφίζονται μπροστά στο γλυπτό του Ζογγολόπουλου, ενώ πίσω απ’ αυτό είναι απλώς ο ελεύθερος ορίζοντας· η ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙC απουσιάζει.
Από τους ανθρώπους αυτούς, αρκετοί ζουν ακόμα, και μπορούν να μας μιλήσουν.
… «Πάμε στο άγαλμα … » λέγαμε και εννοούσαμε το μνημείο των «Πεσόντων». Ήτανε μεγάλη υπόθεση την εποχή εκείνη να βρεις χώρο να κάτσεις στο βάθρο του αγάλματος εκεί ανάμεσα στα πόδια του αγγέλου που κρατούσε με δόξα και τιμή τον νεκρό στα χέρια του. Έκανε μια εσοχή θυμάμαι η μαρμάρινη βάση με το άγαλμα που σε αγκάλιαζε σα θρόνος και όποιος προλάβαινε να κάτσει έκανε τον βασιλιά! Διαφέντευε όλη την πλατεία! Πίσω του είχε την Μητρόπολη και την λογάριαζε παλάτι του! Άλλοι πάλι πιο παράτολμοι προτιμούσαν να σκαρφαλώσουν στο άγαλμα να παλέψουν με αυτό να αναμετρηθούν. Σχεδόν κάθε απόγευμα το άγαλμα ήταν γεμάτο από παιδιά που σαν τσαμπιά κρέμονταν από πάνω του.
Μα η Μητρόπολη δεν ήταν πάντα εκεί… ούτε το άγαλμα, μια μέρα η μητέρα μου τα είπε όλα, για το μπλόκο, τους Γερμανούς και τους άλλους, την μάντρα, τις εκτελέσεις, τη Χούντα, τη Μητρόπολη, και ακόμα πιο παλιά για ένα μέρος που το έλεγε «πατρίδα» αλλά δεν ήταν στην Ελλάδα παρόλο που εμείς ήμασταν Έλληνες.»
Ένας, δύο … πολλοί Πλυτζανόπουλοι
Η πρώτη σκέψη που κάνει κανείς αντικρύζοντας αυτό το κτίριο με τη μνημειακή, σχεδόν αποικιοκρατική κλίμακα, κατασκευασμένο από τόνους τσιμέντου, είναι ότι θα προέκυψε από εργολαβία με ανάθεση την εποχή της επταετίας.
Το ίδιο το προαναφερθέν λήμμα στην Βικιπαίδεια αναφέρει για τη μητρόπολη Νικαίας (το νομικό πρόσωπο, όχι την έδρα του) ότι «ιδρύθηκε το 1967», χωρίς να αναφέρει λεπτομέρειες για το ποιος την ίδρυσε και γιατί. Το κτίριο πάντως είναι γνωστό ότι κατασκευάστηκε το 1972 σε μία αγαστή συνεργασία των συνταγματαρχών με τους ορθόδοξους φονταμενταλιστές στο πλαίσιο της Ελλάδοc Ελλήνων Χριcτιανών. Το οικόπεδο, το οποίο ως τότε ήταν δημόσιο, (αποτελούσε μέρος της πλατείας), το παραχώρησε κατά κυριότητα στην Εκκληcία της Ελλάδοc ο διορισμένος δήμαρχος της Νίκαιας, ο οποίος λεγόταν Νικόλαος Πλυτζανόπουλος. Εάν το όνομα σας θυμίζει κάτι, έχετε δίκιο: πρόκειται για πολιτικό, όσο και βιολογικό συγγενή τού ηγέτη των ελληνικών αρχών κατοχής στη δεκαετία του του 40[1].
Εάν κάποιος έχει υπόψη του την αφήγηση των γεγονότων, ή την ακούσει π.χ. από τις σημερινές γιαγιάδες και προγιαγιάδες της Νίκαιας που είδαν τότε να χάνεται από τη μια μέρα στην άλλη μια ολόκληρη γενιά συμμαθητών τους, και ρίξει απλώς μια ματιά στη διάταξη του χώρου, δεν μπορεί να έχει καμία αμφιβολία: το κτίριο αυτό κτίστηκε εκεί, και με αυτές τις διαστάσεις, μόνο και μόνο για να διασπάσει την ενότητα του χώρου και να εξαφανίσει τη σύνδεση και τους συνειρμούς του τοπίου. Βρίσκεται ακριβώς ανάμεσα στην πλατεία και τη μάντρα, δηλαδή ανάμεσα στον τόπο συγκέντρωσης και στον τόπο εκτέλεσης, και κόβει την ορατότητα από τον έναν τόπο στον άλλο, προσθέτοντας στο χώρο ένα τελείως νέο και ξένο στοιχείο φορτισμένο με νοήματα ευσέβειας, υπακοής και ιεραρχικότητας.
Σημειωτέον άλλωστε ότι, μέχρι και τη δεκαετία του 80, δεν υπήρχε καμία δημόσια κατάθεση ή παρέμβαση στο χώρο που να προορίζεται να διατηρήσει τη μνήμη του επεισοδίου ναζιστικής θανατοπολιτικής που είχε εκτυλιχθεί εκεί. Ο χώρος της μάντρας ήταν τελείως παρατημένος, ίδιος με αμέτρητους άλλους παρόμοιους χώρους στα μάτια του διαβάτη –η μνήμη των γεγονότων επιζούσε μόνο μέσα στις καρδιές των επιζώντων και περνούσε από στόμα σε στόμα στις επόμενες γενιές. Μόνο τη δεκαετία του 50 είχε τοποθετηθεί το άγαλμα του Ζογγολόπουλου, ενώ επί χούντας προστέθηκε μαρμάρινη πλάκα με την σουρεαλιστική επιγραφή: «Προδόται και μασκοφόροι κομμουνισταί, και εαμίται, ελασίται, παρέδωσαν εις τους βαρβάρους κατακτητάς την 17ην Αυγούστου 1944, αγνούς πατριώτας αγωνιστάς της Εθνικής Αντίστασης, τέκνα ηρωικά της Νίκαιας, οι οποίοι και εξετελέσθησαν εις τον χώρον τούτον».
Η χονδροειδής αυτή διαστρέβλωση ήταν τόσο προκλητική, που «καρφώθηκε» και απέτυχε παταγωδώς. Σήμερα φυσικά έχει αποσυρθεί· στο διαδίκτυο είναι δυνατό να βρει κανείς πολλές αναφορές και παραθέσεις της[2], συνοδευόμενες πάντα από την –εύλογη- επισήμανση του οργουελικού χαρακτήρα της. Επίσης, οι δράστες της, και αυτοί τους οποίους προσπαθούσαν να καλύψουν, έχουν εδώ και καιρό –τουλάχιστον από την εποχή τού Άξιον Εστί– γραφτεί στα μαύρα κατάστιχα της ελληνικής κοινωνίας και η μνήμη τους είναι συνώνυμη της καταισχύνης και της προδοσίας. Στις διάφορες προσπάθειες να «ιδωθεί με πιο φρέσκια ματιά» η ιστορία της δεκαετίας του 40, εξ όσων έχουμε υπόψη μας δεν επιχείρησε κανείς μέχρι τώρα να εντάξει και τους Πλυτζανόπουλους ή άλλα συναφή καθάρματα (αν και ποτέ δεν πρέπει να θεωρούμε τίποτε δεδομένο).
Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με την αρχιτεκτονική/ πολεοδομική τους παρέμβαση, η οποία συνεχίζει την καριέρα και τη δράση της ανενόχλητη.
… Εδώ είχε μια λιμνούλα με νούφαρα και ψαράκια και πολλά δέντρα, είπε δείχνοντας τον όγκο του κτιρίου. Εμείς εδώ παίζαμε, από την πλατεία και το άγαλμα μπορούσες να δεις πέρα την μάνδρα του μπλόκου. Μετά ήρθαν αυτοί οι αλήτες και τα χάλασαν όλα! Μα δεν είχε η εκκλησία οικόπεδα να χτίσει μητροπόλεις; Γιατί να δώσουν την πλατεία μας;
Έτρεξα να βρω την Ελένη, φίλη μου καλή τότε, παίζαμε στα σκαλιά της Μητρόπολης, μαζεύαμε μούρα μαζί και γελάγαμε με τα ίδια πράγματα. «Θέλω να σου πω κάτι πολύ σπουδαίο που μου είπε η μαμά μου!» της είπα. Τα ξεφούρνισα όλα, για το μπλόκο το μνημείο την μητρόπολη που είναι εκεί για να προσβάλει τους ανθρώπους, «Α, και κάτι άλλο … μη φιλάς τα χέρια των παπάδων, μπορεί να έχουν κατουρήσει πριν! Η μαμά μου το είπε!» Η Ελένη έδειχνε συγκλονισμένη από τις πληροφορίες μου και δεν μου ξαναμίλησε, ίσως γιατί η μαμά της ήταν καντηλανάφτισσα.
Τιμή και δόξα στους «Λυσσασμένους Αναρχικούς»
Για την ακρίβεια, τα 42 αυτά χρόνια το αποικιοκρατικό κτίριο δεν παρέμεινε και τελείως ανενόχλητο:
Κάποια στιγμή κατά τη δεκαετία του 90, δύο μέλη οργάνωσης που αυτοαποκλήθηκε «Λυσσασμένοι Αναρχικοί», περνώντας με μία μοτοσικλέτα από τη δυτική πλευρά της IEPAC MHTPOΠΟΛΕΩC, πέταξαν εμπρηστική βόμβα στην λιμουζίνα του μητροπολίτη NIKAIAC, η οποία πήρε φωτιά και καταστράφηκε.
Η αντιτρομοκρατική επισκέφθηκε την περιοχή και διεξήγαγε κάποια έρευνα, η οποία όμως δεν φαίνεται να οδήγησε πουθενά. Δεν συνελήφθη ούτε κατηγορήθηκε κανείς για την ενέργεια. Η υπόθεση μάλλον πέρασε στο αρχείο της αστυνομίας. Και μάλλον μόνο αυτής.
Ήτανε η χρονιά των καταλήψεων … θυμός … ένα ξέχειλο ποτάμι θυμού στους μαθητές, αμηχανίας και σχεδόν πανικού στους καθηγητές. Τη μέρα των γενεθλίων μου και κάπως αργά άκουσα έναν εκκωφαντικό θόρυβο. Έτρεξα να δω. Καπνός, φωτιά … η κούρσα του Μητροπολίτη καιγόταν. Έτρεξα στον μπαμπά μου μας έπιασε ένα γέλιο συνωμοτικό. «Όποιος και αν το έκανε, γεια στα χέρια του!» είπα. Μετά ήρθε η αντιτρομοκρατική. Ευτυχώς εμάς δεν μας ρώτησε … την άλλη μέρα μάθαμε ότι κάτι «Λυσασμένοι αναρχικοί» ανέλαβαν την ευθύνη.
Σε αντίθεση με τα μνημεία και τις επιγραφές, το περιστατικό αυτό δεν φαίνεται να έχει καταγραφεί πουθενά, πέρα από τη μνήμη των περιοίκων. Στο διαδίκτυο εντοπίσαμε μόνο μια ασαφή αναφορά. Μερικοί από τους μάρτυρες αρχίζουν να μην είναι πλέον σίγουροι για το πότε ή και για το εάν πράγματι συνέβη ή το φαντάστηκαν. Τους το θυμίζουν όμως τα ψηλά πράσινα κάγκελα που προστέθηκαν γύρω από το κτίριο μετά την επίθεση, τα οποία υπάρχουν εκεί μέχρι και σήμερα (βλ. και τη φωτογραφία παραπάνω) και παραπέμπουν μάλλον σε ένα στοιχείο οχύρωσης, ανασφάλειας και έλλειψης εμπιστοσύνης, παρά στην ανοικτότητα που θα έπρεπε να χαρακτηρίζει την αυτοαποκαλούμενη θρησκεία της αγάπης. Το κτίριο φαίνεται να φτιάχτηκε με σκοπό όχι μόνο τη λήθη, αλλά και την επιτήρηση. Σαν μια παραλλαγή του Πανοπτικού: το ίδιο παρακολουθεί, επιτηρεί, αλλά δεν θέλει να το βλέπουν.
Αν προσθέσουμε και το γεγονός ότι κανείς από τους αρκετούς αυτόπτες μάρτυρες που υπήρξαν στη γειτονιά δεν κατέδωσε τους δράστες στις αρχές, οι συνειρμοί με όσα συνέβαιναν κατά την περίοδο της κατοχής αρχίζουν να γίνονται πολλοί και όχι ιδιαίτερα κολακευτικοί για τους ενοίκους του σιδηρόφρακτου κτιρίου[3], το οποίο, σαράντα ήδη χρόνια από τότε που «φυτεύτηκε» στη συνοικία, φαντάζει κάτι τελείως ξένο και ασύνδετο προς αυτή. Περιττό να προσθέσουμε ότι ούτε οι ένοικοι του Πανοπτικού -εάν υπάρχουν- ούτε γενικά κανείς άλλος εκπρόσωπος της Εκκλησίας της Ελλάδος συμμετείχε ποτέ στις εκδηλώσεις μνήμης για τις εκτελέσεις του 44, ούτε διοργάνωσαν ποτέ, όσο γνωρίζουμε, κάποια άλλη με δική τους πρωτοβουλία, ούτε προέβησαν σε κάποια δημόσια πράξη ή έκφραση που να δείχνει ότι λυπούνται για τους δεκάδες ανθρώπους που χάθηκαν, και τους άλλους που επέζησαν αλλά σημαδεύτηκαν ανεξίτηλα από το τραύμα αυτής της απώλειας, και οι οποίοι υποτίθεται ότι αποτελούν το ποίμνιό τους. Κάτι τελοσπάντων, οτιδήποτε, που να δείχνει ότι θεωρούν τους θανάτους αυτούς άξιους να πενθηθούν…
…Η προσφυγική διάσταση
Υπάρχει μία ακόμα διάσταση του συμβάντος της Κοκκινιάς –αλλά και συνολικά του φαινομένου της άοπλης και ένοπλης κινητοποίησης των μαζών στην Ελλάδα της δεκαετίας του 40- που έχει κανείς την αίσθηση ότι είναι σκανδαλωδώς απούσα, ή ότι καταγράφεται ουσιοκρατικά και παραμορφωμένα στον ξύλινο λόγο των δημόσιων επετειακών επιτελέσεων.
Αν κανείς διατρέξει τα ονόματα των εκτελεσμένων που αναφέρονται στην πρώην Μάντρα και νυν Μουσείο, θα βρει ανάμεσα σε αυτά εγγραφές όπως οι παρακάτω: Λάζαρος Παπουλίδης, Γεώργιος Κινανιλίδης ή Κινάνογλου, Ιωάννης Καβαδάκογλου ή Καβαδάκος, Σουλτάνα Κοβακίδου, Ευδόκιμος Ιγνατιάδης, Γεώργιος Μούχτογλου, Κοσμάς Ιορδάνογλου, Παύλος Κυζιρίδης, Σταύρος Μαλίμογλου, Αθανάσιος Χαμελίδης ή Χιμπλίδης, Απόστολος Περιζίδης, Αμφιλόχιος Τζανέτογλου, Αρτέμιδα Τριανταφυλλίδη, Σταύρος Τροχίδης ή Τριχίνογλου, Σίμος Κεστεκίδης, Ευάγγελος Μαγνήσαλης, Παύλος Κουλουψούζης, Ελευθέριος Αρναούτογλου, Παναγιώτης Φιλίπογλου ή Φιλιπίδης, Κωνσταντίνος Καμαλακίδης, Τρύφων Γεώργογλου, Σίμος Δοβλέτογλου, Ηλίας Πατόσογλου … Αλλά και: Α. Σαμιχή, Ντικράν Τοπαλιάν, Σαρκής Κεοσκεοσιάν, Κιρκόρ Καλατερτζάν ή Καλεντεριάν, Λεβόν ή Έγια Γκιουζενιάν ή Αντιγκιουζέλης, Κεβόρκ Πατσαλιάν, Αράμ Γκεοτζιάν, Αράμ Γκαρός, Μισάκ Μπιλικιάν (του Αρτίν), ΕΛΑΣίτης, Βαρταβάρ Μπιλικιάν (του Αρτίν), ΕΛΑΣίτης, Καραμπέτ Κουγιουμτζιάν …
Το όνομα –ή ακριβώς, εν προκειμένω, τα ενίοτε περισσότερα του ενός ονόματα- που φέρει ο καθένας από τους παραπάνω ανθρώπους, δείχνει ήδη εύγλωττα αυτό που θέλουμε να πούμε πριν το πούμε: ονόματα που βρίσκονται στα όρια της κανονιστικής ελληνικότητας, με ρίζες τουρκικές, αρμενικές ή εβραϊκές και με καταλήξεις που ταλαντεύονται ακόμα ανάμεσα στο –όγλου (ή το -ιάν) και τον εξελληνισμό του σε –ίδης … ή που ταλαντεύονται γενικώς, δεν έχουν προλάβει ακόμα να κατασταλάξουν και να αφομοιωθούν στα κατάστιχα και τα δελτία ταυτότητας του έθνους κράτους … άνθρωποι που, όσο ζούσαν, η ελληνική γραφειοκρατία δεν είχε ακόμα καταφέρει να τους χωρέσει σε ένα σταθερό και μοναδικό ονοματεπώνυμο, ενώ όταν πεθαίνουν ίσως δεν ενδιαφέρεται και πολύ να τους εξατομικεύσει και να τους πενθήσει –όπως κάνει και σήμερα με τους “λαθρομετανάστες”. Το ότι η Νίκαια –όπως και η Καλαμαριά, στην οποία επίσης έγινε μπλόκο από τους Ναζί τέσσερις μέρες νωρίτερα- ήταν προσφυγομάνα, ήταν ήδη γνωστό· λιγότερο γνωστό είναι ότι σε αυτήν υπάρχει ακόμα και σήμερα συνοικία που λέγεται Αρμενικά, η οποία βρίσκεται δυτικά από τα (ακριβώς) Μανιάτικα –ακόμα μια συνοικία δηλωτική της γεωγραφικής/ εθνοτικής προέλευσης των κατοίκων της. Από τα Μανιάτικα επιχείρησαν να εισβάλουν οι ταγματασφαλίτες στη Νίκαια κατά τη μάχη του Μαρτίου του 44, ενώ επιφανή στελέχη της σημερινής Χρυσής Αυγής προέρχονται επίσης από εκεί (όπως άλλωστε και από την ίδια τη Μάνη).
Ο πατέρας μου έλεγε πως όλοι οι αστυνόμοι ήταν απ’ τα Μανιάτικα, αυτή η περιοχή είναι κάτω από την οδό Τζαβέλα, πολύ φτωχοί και αυτοί, αλλά άλλη φάρα, ξεροί όπως ο τόπος τους και η γειτονιά τους χτισμένη όπως η Μάνη. Αυτοί ήταν η παλιά Ελλάδα και οι Κοκκινιώτες ήταν οι Τουρκόσποροι. Είχαν και στα Μανιάτικα πολλούς κομμουνιστές μαζί με πολλούς φασίστες. Οι μισοί σκοτώσαν τους άλλους μισούς στον εμφύλιο κάτω στη Μάνη.
Η γενικευτική αφήγηση για την “ηρωική Ελλάδα που αντιστάθηκε σύσσωμη” έχει παραγάγει και τις εξίσου ουσιοκρατικές υπο-αφηγήσεις της για επιμέρους περιπτώσεις, π.χ. “οι πρόσφυγες αντιστάθηκαν μαζικά γιατί ήταν πατριώτες (ή/ και δημοκράτες)”. Εμείς δεν μιλάμε γι’ αυτό. Δεν μας ενδιαφέρει το ερώτημα τι ήταν πάντοτε μια πληθυσμιακή ομάδα, (μόνη δυνατή απάντηση: τίποτε), αλλά τι έγινε/ γίνεται. Όχι το être αλλά το devenir minoritaire. Θεωρούμε ότι αυτό που αποτυπώνεται σε όλα αυτά τα στοιχεία από την ιστορία των οδομαχιών, τη χωροταξική διάταξη των οικισμών, το νομαδισμό των ονομάτων τους, των ονομάτων των οδών (Ικονίου, Κασταμονής, Κιλικίας, Λαοδικείας, Μερσίνης) και των ανθρώπων, και την οικο-πολεοδομική δράση του ελληνικού κράτους (και παρακράτους) και των ιδεολογικών του μηχανισμών, είναι η προσπάθεια ελέγχου και πειθάρχησης των «επικίνδυνων πληθυσμών» που αποτελούσαν οι ύποπτων εθνικών και κοινωνικών φρονημάτων πρόσφυγες της δεκαετίας του 20. Όπως επίσης, και κυρίως, η έξοδος, η λιποταξία των εσωτερικά αποικιοκρατούμενων αυτών πληθυσμών από την έγκληση του έθνους-κράτους ή/ και του κεφαλαίου, τα δίκτυα αλληλεγγύης που συγκροτούσαν και το σύνολο των πρακτικών που ανέπτυσσαν οι οποίες διαρκώς ξεχείλιζαν, περίσσευαν από τις προσπάθειες του κράτους και των ιεραποστόλων του να τους αστυνομεύσουν[4].
Κάτι ακόμα που προκύπτει από την εξέταση αυτή είναι η γενεαλογική σύνδεση της ελληνικής ακροδεξιάς με αυτή την προσπάθεια του ελληνικού κράτους να επιτύχει μία πλήρη γνώση, κωδικοποίηση και ταξινόμηση σχετικά με τους άγνωστους και (γι’ αυτό) επικίνδυνους πληθυσμούς που συνέρρευσαν απότομα μέσα στα σύνορά του κατά τη δεκαετία του 20. Για τις ανάγκες μιας άμεσης πολιτικής-ιδεολογικής αντιπαράθεσης, μπορεί να είναι ενίοτε χρήσιμο να λέμε ότι «οι Χρυσαυγίτες είναι απόγονοι των ταγματασφαλιτών». Από αναλυτική άποψη όμως, είναι πιο ενδιαφέρον να διαβάσουμε τόσο τους μεν, όσο και τους δε ως ισάριθμες εκφράσεις μιας γενεαλογίας αιχμαλώτισης, ως λίγο ή πολύ ασταθείς στρατολογήσεις των ελληνικών ή/ και γερμανικών αρχών κατοχής για τη δημιουργία δικτύων παρακολούθησης, καταγραφής και εάν χρειαστεί –που συχνά χρειάζεται, όπως φάνηκε πιο πρόσφατα στη δολοφονία του άτυχου Παύλου Φύσσα από μέλη της ΧΑ Νίκαιας- καταστολής των εσωτερικά αποικιοκρατούμενων πληθυσμών.
Αυτό που είναι σίγουρο, είναι ότι, όποτε εξετάσουμε λίγο τα φαινόμενα αυτά, σε κάθε βήμα ξεπροβάλλει η ιδέα ότι η εθνοτική διάσταση καθόρισε εξίσου με την ταξική, αν όχι περισσότερο –ή από κοινού και σε συνδυασμό με αυτή- τη συμμετοχή στην αντίσταση (που έρχεται πρώτα). Άλλωστε, οι δύο αυτές διαστάσεις δεν είναι στεγανά διακριτές, αλλά συχνά είναι δύο ονόματα για το ίδιο ουσιαστικά φαινόμενο. Ας πούμε, η ίδια η Μάντρα όπου έγιναν οι εκτελέσεις, και όπου σήμερα στεγάζεται το μουσείο και διασώζονται τα προαναφερθέντα ονόματα, ήταν παλιό ταπητουργείο, ήδη ανενεργό την περίοδο της κατοχής, μιας αγγλικής εταιρείας με την εύγλωττη επωνυμία «Oriental Carpet». Ως εργατική δύναμη στο εργοστάσιο αυτό χρησιμοποιήθηκαν προφανώς οι ξεριζωμένοι από τις περιφράξεις των νέων καθαρών κρατών της Ελλάδας και της Τουρκίας, μόλις αυτά επέτυχαν την «εθνική τους ολοκλήρωση», οι οποίοι –και οι οποίες- είχαν χάσει κάθε άλλη πρόσβαση σε μέσα παραγωγής και διέθεταν ήδη αρκετή τεχνογνωσία στην παραγωγή ανατολικών χαλιών. Ένας πληθυσμός χωρίς μέσα επιβίωσης για ένα κεφάλαιο σε αναζήτηση «γυμνής ζωής» προς εκμετάλλευση.
Ευτυχώς, η διάσταση αυτή τελευταία άρχισε να αναφέρεται και να θεματοποιείται πιο συστηματικά σε ιστορικές μελέτες, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το Η εμπειρία της Κατοχής και της Αντίστασης στην Αθήνα του Μενέλαου Χαραλαμπίδη το οποίο ανέδειξε τη διάσταση αυτή σε σχέση με τις αθηναϊκές προσφυγικές συνοικίες του Βύρωνα και της Καισαριανής. Μία ανάλογη εργασία μένει να γίνει και για την Κοκκινιά, όπως βέβαια και για την Τούμπα ή την Καλαμαριά της Θεσσαλονίκης, και σίγουρα για άλλες συνοικίες άλλων πόλεων. Από πρακτική όμως άποψη, πρέπει επίσης να επινοήσουμε τρόπους ώστε να ενταχθεί η διάσταση αυτή στη δημόσια επιτέλεση της μνήμης και την πένθηση των απωλειών, κατά τρόπο που να μας βοηθά να ανοίξουμε μία γραμμή φυγής από την ουσιοκρατία του έθνους ή της τάξης ή του κόμματος που πάντοτε αντιστέκεται.
Στο λύκειο άλλαξα σχολείο. Ούτε που ήθελα να ακούσω για τα σχολεία της γειτονιάς, διευθυντές, γυμνασιάρχες, δάσκαλοι, καθηγητές όλοι αφοσιωμένοι στην «εξημέρωσή» μας, στη μετατροπή των ατίθασων παιδιών, γόνων των τουρκόσπορων και των κομμουνιστών, σε γνήσιους πατριώτες και Ευρωπαίους πολίτες! Θυμάμαι μια ζωή οι δάσκαλοι και οι καθηγητές να κουνάν το κεφάλι με απόγνωση: «είστε το χειρότερο τμήμα!» να λένε, αλλά μετά κατάλαβα ότι δεν υπήρχαν «καλά» τμήματα στο σχολείο -όλα τα τμήματα ήταν «χειρότερα». Εμείς εδώ στην Νίκαια είμασταν πάντα οι απολίτιστοι ξένοι, ατίθασα παιδιά από γονείς ανατολίτες, και αυτοί οι εκπολιτιστές. Πέρασαν χρόνια για να το καταλάβω. Ίσως αν το είχα καταλάβει νωρίτερα να είχα κανονικοποιηθεί και να μην έλεγα τώρα αυτά που λέω …
[i] Σημειωτέον ότι, το Μάιο του 1984, ένας πλοίαρχος του ελληνικού εμπορικού ναυτικού ονόματι Αντώνιος Πλυτζανόπουλος, κυβερνήτης του φορτηγού «Γαρυφαλιά» που έπλεε ανοιχτά των ακτών της Σομαλίας, είχε ρίξει στη θάλασσα έντεκα Αφρικανούς λαθρεπιβάτες «για να τους φαν οι καρχαρίες» (όπως και πράγματι συνέβη τελικά). Με βάση τη σπανιότητα του επωνύμου τείνουμε να υποθέσουμε ότι επρόκειτο για γόνο της ίδιας εκλεκτής οικογένειας, αλλά δεν μπορέσαμε να το επαληθεύσουμε από κάπου. Το σίγουρο είναι ότι επρόκειτο για ιδεολογικό της συγγενή.
[2] Από μία τέτοια παράθεση την αντιγράψαμε κι εμείς παραπάνω. Διατηρούμε επιφυλάξεις για την ακρίβεια της διατύπωσης, η οποία φαίνεται να έχει προσαρμοσθεί κάπως στη δημοτική.
[3] To 1982, o σκηνοθέτης Διονύσης Γρηγοράτος γύρισε για λογαριασμό της ΕΡΤ ένα ημιδραματοποιημένο ντοκυμανταίρ με τίτλο «Το Μπλόκο της Κοκκινιάς». Στην ταινία αυτή, που είναι διαθέσιμη ηλεκτρονικά, μεταξύ άλλων υπάρχει ένα πλάνο (λίγο πριν και λίγο μετά το 42ο λεπτό) όπου εμφανίζονται κομπάρσοι –ενδεχομένως οι ίδιοι οι επιζώντες κάτοικοι που παίζουν τους εαυτούς τους- συγκεντρωμένοι μπροστά στην εκκλησία της Οσίας Ξένης, και άλλοι που υποδύονται Γερμανούς στρατιώτες να τους επιτηρούν με βλοσυρό ύφος και αυτόματα στα χέρια. Στο πλάνο λοιπόν αυτό, οι Γερμανοί στρατιώτες στέκονται … στο μπαλκόνι του κτιρίου της Μητρόπολης!!! Το οποίο φυσικά δεν υπήρχε το 44, αλλά όταν ο σκηνοθέτης χρειάστηκε έναν χώρο που να δείχνει εχθρικός, απειλητικός και εξουσιαστικός για τους κατοίκους της Νίκαιας, αυτό εμφανίστηκε ως η πιο εύλογη επιλογή. Δεν γνωρίζουμε εάν ο Γρηγοράτος είχε υπόψη του την προϊστορία του κτιρίου και θέλησε να κάνει έναν υπαινιγμό σε αυτήν, ή απλώς με βάση την εικόνα του υπέθεσε ότι αυτός ήταν ο πιο φυσικός χώρος για να στέκονται οι Γερμανοί. Πάντως, οι θεατές που δεν γνωρίζουν πότε χτίστηκε η Μητρόπολη, μένουν με την εντύπωση ότι προϋπήρχε του μπλόκου.
[4] Για όλα αυτά ας μας επιτραπεί να παραπέμψουμε στο: Άκης Γαβριηλίδης, Εμείς οι έποικοι. Ο νομαδισμός των ονομάτων και το ψευδοκράτος του Πόντου, Ισνάφι, Γιάννινα 2014. Επίσης, το παρόν κείμενο αντλεί από το έργο «Ανασκαφή 2004» της Μαρίας Σαρρή, μια εικαστική προσέγγιση του χώρου με επιτόπια έρευνα, συλλογή στοιχείων και περφόρμανς.
*επιλεγμένα αποσπάσματα από το κείμενο των Άκη Γαβριηλίδη – Μαρίας Σαρρή