Στο πλαίσιο των εκλογών. Αναρχικά και ανατρεπτικά λόγια [Χιλιανές φυλακές]

Χιλή: Mónica Caballero Sepúlveda, Pablo Bahamondes Ortiz, Francisco Solar Domínguez, Marcelo Villarroel Sepúlveda, Juan Aliste Vega και Joaquín García Chancks σχετικά με τις εκλογές στη Χιλή.

Δημοσιεύθηκε αρχικά από το Contra Info. Μεταφράστηκε στα αγγλικά από το Anarchist News και στα Ελληνικά από το Blessed is the flame.

Αναρχικά και ανατρεπτικά λόγια από τις Χιλιανές φυλακές. Μπροστά στην ανακατάταξη της Κυριαρχίας και την καπιταλιστική διαιώνισή της: Ούτε μπότες ούτε ψήφοι, μόνο αγώνας!!

Φαίνεται ότι, σύμφωνα με τα όσα πρεσβεύει η υπηκοότητα, είμαστε μάρτυρες μιας καίριας στιγμής στην ιστορία αυτής της επικράτειας- έχουμε στριμωχτεί με την πλάτη στον γκρεμό και, αν δεν κάνουμε κάτι, η πτώση μας θα είναι επικείμενη- φαίνεται ότι είμαστε μάρτυρες ενός ανοιχτού πολέμου, ενός αιματοκύλισματος, μεταξύ δύο πολιτικών πόλων που είναι εχθροί σε τέτοιο βαθμό, όπως στον ψυχρό πόλεμο, που θέτει σε κίνδυνο τη διαβίωση και το μέλλον όλων των όντων στην επικράτεια που κυριαρχείται από το Χιλιανό κράτος.

Από τη μία πλευρά η πολεμική κραυγή λέει: «Κομμουνισμός ή Ελευθερία!», και από την άλλη: «Δημοκρατία ή φασισμός!». Μπροστά σε ένα τέτοιο δραματικό σενάριο μας παρουσιάζεται το βασικό εργαλείο για την αντιμετώπιση αυτού του πλαισίου, ικανό να σταματήσει μια για πάντα αυτό το αιματοκύλισμα : η συμμετοχή στις εκλογές, η ψήφος ως απελευθερωτικό όπλο.

Δεν είμαστε ούτε τυφλοί ούτε κουφοί, βαδίζουμε με πλήρη συνείδηση αυτού και πολλών άλλων πραγμάτων που συμβαίνουν σε αυτή την περιοχή, αλλά δεν αποστασιοποιούμαστε απλά από αυτά, αντίθετα κηρύσσουμε τον πόλεμο σε κάθε θεσμική περίπτωση που επιδιώκει οποιαδήποτε διαιώνιση της Καθεστηκυίας Τάξης.

Αρνούμαστε πλήρως κάθε εγκυρότητα αυτής της ψευδούς αντιπαράθεσης μεταξύ δύο δήθεν διαφορετικών συστημάτων, ο άξονας στον οποίο διεξάγεται η μάχη είναι και θα συνεχίσει να είναι αυτός της Δημοκρατίας και της διαχείρισης του Κεφαλαίου. Η ύπαρξη μιας «μάχης» μεταξύ διαφορετικών πολιτικών προσπαθεί μόνο να δικαιολογήσει το υποτιθέμενο εύρος του συστήματος Δημοκρατίας-Κεφαλαίου, την «ποικιλόμορφη» ουσία του και τον υποτιθέμενο χώρο για κάθε είδους απόψεις, σε καμία περίπτωση δεν θέλουμε να γίνουμε αποδεκτοί από ένα σύστημα ή μια κοινωνία που απορρίπτουμε, δεν θέλουμε να είμαστε απλώς μια ακόμη πολιτική ανάμεσα στις επιλογές μέσα σε αυτό το σύστημα- θέλουμε να καταστρέψουμε όλες τις επιλογές και τη δομή που τις υποστηρίζει. Δεν έχουμε καμία σχέση με το εκλογικό σόου και το σκηνικό των εκλογών, των δημοψηφισμάτων, των ψηφοφοριών και τα συναφή, θεωρούμε ότι αυτό δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια προσαρμογή του κουρδίσματος, η αναδιάταξη από την αστική τάξη για να διατηρήσει τα προσχήματα και να συμβαδίσει με το ρυθμό της υπάρχουσας επιβαλλόμενης τάξης.

Έχουμε τη βεβαιότητα ότι ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα των εκλογικών αποτελεσμάτων αυτού του δημοψηφίσματος, ουσιαστικά τίποτα δεν θα αλλάξει. Ακόμα και αν πάμε πέρα από αυτές τις συγκυρίες ποιος διαγωνίζεται για τη διοίκηση και τη διαχείριση της καταπίεσης, ο θεσμικός κόσμος, άρα και οι εκλογές, δεν ήταν ποτέ δικός μας. Με αυτόν τον τρόπο, όποιος ψηφίζει, όποιος επιλέγει ελεύθερα να επενδύσει στην εξουσία κάποιου άλλου, είναι εξίσου υπεύθυνος με τον κυβερνήτη που θα δώσει τις εντολές να σκοτώσει, να στρατιωτικοποιήσει και να φυλακίσει. Όποιος ψηφίζει αποφασίζει μέσω του εκλογικού δικαιώματος να εκχωρήσει μέρος της αυτονομίας του για να ενισχύσει την αλυσίδα της καταπίεσης και, επομένως, το κράτος. Δεν θα γίνουμε συνένοχοι της όποιας εκάστοτε διοίκησης, δεν το κάναμε αυτό στα τέλη της δεκαετίας του ’80, όταν, όπως και τώρα, η βετεράνος πολιτική εξουσία εγκαθίδρυσε ένα βασίλειο του φόβου για να μην αφήσει στην συγκρουσιακή αντιπολίτευση εκείνης της συγκυρίας -όπως οι ομάδες ένοπλου αγώνα- κανένα περιθώριο να αναπνεύσει, αναπτύσσοντας ένα αστικό εκλογικό σκηνικό που είχε σκοπό να βάλει το τελευταίο καρφί στο φέρετρο οποιασδήποτε επίπλαστης ρήξης με ένα απλό Ναι ή Όχι.

Σε αυτό το σημείο είχαμε ήδη καθορίσει την ανατρεπτική μας θέση, και από τότε, ουσιαστικά τίποτα δεν έχει αλλάξει.

 

Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι, και δεν πρέπει να είναι, σε καμία περίπτωση ο στόχος αυτού του κειμένου, να πείσουμε ή έστω να θεωρητικολογήσουμε για τη συμμετοχή των πολιτών στις εκλογικές διαδικασίες, δεν θα ήταν σωστό να είμαστε απαιτητικοί ή να υπολογίζουμε αυτή την υπάκουη μάζα με τα δικά μας κριτήρια- το σημείο που μας ενδιαφέρει είναι όταν διαβάζουμε για μια μεγάλη ποικιλία χαρακτήρων που αυτοαποκαλούνται «ανταγωνιστικοί φορείς» ή ακόμα και αυτοαποκαλούνται ανατρεπτικοί, επαναστάτες, αντιστασιακοί ή αναρχικοί, κάνουν καλέσματα να συμμετάσχουν στις εκλογές και μάλιστα να ψηφίσουν έναν συγκεκριμένο υποψήφιο.

 

Μερικά από τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν για να δικαιολογήσουν αυτή την πορεία δράσης είναι σε σχέση με την απώλεια των πολιτικών δικαιωμάτων -που πάντα εγγυάται το κράτος-, κυρίως στο πεδίο των «ευάλωτων» μειονοτήτων ή των αντιφρονούντων.

Δεν αγνοούμε την αλλαγή που θα αντιπροσώπευε, τη βαθιά ριζωμένη επικύρωση ενός θεσμικά συντηρητικού λόγου, τη δυναμική που έχει ένα μεγάλο μέρος της αλλοτριωμένης κοινωνίας -η οποία δεν απέχει και τόσο πολύ από το σημερινό πλαίσιο-, αλλά πιστεύουμε ότι οι πραγματικοί αγώνες -όλων των ειδών-, από μια αναρχική, ανατρεπτική ή επαναστατική θέση, δεν πρέπει ποτέ να αναζητούν επικύρωση ή ενσωμάτωση από τους θεσμούς ή την κοινωνία, το να παραδοθούμε, με τις διαφορές και τις ιδιαιτερότητές μας, στη θεσμική «ενσωμάτωση» συνεπάγεται την αραίωση της ανταγωνιστικής ατομικότητάς μας σε έναν χώρο που δεν μας ανήκει, του οποίου ο μόνος σκοπός είναι να διευρύνει το πεδίο της δημοκρατικής συμμετοχής, χωρίς να αμφισβητεί πραγματικά την υποκείμενη δυναμική της. Δεν βλάπτει να επισημάνουμε ότι, παρά τη διακύμανσή τους, είτε επεκτείνουν είτε μειώνουν τα πολιτικά δικαιώματα σε συγκεκριμένες συγκυρίες, δεν μας αρμόζει να περιμένουμε από τους διαχειριστές της καταπίεσης να μας παραχωρήσουν τα εν λόγω «δικαιώματα» -ένας όρος που έχει πλέον αποκηρυχθεί επαρκώς-, θα φτάσουμε στην ελευθερία μας με τα δικά μας μέσα σε πλήρη αυτονομία. Ούτε η θεσμοθέτηση, ούτε καν η κοινωνικοποίηση αποκλινουσών ιδεών ή πολιτικών συνιστούν πραγματική αλλαγή στις ατομικές ή συλλογικές πρακτικές. Οι δυναμικές που περιορίζουν τις ελευθερίες μας πρέπει να καταπολεμηθούν με συγκρούσεις, αλλά κυρίως με μια ολοκληρωμένη ανάπτυξη του ατόμου και μια συνεχή κριτική, όχι μέσω της ψηφοφορίας ούτε μέσω της συμμετοχής των πολιτών.

Παραδόξως, καθίσταται αναγκαίο να αναφερθούμε σε ένα θέμα που φαινόταν να είναι απολύτως διευθετημένο στους χώρους και τα άτομα που ισχυρίζονται ότι επιλέγουν την αντιπαράθεση με την Εξουσία. Δεν έχουμε το δικαίωμα να πούμε ποιος είναι ή δεν είναι ανατρεπτικός, δεν είναι δουλειά μας να το κάνουμε, είναι μόνο η συμβίωση μεταξύ λόγου και πράξης που μπορεί να δώσει μαρτυρία για αυτή την πραγματικότητα, αν από τη μία πλευρά προτείνεται μια ολοκληρωτική ρήξη με το υπάρχον, γίνονται συνεχώς καλέσματα για το τέλος του καπιταλισμού ή κάθε ίχνος εξουσίας, είναι τουλάχιστον θλιβερό το γεγονός ότι προτείνουν να επικυρώσουν αυτές τις πτυχές χρησιμοποιώντας την ψήφο ως πολιτικό «εργαλείο», μια ενέργεια που αποτελεί ένα ανοιχτό χτύπημα στην πλάτη και ενίσχυση της δημοκρατικής θεσμικότητας του κεφαλαίου- παρόλο που αυτή φαινόταν να ταλαντεύεται λίγο περισσότερο από δύο χρόνια πριν.

Νομίζαμε ότι η κατανόηση αυτής της γιγάντιας αβύσσου μεταξύ πράξης και λέξεων ήταν μια βασική αρχή των ατόμων που τοποθετούνται ως «επαναστάτες»- φαίνεται να είναι αλήθεια ότι κάθε μέρα όλο και περισσότερο οι λέξεις χάνουν το νόημά τους και ότι στοιχηματίζοντας στην ριζοσπαστική αισθητική είναι το πρωταρχικό κίνητρο πολλών «κριτικών» ατόμων.

Αν δεν είμαστε ικανοί να αναλάβουμε τη σύγκρουση σε όλες τις μορφές της, θα είμαστε απλώς μέρος αυτής της μάζας που απεχθανόμαστε και μέρος αυτών που, παρά το γεγονός ότι ισχυρίζονται ότι είναι «ξύπνιοι» ή οργανωμένοι, θα είναι πάντα μέρος μιας αγέλης που επευφημεί ηγέτες και μορφές που ασκούν εξουσία, ώστε να μπορούν να παραμείνουν υποταγμένοι, με την άνεση και την ασυνέπεια αυτών που μόνο κηρύττουν την καταστροφή αυτής της άθλιας πραγματικότητας.

Καταστολή, φυλακή και θάνατος, το έχουμε ζήσει με σάρκα και οστά κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, με τις κυβερνήσεις της Concertación και με τη Chile Vamos, και έχουμε τη βεβαιότητα ότι αυτό δεν θα διαφέρει από την κυβέρνηση της Apruebo Dignidad, πολύ περισσότερο με έναν πρόεδρο από το Frente Social Cristiano. Ανεξάρτητα από το ποιος θα κυβερνήσει, οι στόχοι μας δεν αλλάζουν: η καταστροφή του καπιταλισμού, του κράτους, των κατασταλτικών μηχανισμών- το τέλος της ανάγκης να κυβερνάμε και να κυβερνιόμαστε. Δεν μας ενδιαφέρει ένα «μικρότερο κακό» ή ένας «πιο ανθρώπινος» πράσινος καπιταλισμός.

Που ποντάρουμε; Εκεί που ποντάρουμε πάντα, στο αδιάσπαστο πείσμα που μας χαρακτηρίζει: επέκταση και εμβάθυνση της μόνιμης και ασταμάτητης σύγκρουσης, γνωρίζοντας καλά ότι δεν είμαστε ούτε σωτήρες ούτε εκπρόσωποι κανενός ή τίποτα, εκτός από τον εαυτό μας. Η επιλογή μας για αντιπαράθεση γίνεται σε πρώτο πρόσωπο, γιατί καταλαβαίνουμε ότι δίνοντας χτυπήματα αρχίζουμε να απελευθερωνόμαστε και αν και άλλοι επιλέξουν να ακολουθήσουν αυτόν τον δρόμο, άριστα, αλλά αν όχι, αυτό δεν θα είναι λόγος να αποθαρρυνθούμε, πόσο μάλλον να εγκαταλείψουμε τις πεποιθήσεις μας, πέφτοντας και επικυρώνοντας τον θεσμικό δρόμο. Δεν είμαστε διαφωτισμένοι, πολύ περισσότερο δεν είμαστε αυτοί που θα αποφασίσουν τι πρόκειται να συμβεί, αλλά θα γίνουμε κατανοητοί γι’ αυτό που είμαστε, από την πρακτική μας, από το να ενεργούμε πάντα σύμφωνα με τις ιδέες μας, για τον εξεγερσιακό σκοπό και για την αναρχική, ανατρεπτική και εξεγερσιακή συνενοχή που διαδίδει την εξέγερση- το πολεμικό μας μονοπάτι γίνεται έτσι στην απτή δυνατότητα να είμαστε ελεύθεροι.

 

Ανατρεπτικοί, αναρχικοί και mapuche: έξω από τη φυλακή, τώρα!!!

 

Κλιμάκωση της σύγκρουσης, εντατικοποίηση της επίθεσης!

 

Μαχόμενη νεολαία: μόνιμη εξέγερση!

 

Θάνατος στο κράτος, ζήτω η αναρχία!

 

Η πεποίθηση είναι δική μας!

 

Όσο υπάρχει δυστυχία, θα υπάρχει εξέγερση!

 

Mónica Caballero Sepúlveda

-Γυναικεία Φυλακή του San Miguel

 

Pablo Bahamondes Ortiz

-C.D.P. Santiago Uno

 

Francisco Solar Domínguez

Marcelo Villarroel Sepúlveda

Juan Aliste Vega

Joaquín García Chancks

-C.P Rancagua “La Gonzalina”

 

Δεκέμβριος 2021

 

Περιοχή που κυριαρχείται από το Χιλιανό κράτος.

Αζραήλ : Ήρθε η ώρα να ακουστεί ο βρυχηθμός μου – Καταγγελία σεχταρισμού κατα του στεκιού του βιολογικού

“Άνθρωπε, το κεφάλι σου είναι στοιχειωμένο • έχεις λασκαρισμένη βίδα![…]Έχεις μια έμμονη Ιδέα!” – Μαξ Στίρνερ 

  

Πέρασε καιρός που επιθυμούσα να ακουστεί η οργή μου. Μια οργή που περίμενε τη στιγμή της ώστε να είναι έτοιμη να ελευθερωθεί από μέσα μου. Η παρούσα καταγγελία αν δεν ενοχλήσει όλους, θα ενοχλήσει τους περισσότερους αν όχι τότε μερικούς. Και για πολλούς λόγους που δε θα αναλύσω ! 

  

Δραστηριοποιούμαι στον Α/Α χώρο στη Θεσσαλονίκη από τον Σεπτέμβριο του 21 και δε με ευχαριστούσαν πολλά πράγματα και γενικά δε με εκφράζουν. Επειδή, όπως έγραψε ο Renzo Novatore, “Είμαι ατομικιστής επειδή είμαι αναρχικός και είμαι αναρχικός επειδή είμαι μηδενιστής.”  

Παρ ’όλα αυτά, δεν έπεσα στην παγίδα του δογματισμού, δε σταμάτησα τη δραστηριότητα μου επειδή οι περισσότερες συλλογικότητες και καταλήψεις δεν εκπροσωπούν τη μαύρη αναρχία, την ατόφια άρνηση, την άμεση δράση  και τον αφορμαλισμό. Όποτε και όπου μπορούσα έδειχνα έμπρακτα την αλληλεγγύη μου, από συμμετοχή σε αφισοκολλήσεις μέχρι και πορείες, και μόνο από προσωπική επιθυμία γιατί βαρέθηκα την απόλυτη απομόνωση στην Αθήνα. 

 

Όμως κάποιοι δεν το εκτιμούν και χειρότερα, στρέφονται εναντίον μου. 

 

Από την αρχή που ανακοινώθηκαν τα σχέδια κατεδάφισης του στεκιού του βιολογικού, θέλησα να δείξω την αλληλεγγύη μου και τη στήριξη σε αυτή την κατάσταση που βρίσκεται η κατάληψη. Γνώριζα πολύ καλά τι είχε συμβεί 9 χρόνια πριν, αλλά δεν ήταν εμπόδιο στη συγκεκριμένη πράξη μου, διότι δεν ήμουν συμμέτοχος στον “εμφύλιο” καθώς δεν πήρα και δε θα πάρω ποτέ θέση σε αυτά τα παρελθοντικά γεγονότα, διότι δε θα αλλάξει και τίποτα καθώς θα ήταν ηλίθιο από πλευράς μου να διατηρώ βεντέτες. Πάντα κοιτάω το τώρα, το παρελθόν το μελετάω μόνο όταν υπάρχει κάτι χρήσιμο για το σήμερα! 

 

Ανακοινώνεται η πρώτη ανοιχτή συνέλευση στήριξης του βιολογικού που πραγματοποιήθηκε στη ΣΘΕ. Συνοπτικά, πριν ξεκινήσει η συνέλευση, μου ζητήθηκε από άτομο (το οποίο δε γνωρίζω αν είναι από το βιολογικό ή από κάποια άλλη συλλογικότητα που στεγάζονται στο στέκι) να αποχωρήσω διότι δεν είμαι αποδεκτός, επειδή είμαι στο αναρχικό στέκι του ναδίρ.Εγώ σεβάστηκα αυτό το αίτημα, διότι δεν είχα όρεξη για καυγάδες και λογομαχίες. Αποχώρησα από τη ΣΘΕ και έπειτα συντρόφια (που δεν έχουν σχέση με το ναδίρ) αποχώρησαν μερικά λεπτά λόγω δυσαρέσκειας με αυτό αίτημα. 

 

Κάποιες φορές φανταζόμουν πως θα ήταν πιο ευχάριστο εκείνη τη μέρα να έλεγα το “αίτημά τους” σε όλα τα άτομα που ήρθαν και να εκφράσω την κριτική μου ενάντια σε αυτή την ηλιθιότητα που αποκαλώ βεντέτα, που διατηρείται από νέα άτομα ηλικιακά , μόνο και μόνο να έχουν κάτι να δηλώσουν, να δηλώσουν μια κόντρα που δε ζήσαμε και ελπίζω ποτέ να μην ξανά συμβεί. Αλλά από ότι φαίνεται , σήμερα την εκφράζω αυτή την πολεμική με μορφή κείμενου, αφού το παρατράβηξαν το θέμα. 

 

Μετά από ένα χρονικό διάστημα, στα μέσα του Δεκέμβρη, πραγματοποιείται η τριήμερη εκδήλωση του βιολογικού και η πορεία υπεράσπισης του. Την τρίτη μέρα της εκδήλωσής πραγματοποιείται εκδήλωση για το προσφυγικό ζήτημα.Ο σύντροφος μου, ο οποίος είναι μέλος του στεκιού Utopia AD, επιθυμούσε να την παρακολουθήσει, επειδή ασχολείται με αυτό το ζήτημα.Τον είχα ενημερώσει για το προηγούμενο συμβάν όμως δεν ήθελα να χαλάσω την επιθυμία του, διότι ήρθε για λίγες μέρες να επισκεφτεί τη Θεσσαλονίκη.Καθώς μπήκαμε στο στέκι του βιολογικού, εγώ πήγα στους πάγκους με τα βιβλία και βρήκα 2 συγκεκριμένα που είχαν εξαντληθεί και δεν τα έβρισκα σε ηλεκτρονική μορφή .Εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχε κάποιο άτομο στο πάγκο να μου πει τις τιμές ,ώστε να πληρώσω και να φύγω γρήγορα.Βρήκα ένα γνωστό άτομο του στεκιού που γνωριζόμαστε αυτούς τους μήνες και τον ρώτησα για τις τιμές των βιβλίων και απομακρύνθηκε(λες και είχα λέπρα) λέγοντάς μου πως τον φέρνω σε δύσκολη θέση.Ξαφνιάστηκα που μου το είπε και έπειτα μου ζήτησε να βγούμε έξω από το βιολογικό να συζητήσουμε.Άρχιζε να μου λέει τα ίδια πράγματα που ακούω συνέχεια από κάθε άτομο που έχει εχθρική στάση απέναντι στο ναδίρ. Εγώ φυσικά δεν κάθισα να αναλύσω το τι έγινε πριν 9 χρόνια διότι όπως ξαναλέω , δεν τον έζησα καθώς θεωρώ σφάλμα τα όσα έγιναν με μεγαλύτερο ηττημένο το ναδίρ και ειδικά τον σύντροφο Σπύρο Μάνδυλα όπου οι δυο πλευρές εκείνο τον καιρό στράφηκαν εναντίων του.Εξήγησα πως θεωρώ ηλιθιότητα τον δογματισμο-σεχταρισμο που διατηρούν τα νέα άτομα ,διότι όχι μόνο είναι ηλίθιο αλλά και δεν υπάρχει λόγος να ανακυκλώνεται αυτός ο μίσος για γεγονότα που δεν έζησαν(πιστεύω οι μεγαλύτεροι λένε στους νέους για τον εμφύλιο έτσι όπως τους συμφέρει,δηλαδη χωρίς να αναφέρουν τα σφάλματα τους όπως τον ξυλοδαρμό σκυλιών και απαγωγή κοπέλας κατά του ναδίρ στον καιρό του “εμφυλίου”. Αλλά δε θέλω να γράψω την ιστορία του “εμφυλίου” ,ούτε να αποκαλύψω αλήθειες ,ούτε να δικαιολογήσω μια από τις δυο πλευρές για αυτά τα γεγονότα.).Καθώς ξαναμπαίνω στο βιολογικό, περίμενα για αρκετό χρονικό διάστημα ένα άτομο να μου πει τις τιμές των βιβλίων.Ύστερα έρχεται ένα άτομο προς τα εμένα , που πιθανόν να είναι του στεκιού.Μέσα μου ένιωσα αυτό το “επιτέλους” αλλά όχι προφανώς δεν ήρθε να μου κάνει τη ζωή εύκολη, αλλά χειρότερη!Μου ζήτησε να αποχωρήσω από το στέκι για τους “γνωστούς λόγους” και για τα όσα είπα πριν στο προηγούμενο άτομο. Εγώ απάντησα πως απλά θέλω αυτά τα δυο βιβλία και θα αποχωρήσω με το καλό.Φεύγει και μετά από 10 λεπτά ξαναέρχεται λέγοντάς μου πως δε θα επαναλαμβάνει τι είπε και η παρουσία μου είναι άβολη. Εγώ λιτά και φωναχτά ζήτησα ένα άτομο να πάρω επιτέλους τα βιβλία να φύγω μια και καλή .Μετά από όλη την παράνοια που έζησα εκείνο το απόγευμα ,τα πήρα τα βιβλία και έφυγα και ο σύντροφος που ήταν μάρτυρας,εφυγε επίσης λόγω δυσαρέσκειας ενώ του είπα πως δε χρειάζεται να χάσει την εκδήλωση για χάρη μου αλλά μου είπε πως η αίτια δεν είμαι εγώ αλλά ο σεχταρισμος τους.

 

Έχει χάρη που ήταν από τη μαύρη διεθνή τα βιβλία και δεν τα απαλλοτρίωσα ,επειδή δεν τα πήρα από βιβλιοπωλείο(όπως γράφουν στην εισαγωγή) αλλά απο πάγκο σε έναν πολίτικο χώρο.Δεν είδα στις αφίσες σας,στο kinimatorama να γράφετε “ΑΠΑΓΟΡΕΥΟΝΤΑΙ ΟΙ ΝΑΔΙΡΑΙΟΙ” , αλλά θα ήσασταν περισσότερο ξεφτίλες αν το κάνατε.Ο σεχταρισμος/δογματισμός είναι δηλητήρια και σκοτώνουν την ατομική κρίση .Ο δογματισμός/σεχταρισμος είναι καθαρά αρνητικά στοιχεία για κάθε αναρχικό άτομο και πολεμά εναντίων τους για χάρη του ελεύθερου πνεύματος,καθώς είναι μέσα χειραγώγησης της μάζας και οι νέοι δεν ξέρουν πως χειραγωγούνται από τους παλιούς και δε δείχνουν αντίσταση εκείνη τη στιγμή ,στο εδώ και τώρα,παρτε παράδειγμα στα σχολεία στο μάθημα ιστορίας όπου δημιουργούν κατάλοιπα εθνικισμού ή γενικά οι θρησκείες που περιορίζουν τη δύναμη του ατόμου. Η αναρχία δεν είναι μια πολίτικη θεωρία ή ιδεολογία αλλά μια κατάσταση δίχως εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους.Με τέτοιες συμπεριφορές είναι αδύνατον να υπάρξει αναρχία.Δε διατηρώ κανένα μισός απέναντι σας διότι όταν μισείς κάτι, σημαίνει πως σε έχει κατακτήσει, και εσείς τίποτα εν τέλη δε μου περιορίζετε και δεν αξίζει να σπαταλήσω την ψυχολογία μου για χάρη σας.Δεν είστε πχ το κράτος που θέτει όρια και εγώ διατηρώ μίσος απέναντί του.Έδειξα την υποστήριξη μου με τις πράξεις μου αλλά η συμπεριφορά σας ύψωσε φραγμό στην αλληλεγγύη μου. Ας κάνετε οτιδήποτε θέλετε λοιπόν!Ευλογημένη να είναι η φλόγα που να κάψει τον σεχταρισμό σας. Μείνετε εκεί πίσω στο 2012 ενώ εγώ θα κοιτάω μπροστά να αγωνίζομαι ενάντια στον leviathan με οποιοδήποτε μέσο, για όσο η δύναμη μου το επιτρέπει ,και για όσο καιρό ο ήλιος θα συνεχίσει να ανατέλλει . 

 

Εγώ, ένας εικονοκλάστης 

Όπου εισάγει το χάος στις φλέβες του 

Με τη ζωή αποδεκτή 

Και με τον πόνο αναστημένο 

 

 

Λύσσα και Συνείδηση,  

Αζραήλ 

  

 

ΥΓ : Τα άτομα τα οποία προσποιούνται πως με συμπαθούν και θέλουν το καλό μου λέγοντας μου πως έκανα σφάλμα τη μέρα που πάτησα στο ναδίρ, καλύτερα να είστε μακριά μου γιατί βρωμάτε υποκρισία. 

 

 

 

Enzo Martucci: Ύμνος στο Χάος

Ο ελευθεριακός κομμουνισμός, ιδιαίτερα στις χώρες της Λατινικής Αμερικής, είναι επίσης γνωστός και με το όνομα «αναρχικός κομμουνισμός». Δεν είναι. Απεναντίας, οι δύο λέξεις αντιφάσκουν.

Ο κομμουνισμός σηματοδοτεί μια κοινωνική κατάσταση, στην οποία τα μέσα παραγωγής και όλα τα υλικά αγαθά ανήκουν στη μάζα των ανθρώπων, που ταυτίζονται με το σύνολο ή την πλειοψηφία της κοινωνίας. Όλοι έχουν τα αγαθά τους, που διατίθενται σύμφωνα με τον τρόπο, που αποφασίζεται από αυτούς που κυβερνούν και το νόμο των οποίων όλοι πρέπει να υπακούουν.

Η αναρχία σημαίνει την απουσία κυβέρνησης: δηλαδή, μια κατάσταση πραγμάτων, στην οποία το άτομο δεν είναι υποχρεωμένο στην υπακοή κανενός, ζει όπως θέλει και περιορίζεται μόνο από την έκταση της δύναμής του. Χρησιμοποιεί ηθικά και υλικά αγαθά με τον συγκεκριμένο τρόπο που προτιμά, χωρίς να χρειάζεται να πάρει την έγκριση από τους συνανθρώπους του.

Μια υπόθεση λέει ότι η καθολική πραγμάτωση της αναρχίας θα επέστρεφε τον άνθρωπο στη φύση. Θα δημιουργούσε μια ισορροπία, ωστόσο ασταθή, μεταξύ των ατόμων, που – παρακινημένα από την ελεύθερη ζωή, την ανάγκη να επιβιώσουν και ενισχυμένα απ’ τον αγώνα – θα ήταν σε θέση να περιέχουν ο ένας τον άλλον και να ζουν χωρίς κυβέρνηση.

Ο κομμουνισμός, από την άλλη, ακόμη κι αν δεν είναι εξουσιαστικός και Μαρξιστικός, αλλά ελευθεριακός και όπως του Κροπότκιν, θα ήταν μια κοινωνία, στην οποία η νομοθετική και η εκτελεστική εξουσία ασκείται είτε από τις ακέφαλες μαζικές συνελεύσεις (λαϊκισμός), είτε από τους αντιπροσώπους, που εκλέγονται από τις μάζες (δημοκρατία). Και οι δύο θα σήμαιναν ότι το άτομο κυριαρχείται από τους πολλούς. Και αυτό θα ήταν μια κυβέρνηση χειρότερη από οποιαδήποτε άλλη, είτε από έναν είτε από λίγους, γιατί η μάζα είναι ηλίθια, θηριώδης, τυραννική και χειρότερη κι από το ευτελέστερο άτομο.

Πώς θα μπορούσε ο ελευθεριακός κομμουνισμός να επιτευχθεί; Θα μπορούσε μέσω του απόλυτου κομφορμισμού στη βιομηχανική κοινωνία, που ο άνθρωπος έχει ήδη κατορθώσει. Αυτό θα περιόριζε όλους σε μια μηχανιστική ισότητα, όπου νιώθουν, σκέφτονται και ενεργούν πανομοιότυπα – κάνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τον έλεγχο και την καταστολή από το Κράτος περιττή. Έπειτα, θα υπήρχε μια τυποποιημένη αναρχία.

Ή θα μπορούσε να γίνει μέσω μιας νέας οργάνωσης: άτομα ενωμένα από κατηγορίες σε ομοσπονδίες, οι ομοσπονδίες σε κοινότητες, οι κοινότητες σε περιφέρειες, οι περιφέρειες σε εθνότητες, οι εθνότητες στη Διεθνή. Επικεφαλής καθενός μια ντιρεκτίβα ενδεδυμένη με το κύρος και τη δύναμη, ώστε να γίνεται σεβαστή από οποιοδήποτε άτομο αποκλίνει από την απόφαση της πλειοψηφίας. Ως εκ τούτου, ένα Κράτος, που δε θα λεγόταν Κράτος, αλλά θα ήταν, παρ’ όλα αυτά, ένα πλήρες ιεραρχίας, νόμων και αστυνομίας.

Και, επίσης, με φυλακές. Ο Μαλατέστα έγραψε στο δοκίμιό του «Αναρχία» ότι φυλακές-νοσοκομεία θα υπήρχαν, στα οποία οι παραβάτες θα θεωρούνται παράφρονες, «θα περιορίζονται και θα θεραπεύονται».

Θυμάμαι ότι σε μια πολεμική, που είχα μαζί του στην Umanita Nova το 1922, έγραψε: «Ο Martucci, στο όνομα των ιερών δικαιωμάτων του ατόμου, δε δέχεται ότι εξακολουθεί να υπάρχει το ενδεχόμενο βλάβης ένος άγριου δολοφόνου ή ένος βιαστή παιδιών.»

Απάντησα ότι ο δολοφόνος και ο βιαστής θα μπορούσαν να αφεθούν ελεύθεροι σε μια απομακρυσμένη περιοχή ή σε ένα ακατοίκητο νησί, αλλά όχι να υποφέρουν σε φυλάκιση, που θα ήταν αντι-αναρχική. Στο βιβλίο μου «Το Λάβαρο του Αντίχριστου» έγραψα:

Το πρόσχημα της θεραπείας, της διόρθωσης ή του σωφρονισμού είναι εξαιρετικά απεχθές, διότι αναγκάζει ένα άτομο, που θέλει να παραμείνει όπως είναι, να γίνει αυτό που δεν είναι και δε θέλει να είναι.

Πάρτε έναν τύπο σαν την Clara του Octave Mirbeau, πείτε της πως πρέπει να υποβληθεί σε θεραπεία για να καταστρέψει τις διεστραμμένες και ανώμαλες τάσεις της, οι οποίες είναι κίνδυνος για εκείνη και για τους άλλους. Η Clara θα σας απαντούσε πως δε θέλει να θεραπευτεί, πως θέλει να μείνει όπως είναι, ρισκάροντας κάθε κίνδυνο, γιατί η ικανοποίηση των ερωτικών της επιθυμιών, ερεθισμένη από τη μυρωδιά του αίματος και το θέαμα σκληρότητας, της δίνει μια τόσο έντονη ικανοποίηση, ένα τόσο δυνατό συναίσθημα, που θα ήταν αδύνατο, εάν μεταμορφωνόταν σε μια κανονική γυναίκα και περιοριζόταν στους συνηθισμένους και άνοστους πόθους.

Ούτε τα κανονικά άτομα είναι κατά βάση καλά, όπως θέλουν να πιστεύουν οι ελευθεριακοί κομμουνιστές. Ο άνθρωπος από τη φύση του είναι ένα συνονθύλευμα διαφορετικών ενστίκτων και αντιτιθέμενων τάσεων, τόσο καλών όσο και κακών και έτσι θα παραμείνει σε κάθε είδους περιβάλλον ή κοινωνία.

Ο ελευθεριακός κομμουνισμός δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα σύστημα φεντεραλισμού και όπως όλα τα κοινωνικά συστήματα, θα καταπίεζε το άτομο με ηθικούς και νομικούς περιορισμούς. Μόνο η επιπολαιότητα ενός Προυντόν θα μπορούσε να δώσει σε ένα τέτοιο σύστημα το όνομα της «αναρχίας», η οποία, αντιθέτως, σημαίνει την άρνηση κάθε κυριαρχίας από ιδέες ή από ανθρώπους.

Οι αναρχικοί αντιτάσσονται στην εξουσία, τόσο από κάτω όσο και από πάνω. Δεν απαιτούν εξουσία για τις μάζες, αλλά επιδιώκουν να καταστρέψουν κάθε εξουσία και να αποσυνθέσoυν αυτές τις μάζες σε άτομα, που θα είναι κύριοι της ζωής τους. Επομένως, οι αναρχικοί είναι οι πιο καθοριστικοί εχθροί παντός τύπου κομμουνισμού και εκείνοι, που ομολογούν ότι είναι κομμουνιστές ή σοσιαλιστές, δε μπορεί να είναι αναρχικοί.

Η αναρχία είναι η συνάθροιση αναρίθμητων και ποικίλων μορφών ζωής, που βιώνονται στη μοναξιά ή στην ελεύθερη ένωση. Είναι το σύνολο των εμπειριών μεμονωμένων αναρχικών, που προσπαθούν να βρουν νέους τρόπους μη- αγελαίας διαβίωσης. Είναι η ταυτόχρονη και πολύχρωμη παρουσία κάθε διαφορετικού τρόπου πραγμάτωσης, που χρησιμοποιείται από ελεύθερα άτομα, ικανά να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους. Είναι η αυθόρμητη ανάπτυξη των φυσικών όντων.

Σε αυτήν θα διαπιστώσει κανείς ότι τα πάντα είναι ισοδυναμία και ισορροπία: η σύγκρουση και η συμφωνία, το κτήνος και η ιδιοφυΐα, το μοναχικό και το ετερόκλητo – όλα θα έχουν την ίδια αξία. Θα μπορεί κανείς να ορίσει τα αντίθετα με την ίδια λέξη: «εμβριθής» μπορεί να είναι η κορυφή και ο πυθμένας, το ύψος ή το βάθος.

Στην ουσία, η αναρχία θα σήμαινε τη νίκη του πολυμορφισμού, ο οποίος είναι αντίθετος με το μονισμό όλων των κοινωνικών συστημάτων, συμπεριλαμβανομένου του ελευθεριακού κομμουνισμού.

Κάποιοι υποστηρίζουν ότι ελλείψη διακυβέρνησης και νόμων θα είχαμε να αποτελειώσουμε το θρίαμβο του bellum omnium contra omnos: τον πόλεμο όλων εναντίον όλων. Κάνουν λάθος.

Σε έναν ελεύθερο κόσμο, πάντα θα υπάρχει αγώνας, ο οποίος είναι άφθαρτος, διότι είναι φυσικός. Αλλά, θα ήταν ένας αγώνας μεταξύ των περίπου ίσων δυνάμεων των ανθρώπων, ενισχύμενος από το νατουραλισμό.

Κατά τη διάρκεια μιας μακράς πολεμικής, που είχε μαζί μου μεταξύ 1948 και 1950, ο Mario Mariani προσπάθησε να αποδείξει ότι σε μια κατάσταση αναρχίας, ο πόλεμος μεταξύ των ανθρώπων θα αυξηθεί: «Αν σήμερα ένας άνθρωπος δε φοβάται να επιτεθεί στο συνάνθρωπό του και τον αστυνομικό, που στέκεται πίσω του, δε θα έχει σίγουρα κανένα φόβο, αν εξαλείψω τον αστυνομικό. Αλγεβρικά μιλώντας, αν ο Α δε φοβάται τον Β παρά τον Γ, θα φοβάται ακόμη λιγότερο, αν ο Β είναι μόνος.»

Η απάντησή μου ήταν: Σήμερα ο Α δε φοβάται τον Β παρά τον Γ γιατί ξέρει ότι και οι δύο στερούνται αποφάσεως και ισχύος. Ο Β τις εκχωρεί επειδή βασίζεται στον Γ για την υπεράσπισή του. Και ο Γ τον προστατεύει, όχι επειδή έχει κάποιο ζωηρό συναίσθημα ή έντονο ενδιαφέρον, αλλά μόνο επειδή αφορά την εμπορική του συναλλαγή. Ως εκ τούτου, ο ίδιος δεν εμπνέει και πολύ φόβο. Εκατοντάδες αστυνομικών στο Παρίσι απέτυχαν να συλλάβουν τον Jules Bonnot, τον ιλεγκαλιστή, ζωντανό και έπρεπε να ξεκινήσουν μια επίθεση στο σπίτι του, προκειμένου να τον σκοτώσουν. Είναι αλήθεια ότι πίσω από αυτήν την προστασία, υπάρχει η μηχανή της κοινωνικής καταστολής με τρομερά μέσα στη διάθεσή της, αλλά ο παραβάτης του σήμερα υποτιμά τη συλλογική οργάνωση και ελπίζει πάντα να της ξεφύγει ή να αποφύγει τον εντοπισμό.

Ξανά, αν ο A βρει τον Β αποφασισμένο όπως ο ίδιος, τότε οι δυνάμεις τους θα είναι ισοδύναμες. Η περίπτωση είναι σαφής και δεν αφήνει περιθώρια ψευδαίσθησης. Τη στιγμή εκείνη, η διένεξη μεταξύ τους θα επιλυθεί.

Η αναρχία, λοιπόν, δεν είναι ούτε συνεχής πόλεμος, που θα βάρυνε τον καθένα, ούτε κοινωνική αρμονία, που θα τους αποδυνάμωνε όλους, αν ήταν δυνατόν (πράγμα το οποίο δεν είναι, λόγω της ποικιλομορφίας των επιμέρους τύπων και των αντικρουόμενων αναγκών και φιλοδοξιών τους).

Αν η ιστορία δεν είναι μια απέραντη διεργασία, όπως πιστεύω ακράδαντα, τότε, όταν εξαντλήσει τον κύκλο της, θα εξαφανιστεί ανοίγοντας τον δρόμο για την αναρχία.

Αν, από την άλλη, η ιστορία διαρκεί, τότε ο αναρχισμός παραμένει – δηλαδή, η αιώνια εξέγερση του ατόμου εναντίον μιας ασφυκτικής κοινωνίας. Αποδεικνύοντας έτσι την αθανασία της εν λόγω “τάσης προς το χάος”, που ο δικηγόρος d’Anto βρίσκει τόσο αξιοθρήνητη, αλλά για μένα είναι αξιέπαινη.

Μεταξύ της ένωσης και της οργάνωσης, υπάρχει η ίδια διαφορά, όπως μεταξύ μιας ελεύθερης ένωσης και του γάμου. Την πρώτη μπορώ να τη διαλύσω όταν θέλω, το δεύτερο δε μπορώ να το διαλύσω ή μπορώ να το διαλύσω μόνο υπό όρους και με ορισμένες άδειες.

Δεν είναι με την οργάνωση σε κόμματα και συνδικάτα, που αγωνίζεται κανείς για την αναρχία, ούτε με τη μαζική δράση, η οποία, όπως έχει αποδειχθεί, ανατρέπει έναν στρατώνα μόνο για να δημιουργήσει έναν άλλο. Είναι από την εξέγερση, που κάνουν τα άτομα μόνα τους ή σε μικρές ομάδες, που αντιτίθενται στην κοινωνία, που παρακωλύεται η λειτουργία της και προκαλείται η διάλυσή της.

Αυτό το άρθρο πρωτοεμφανίστηκε στο Minus One: An Individualist Anarchist Review, #26

———

Μετάφραση: Inter Arma

Πηγή

Armando Diluvi : Ο Αναρχισμός μου

Πριν από λίγο καιρό, σε ένα τεύχος της Umanitá Nova, υπήρχε μια συζήτηση μεταξύ των συντρόφων Enzo Martucci και Malatesta. Το θέμα τους ήταν ο ατομικισμός. Αυτός που γράφει αυτό το κείμενο αντιλαμβάνεται τον αναρχισμό από μια ατομικιστική οπτική γωνία και γι’ αυτό παρεμβαίνει.

 

* * *

Και θα δηλώσω αμέσως ότι δε συμφωνώ καν με τον Martucci. Για παράδειγμα, όταν υποστηρίζει ότι: “αν υπάρχουν άτομα που πρέπει να συνεργαστούν με άλλους για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους, υπάρχουν επίσης ισχυρά άτομα που είναι επαρκή από μόνα τους για τη διατήρηση και την ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους”. Αυτό, επαναλαμβάνω, δεν το πιστεύω. Νομίζω ότι, λόγω χαρακτήρα και ιδιοσυγκρασίας, είμαι ένας από εκείνους που προσπαθούν να είναι όσο το δυνατόν πιο επαρκείς στον εαυτό τους. Αλλά δεν είμαι σε θέση να το κάνω αυτό. Οι υλικές ανάγκες της ζωής είναι τόσο πολλές που εξακολουθώ να έχω ανάγκη από άλλους για κάποια πράγματα.

Και οι πνευματικές ανάγκες; Η διανοητική ικανοποίηση και διασκέδαση; Αν, για παράδειγμα, θα ήθελα να κάνω έρωτα με μία ή περισσότερες γυναίκες; Αν θέλω να πάω στο θέατρο; Αν θέλω να ταξιδέψω με αεροπλάνο; Και έπειτα, όταν θα μπορούσα να κάνω οποιοδήποτε από αυτά τα πράγματα, τι γίνεται αν δεν θέλω να το κάνω μόνος μου; Τι έχει απομείνει από το ικανοποιημένο εγώ μου;

Για μένα, η λογική του Εγώ μου είναι αυτή που το διατηρεί από την ανησυχία για τους άλλους. Οι στρατιώτες και οι στρατηγοί υποτίθεται ότι δεν υπάρχουν για μένα, η επαφή δεν μετράει για μένα, υπηρετώ τον εαυτό μου με αυτούς εδώ, ακόμη και όταν αντί αυτού υλικά τους υπηρετώ. Αυτό συμβαίνει είτε επειδή η αντίληψή μου για τη δουλεία είναι τόσο χαμηλή και χυδαία είτε επειδή το ένστικτό μου για επανάσταση δεν έχει τη δύναμη εκείνων που απεχθάνομαι και που με υποδουλώνουν.

Ωστόσο, δεν μπορώ να διανοηθώ την πραγματοποίηση ενός αναρχικού κομμουνισμού, όπως τον επιθυμεί ο Malatesta. Αν αυτό το πράγμα παραμένει μια επιθυμία και φιλοδοξία που το κάνουν όλοι οι υπόλοιποι ενώ εγώ εξακολουθώ να το κάνω… αυτό είναι μια χαρά. Και εδώ ίσως συμφωνούμε, εγώ – ο ατομικιστής… τουλάχιστον, νομίζω – και ο κομμουνιστής Malatesta. Αλλά γιατί ο Malatesta παραπονέθηκε σε ένα άρθρο του πριν από λίγο καιρό ότι οι αναρχικοί «δεν είναι αρκετά οργανωμένοι»; Έπειτα, πώς έφτασε να γράψει σε αυτή τη συζήτηση: «Λέμε, και το λέμε με αμφιβολίες, ότι, κατά τη γνώμη μας, ένας κομμουνιστικός τρόπος ζωής θα ανταποκρινόταν καλύτερα στις ανάγκες των ατομικιστών, αλλά ποτέ δεν ονειρευτήκαμε να επιβάλουμε τις ιδέες μας σε άλλους και μάλιστα σε έναν ακόμη λιγότερο συγκεκριμένο τρόπο ζωής»; Αλλά η οργάνωση που απαιτείτε να κάνετε; Για την πτώση των τωρινών και των ερχόμενων κυβερνήσεων και την πραγματοποίηση της απαλλοτρίωσης; Αυτό είναι λογικό. Αλλά ο κομμουνισμός θα μπορούσε να προκύψει μόνο μέσω της «ελεύθερης αφοσίωσης των ανθρώπων».

Ρωτώ, αγαπητέ Μαλατέστα, αν θα μπορούσα να θεωρήσω την αναρχική κομμουνιστική μορφή της κοινωνίας ως την καλύτερη… γιατί θα ήταν μια κοινωνία αγγέλων σε αντίθεση με τη σημερινή κοινωνία των δαιμόνων, αλλά δεν ξέρω αν θα με ικανοποιούσε και δεν ξέρω αν θα ήταν πρακτική. Είναι αλήθεια, χτυπάμε πάλι ένα καρφί που μπορεί να είναι σκουριασμένο; Και αν θέλω να ζήσω χωρίς να παράγω τίποτα για σας; Και τι γίνεται αν, από ένστικτο, δεν θέλω ιδιαίτερα να ζήσουμε μαζί σε μια τέτοια κοινωνία; Είναι αλήθεια, θα μπορούσαν να με ρωτήσουν: «και τι κάνεις τώρα;» Αν κάνω τον εαυτό μου δυνατό, θα επαναστατήσω, και η κοινωνία θα με χτυπήσει με… τον νόμο. Αλλά με τι θα με χτυπήσει η κομμουνιστική κοινωνία;

* * *

Γνωρίζω όμως ότι έχω μιλήσει για τον αναρχισμό άλλων, και για τον δικό μου; Αντιλαμβάνομαι τον αναρχισμό από την πλευρά της καταστροφής. Η αριστοκρατική του λογική έγκειται σε αυτό. Καταστροφή! Εδώ είναι η πραγματική ομορφιά του αναρχισμού. Θέλω να καταστρέψω ό,τι με υποδουλώνει, με αποδυναμώνει και καταπιέζει τις επιθυμίες μου και θα ήθελα να πατήσω πάνω στα πτώματα που αφήνω. Όταν οι τύψεις, οι ενδοιασμοί, η συνείδηση υπάρχουν μέσα μου και με κάνουν τον μη-χριστιανό σκλάβο τους, το εικονοκλαστικό μου πνεύμα τα καταστρέφει. Και όταν δεν τα αισθάνομαι, βλέπει κανείς ότι δεν υπάρχουν μέσα μου. Ναι, η εικονοκλαστική άρνηση είναι η πιο πρακτική.

 

Και όταν αύριο θα υλοποιήσετε την κομμουνιστική σας κοινωνία, θα είμαι ικανοποιημένος να συλλογίζομαι τον ομφαλό μου; Επιπλέον, δεν προσφέρω μια καλύτερη φιλοδοξία, όπου θα έρθετε όλοι μαζί μας, ω σημερινές προφητείες της αυριανής κομμουνιστικής κοινωνίας.

 

Οι μάζες; Αλλά τότε, δε θα μπορέσουν ποτέ να συλλάβουν το άτομο!

 

Στην πραγματικότητα, ο μοναδικός είναι αυτός που δημιουργεί τα μεγάλα μυστικά που δεν έχουν καν συλληφθεί από αυτούς που τα απολαμβάνουν και τα εκμεταλλεύονται, η μοναδική θέληση του ατόμου είναι αυτή που επιταχύνει την πρόοδο, το άτομο είναι αυτό που αναδύεται και επικρατεί, η μεγάλη μάζα είναι η μετριότητα, τα σκουπίδια, η τροφή για τις αδηφάγες επιθυμίες των κυβερνητών και των πολιτικών. Ο μοναχικός μηδενιστής είναι αυτός που κατεδαφίζει όλους τους ισχυρούς, ο εικονοκλάστης είναι αυτός που καταστρέφει με την άρνησή του όλες τις παράλογες πεποιθήσεις. Δεν μπορεί να υπάρξει τίποτα πραγματικά ελεύθερο στην ανοικοδόμηση. Και αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ό,τι δεν είναι ελεύθερο και καταστροφικό δεν είναι αναρχικό. Η καταστροφική φιλοσοφία του Στίρνερ είναι αναμφισβήτητα πιο πραγματική από την αναδόμηση του Κροπότκιν, όσο μαθηματική κι αν είναι.

1. H Umanita Nova είναι αναρχική εφημερίδα, που ξεκίνησε την κυκλοφορία της το 1920 και φιλοξενούσε υλικό διαφόρων τάσεων του αναρχισμού και της Αναρχίας καθώς και μεταξύ τους αντιπαραθέσεις, όπως αυτήν που αναφέρει ο συγγραφέας. Περνώντας από πολλές περιπέτειες, όπως έλλειψη πόρων, κρατική παρενόχληση, φασιστικές επιθέσεις και ευθεία καταστολή, συνεχίζει να υπάρχει ακόμα και σήμερα ως όργανο πλέον της Ιταλικής Αναρχικής Ομοσπονδίας.

2. Το παρόν κείμενο δημοσιεύτηκε στις 15 Αυγούστου του 1922, στο 3ο τεύχος της αναρχικής έκδοσης Proletario.

Πηγή: Έρεβος

Wolfi Landstreicher: Για μια μη-πρωτογονιστική αντι-πολιτισμική κριτική

Κριτική, όχι πρόγραμμα!

 

Για μια μη-πρωτογονιστική αντι-πολιτισμική κριτική

Σημείωση: Το κείμενο που ακολουθεί παρουσιάστηκε από τον Wolfi Landstreicher (γνωστότερο με το ψευδώνυμο Feral Faun), στην Αντιπολιτισμική Συνάντηση της Βαρκελώνης, του 2007, σαν εισαγωγικό κείμενο για μια συζήτηση που έλαβε χώρα κατά τη συνάντηση.

Έτσι ο αναρχικός ατομικιστής όπως τον εννοώ εγώ, δεν έχει να περιμένει τίποτα […] Είμαι ήδη ένας αναρχικός και δεν μπορώ να περιμένω για μια μαζική επανάσταση προκειμένου να εξεγερθώ ο ίδιος, ούτε να μου εξασφαλίσει ο κομμουνισμός την ελευθερία μου. – Renzo Novatore

Αντιλαμβάνομαι τον αναρχισμό με την έννοια της καταστροφής. Σε αυτόν τον τομέα επεκτείνεται η αριστοκρατική λογική του: στην καταστροφή! Ιδού η αληθινή ομορφιά της αναρχίας. Θέλω να καταστρέψω όλα αυτά που με υποδουλώνουν, με κρατούν δέσμιο και καταπιέζουν τις επιθυμίες μου, θέλω να τα αφήσω όλα πίσω μου, σαν κουφάρια. Οι τύψεις, η αναποφασιστικότητα, η ευσυνειδησία, είναι πράγματα που το εικονοκλαστικό μου πνεύμα έχει διαλύσει […] Ναι λοιπόν, η εικονοκλαστική άρνηση είναι πιο πρακτική. – Armando Diluvi

Πρώτα απ’ όλα, δεν υπάρχει τίποτα αόριστα πρωτογονιστικό όταν μιλάμε για μια κριτική στον πολιτισμό, ιδιαίτερα όταν αυτή η κριτική είναι ορισμένη και από επαναστατική οπτική. Ανάλογες κριτικές υπάρχουν όσο υπάρχει και ένα συνειδητοποιημένο αναρχικό κίνημα, και δεν υπήρξαν πάντοτε συνδεδεμένες με μια κριτική στην τεχνολογία ή και την πρόοδο. (Ο Dejacques πίστευε πως κάποια τεχνολογική ανάπτυξη θα επέτρεπε στους ανθρώπους να ξεπεράσουν τον πολιτισμό, ενώ από την άλλη, ο Enrico Arrigoni ή αλλιώς Frank Brand έβλεπε τόσο τον πολιτισμό όσο και την βιομηχανική τεχνολογία σαν εμπόδια της πραγματικής ανθρώπινης προόδου). Το πραγματικό ερώτημα, κατά την άποψή μου, είναι κατά πόσο ο πρωτογονισμός ωφελεί μια αναρχική και επαναστατική κριτική του πολιτισμού.

Η λέξη πρωτογονισμός μπορεί να σημαίνει δυο μάλλον διαφορετικά πράγματα. Πρώτα απ’ όλα, μπορεί να σημαίνει να λαμβάνουμε υπόψη μας τα όσα γνωρίζουμε για τις «πρωτόγονες» κοινωνίες ως μια κριτική προς τον πολιτισμό. Αυτή η μορφή πρωτογονισμού φαίνεται σχετικά ανώδυνη. Είναι όμως; Ακόμα κι αν παρακάμψουμε τα προφανή ερωτήματα σχετικά με την εξάρτηση για τις πληροφορίες μας από τους ειδικούς αυτούς που αποκαλούμε ανθρωπολόγους, όσον αφορά τις «πρωτόγονες κοινωνίες, υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα εδώ. Οι πραγματικές κοινωνίες που αποκαλούμε «πρωτόγονες» ήταν, και στο βαθμό που υπάρχουν ακόμη, είναι ζωντανές σχέσεις ανάμεσα σε ζωντανά, με σάρκα και οστά ανθρώπινα όντα, υποκείμενα που αναπτύσσουν τη δική τους αλληλεπίδραση με τον κόσμο γύρω τους. Να εκλάβουμε κάτι τέτοιο ως μοντέλο σύγκρισης σημαίνει την φετιχοποίηση αυτών των ζωντανών σχέσεων, τον μετασχηματισμό τους σε μια αφαίρεση – το «πρωτόγονο» – σε μια εξιδανικευμένη εικόνα του «πρωτογονισμού». Έτσι, η χρήση τέτοιων μεθόδων κριτικής στον πολιτισμό αφαιρεί την ανθρώπινη και την υποκειμενική υπόσταση των πραγματικών ανθρώπων που έζησαν ή ζουν τις σχέσεις αυτές. Επιπλέον, αυτό το είδος κριτικής, δεν μας παρέχει κάποιο πραγματικό εργαλείο για να βρούμε πως θα πολεμήσουμε τον πολιτισμό εδώ και τώρα. Στην καλύτερη περίπτωση, η φετιχιστική, αφηρημένη σύλληψη του «πρωτόγονου» θα γίνει ένα μοντέλο, ένα πρόγραμμα για μια πιθανή μελλοντική κοινωνία.

Ερχόμαστε έτσι στη δεύτερη σημασία του πρωτογονισμού – την ιδέα ότι οι «πρωτόγονες» κοινωνίες προσφέρουν ένα μοντέλο για την μελλοντική κοινωνία. Οι οπαδοί αυτής της μορφής πρωτογονισμού μπορούν δίκαια να αποκαλούνται πρωτογονιστές, μιας και, όσο κι αν το αρνούνται, αυτό που προάγουν δεν είναι παρά ένα πρόγραμμα και μια ιδεολογία. Με την μορφή αυτή, πιστεύω ότι ο πρωτογονισμός έρχεται σε σύγκρουση με την αναρχική σκέψη και δράση. Ο λόγος γι αυτό μπορεί να βρεθεί στο απόφθεγμα του Novatore παραπάνω. Απλώς αντικαταστήστε το «κομμουνισμός» με «πρωτογονισμός» και το «μαζική επανάσταση» με το «βιομηχανική κατάρρευση», και θα ξεκαθαρίσουν όλα. Όπως το βλέπω εγώ, μια από τις πιο σημαντικές διαφορές μεταξύ του μαρξισμού και του αναρχισμού είναι ότι ο τελευταίος δεν είναι στην ουσία μια τελεολογική θέαση ενός αναμενόμενου μέλλοντος, αλλά ένας τρόπος αντιμετώπισης του κόσμου εδώ και τώρα. Έτσι, η επανάσταση για τους αναρχικούς δεν είναι μια εγγυημένη ιστορική διαδικασία του μέλλοντος, αλλά κάτι που το ζούμε και το δημιουργούμε εδώ και τώρα. Ο πρωτογονισμός δεν είναι λιγότερο αβίωτος από τον μαρξιστικό κομμουνισμό. Είναι κι αυτός ένα πρόγραμμα για το μέλλον, και μάλιστα ένα πρόγραμμα βασισμένο σε πλαίσια όπου δεν είναι στο χέρι μας να παρέμβουμε. Έτσι, δεν έχει τίποτα περισσότερο κοινό με την αναρχική πρακτική, απ’ όσο έχει και η μαρξιστική τελεολογία.

Έχω ήδη καταδείξει πως η ακριβής σύλληψη του «πρωτόγονου» φετιχοποιεί την πραγματική ζωή και τις σχέσεις αυτών που περικλείει αυτή η ταμπέλα. Αυτό εκδηλώνεται ανοιχτά ανάμεσα στους πρωτογονιστές που επιθυμούν να εφαρμόσουν την ιδεολογία τους εδώ και τώρα, και στο πως τελικά προσδιορίζεται αυτή η εφαρμογή. Με έναν τρόπο εν πολλοίς όμοιο του μαρξισμού, η «πρωτόγονη» ζωή μειώνεται τελικά σε ένα ζήτημα οικονομικής αναγκαιότητας, σε ένα άθροισμα ικανοτήτων, το άναμμα φωτιάς με ξυλαράκια, το πρωτόγονο κυνήγι, η γνώση των άγριων φυτών που τρώγονται ή έχουν ιατρικές ιδιότητες, του πώς να φτιάξεις ένα τόξο ή ένα καταφύγιο κλπ κλπ. έτσι ώστε να μπορείς να επιβιώσεις.

Αυτό στη συνέχεια μπορεί να πάρει μια γεύση νατουραλιστικής πνευματικότητας, δανεισμένης από κάποιο βιβλίο ή την κάθε new age μαλακία που αναφέρεται σε μια επιστροφή στη «φυσική ενότητα», αν κι αυτό δεν είναι απαραίτητο. Η ολότητα των ανθρώπων που αποκαλούνται «πρωτόγονοι» αγνοείται, μιας και είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστη και καθόλου προσβάσιμη σε όσους γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στον βιομηχανικό καπιταλιστικό πολιτισμό που τώρα κυριαρχεί τον κόσμο – κι αυτό περιλαμβάνει όλους εμάς που αναπτύσσουμε μια αναρχική κριτική στον πολιτισμό. Όμως, ακόμη κι αν εξετάσουμε απλώς το ζήτημα των ικανοτήτων επιβίωσης, είναι γεγονός ότι ακόμα και στις ΗΠΑ ή τον Καναδά, όπου υπάρχουν πραγματικές, αρκετά εκτεταμένες (αν και πληγωμένες σε μεγάλο βαθμό) άγριες εκτάσεις, ελάχιστοι άνθρωποι θα μπορούσαν να επιβιώσουν με τον τρόπο αυτό. Έτσι αυτοί που μαθαίνουν ανάλογες δραστηριότητες με τη λογική ότι θα ζήσουν πραγματικά σαν «πρωτόγονοι» τις ζωές τους, αυτό που έχουν στο μυαλό τους δεν είναι η καταστροφή του πολιτισμού (εκτός ίσως αν επέλθει μια αναπόφευκτη μελλοντική συγκυρία για την οποία θεωρούν ότι θα βρεθούν προετοιμασμένοι), αλλά η απόδραση από αυτόν. Δεν θα τους το προσάψω αυτό, πάντως δεν έχει τίποτα να κάνει με την αναρχία ή την κριτική στον πολιτισμό. Σε πρακτικό επίπεδο, δεν είναι παρά μια πιο ανεπτυγμένη μορφή του «παίζουμε τους ινδιάνους» όπως έκαναν πολλοί από μας στις ΗΠΑ ως παιδιά, και στην πραγματικότητα, το έχουν πάρει πολύ σοβαρά. Σχεδόν όλοι οι άνθρωποι που γνωρίζω κι έχουν ασχοληθεί με την ανάπτυξη των «πρωτόγονων» ικανοτήτων τους, στο όνομα του «αναρχο-πρωτογονισμού» αποδεικνύουν πόσο έτοιμοι είναι για μια τέτοια ζωή με τον χρόνο που περνούν στον υπολογιστή τους, στήνοντας ιστοσελίδες, παίρνοντας μέρος σε φόρουμ, γράφοντας μπλογκ κλπ κλπ. Συνήθως, μου φαίνονται περισσότερο σαν παιδιά της τεχνολογίας που παίζουν role games στο δάσος, παρά ως αναρχικοί σε μια διαδικασία απεξάρτησης από τον πολιτισμό.

Μια αναρχική κι επαναστατική κριτική του πολιτισμού δε ξεκινά από μια σύγκριση με άλλες κοινωνίες ή με κάθε μελλοντικό ιδεώδες. Ξεκινά με την αντιπαράθεσή μου, την αντιπαράθεσή σου, με την άμεση πραγματικότητα του πολιτισμού στις ζωές μας εδώ και τώρα. Είναι η αναγνώριση ότι η ολότητα των κοινωνικών σχέσεων που ονομάζουμε πολιτισμό μπορεί να υπάρξει μόνο λεηλατώντας τις ζωές μας από μας, και κατακερματίζοντάς τις σε bits που η κυρίαρχη τάξη μπορεί να χρησιμοποιήσει για την αναπαραγωγή της. Δεν πρόκειται για μια διαδικασία που έχει ολοκληρωθεί μια για πάντα, κάποτε στο μακρινό παρελθόν, αλλά συνεχίζεται διαρκώς, ανά πάσα στιγμή. Εδώ είναι που υπεισέρχεται η αναρχική θεώρηση για τη ζωή. Ανά πάσα στιγμή, χρειάζεται να καθορίσουμε πώς θα αρπάξουμε πίσω την ολότητα των ζωών μας ενάντια στην ολότητα του πολιτισμού. Έτσι όπως το είπε ο Armando Diluvi, ο αναρχισμός μας είναι ουσιωδώς καταστροφικός. Ως τέτοιος, δεν έχει ανάγκη από μοντέλα ή προγράμματα όπως αυτά του πρωτογονισμού. Όπως το έθεσε κι ένας παλιός, νεκρός πια, γενειοφόρος κλασσικός του αναρχισμού: Το πάθος για καταστροφή είναι επίσης πάθος δημιουργικό. (Σ.τ.μ.: η περίφημη φράση του Μ. Μπακούνιν). Κι επίσης ένα πάθος που μπορεί να τεθεί άμεσα σε εφαρμογή. (Ένας άλλος επίσης νεκρός, αντιεξουσιαστής επαναστάτης μιας-δυο γενιών έπειτα είπε για την παθιασμένη καταστροφή ότι δεν είναι παρά «ένας τρόπος να απολαμβάνεις την ευτυχία άμεσα»).

Γράφοντας όλα αυτά, δεν είμαι ενάντια σε κάθε παιγνιώδη φαντασία ενός πιθανού από-πολιτισμένου κόσμου. Όμως για να γίνει μια τέτοια φαντασία πραγματικά παιγνιώδης και να αποκτήσει μια πειραματική πιθανότητα, δεν μπορούν να υπάρχουν μοντέλα προερχόμενα από αφηρημένες συλλήψεις παλιών είτε μελλοντικών κοινωνιών. Στην πραγματικότητα, κατά την άποψή μου, είναι καλύτερα να αφήσουμε την ιδέα της «κοινωνίας» στην άκρη, και να σκεφτούμε καλύτερα με τους όρους διαρκώς αναγεννημένων, εφήμερων σχέσεων μεταξύ μοναδικών, παθιασμένων ατόμων. Τη στιγμή αυτή, μπορούμε μόνο να παίξουμε και να πειραματιστούμε, εκεί που η επιθυμία μας για το φαινομενικά «αδύνατο» συναντά την πραγματικότητα που μας περιβάλλει. Αν ο πολιτισμός πρόκειται να καταλυθεί στη διάρκεια της ζωής μας, αυτό που θα συναντήσουμε δε θα είναι ένας κόσμος άγριων δασών και πεδιάδων ή ερήμων γεμάτων με άγρια πανίδα. Αυτό που θα αντιμετωπίζαμε θα ήταν στην πραγματικότητα ένας κόσμος γεμάτος με τα σκουπίδια του πολιτισμού: εγκαταλελειμμένα κτίρια, μηχανήματα, μπάζα κλπ κλπ.

Η φαντασία που δεν δεσμεύεται ούτε από την πραγματικότητα ούτε από μια πρωτογονιστική ηθική ιδεολογία μπορεί να χρησιμοποιηθεί με πολλούς τρόπους, για εξερεύνηση ή για παιχνίδι, οι πιθανότητες είναι σχεδόν άπειρες. Το πιο σημαντικό, κάτι τέτοιο αποτελεί μια άμεση δυνατότητα, κι ο καθένας μπορεί να συνδεθεί εκτενώς με μια καταστροφική επίθεση ενάντια στον πολιτισμό. Κι αυτή η αμεσότητα είναι ουσιαστικής σημασίας, μιας και εγώ ζω τώρα, κι εσείς ζείτε τώρα, όχι σε εκατοντάδες χρόνια από τώρα οπότε ένα βεβιασμένο πρόγραμμα προς ένα πρωτογονιστικό ιδανικό ίσως να μπορεί να δημιουργήσει έναν κόσμο μέσα στον οποίο το ιδανικό αυτό θα μπορεί να πραγματωθεί παγκόσμια – αν οι πρωτογονιστές κάνουν την επανάστασή τους τώρα, και επιβάλλουν το πρόγραμμά τους. Ευτυχώς, κανένας πρωτογονιστής δε φαίνεται πρόθυμος να επιβάλλει τέτοια εξουσιαστικά επαναστατικά μέτρα, και προτιμά να επαναπαύεται σε ένα είδος μισο-μυστικιστικού μετασχηματισμού προκειμένου να πραγματοποιηθούν τα όνειρά του (ίσως πρόκειται για κάτι σαν τα όραματα των ιθαγενών αμερικανών, του θρησκευτικού χορού των φαντασμάτων, όπου το τοπίο όπως το διαμόρφωσαν οι ευρωπαίοι εισβολείς υποτίθεται ότι θα ξεφλουδιστεί ως δια μαγείας, αφήνοντας στη θέση του βοσκοτόπια γεμάτα άγρια ζώα).

Για τον λόγο αυτό, ίσως είναι λίγο άδικο να αποκαλείται το πρωτογονιστικό όραμα ως πρόγραμμα (αν και μιας και δε μου κάνουν οι αστικές αξίες, χέστηκα αν είμαι άδικος…). Ίσως του ταιριάζει καλύτερα η λέξη προσμονή. Όταν θέτω κάποια από τα ερωτήματα αυτά σε γνωστούς μου πρωτογονιστές, συχνά επικαλούνται τις «επιθυμίες» τους, τις οποίες αντανακλά το πρωτογονιστικό όραμα. Μάλλον έχουμε διαφορετικές επιθυμίες λοιπόν. Οι «επιθυμίες» που βασίζονται σε αφηρημένες και φετιχοποιημένες εικόνες – στην περίπτωσή μας, του «πρωτόγονου» – είναι εκείνα τα φαντάσματα των επιθυμιών που υπαγορεύουν την κατανάλωση εμπορευμάτων. Αυτό εκδηλώνεται ξεκάθαρα σε ορισμένους πρωτογονιστές, όχι απλά στην κατανάλωση των βιβλίων του κάθε θεωρητικού του πρωτογονισμού, αλλά και στα χρήματα ή/και το χρόνο που ξοδεύουν ώστε να αποκτήσουν κάποιες απ’ τις λεγόμενες «πρωτόγονες» ικανότητες σε σχολές που ειδικεύονται σ αυτό. Όμως, αυτό το φάντασμα της επιθυμίας, αυτή η προσμονή για μια εικόνα που δεν έχει καμία σύνδεση με την πραγματικότητα, δεν αποτελεί πραγματική επιθυμία, γιατί το αντικείμενο μιας πραγματικής επιθυμίας δεν μπορεί να είναι μια αφηρημένη εικόνα, πάνω στην οποία επικεντρώνει κανείς – μια εικόνα που δεν μπορεί να αποκτήσει πραγματικά κανείς. Η επιθυμία ανιχνεύεται μέσα στη δραστηριότητα και τις σχέσεις που αναπτύσσονται στον κόσμο εδώ και τώρα. Η επιθυμία, όπως την αντιλαμβάνομαι εγώ, είναι στην πραγματικότητα ο οδηγός της δράσης, της επικοινωνίας, της δημιουργίας. Με την έννοια αυτή, το αντικείμενό της αποκτά υπόσταση μονάχα με την εκπλήρωση της επιθυμίας, με την πραγματοποίησή της. Κι εδώ επανερχόμαστε στην αναγκαιότητα της αμεσότητας. Και είναι με αυτήν την έννοια και μόνο που η επιθυμία γίνεται ο εχθρός του πολιτισμού στον οποίον ζούμε, του πολιτισμού που η ύπαρξή του βασίζεται στην διαδικασία φετιχοποίησης κάθε σχέσης και δραστηριότητας, στον μετασχηματισμό του σε αντικείμενα που στέκονται πάνω από μας και μας ορίζουν, στο να τις προσδιορίσει, να τις θεσμίσει και να τις εμπορευματοποιήσει. Έτσι, η επιθυμία, σαν ένας οδηγός κι όχι μια προσμονή, δρα άμεσα, επιτιθέμενη σε κάθε τι που την εμποδίζει από το να κινηθεί αυτοδύναμα. Ανακαλύπτει τα αντικείμενά της στον κόσμο γύρω της, όχι σαν αφηρημένες έννοιες, αλλά ως δυναμικές σχέσεις. Αυτός είναι κι ο λόγος που επιτίθεται στις θεσμοθετημένες σχέσεις που καλουπώνουν την κάθε δραστηριότητα σε ρουτίνα, πρωτόκολλα, έθιμα και συνήθειες – σε πράγματα που πρέπει να γίνουν ή να διαταχθούν. Αναλογιστείτε σχετικά τι σημαίνουν δραστηριότητες όπως η κατάληψη, η απαλλοτρίωση, η χρήση του χρόνου εργασίας κάποιου/ας για τον εαυτό του/της, το γκράφιτι κλπ, και πως σχετίζονται με μια ακόμα πιο καταστροφική δραστηριότητα.

Τελικά, αν φανταζόμαστε μια κατάλυση του πολιτισμού, ενεργά και συνειδητά καταστρέφοντάς τον, όχι για να πραγματοποιήσουμε ένα θεσμικό πρόγραμμα ή ένα προσδιορισμένο όραμα, αλλά για να διευρύνουμε ατέλειωτα τις πιθανότητες να πραγματώσουμε τους εαυτούς μας και να ανακαλύψουμε τις ικανότητες και τις επιθυμίες μας, μπορούμε πλέον να ξεκινήσουμε να το κάνουμε εδώ και τώρα ενάντια στην κυρίαρχη τάξη. Αν, αντί να ελπίζουμε σε έναν ακόμη παράδεισο, αρπάξουμε τη ζωή, τη χαρά και την αναζήτηση τώρα, θα ζήσουμε μια πραγματικά αναρχική κριτική του πολιτισμού που δεν έχει τίποτα κοινό με μια εικόνα περί «πρωτόγονου», αλλά μάλλον με την άμεση ανάγκη μας να αποτινάξουμε την εξημέρωση, την ανάγκη μας να είμαστε Μοναδικοί, κι όχι υπάκουοι-υπήκοοι, επιτηρούμενοι, περιορισμένοι. Έπειτα, θα βρούμε τρόπους να αρπάξουμε όλα όσα μπορούμε να οικειοποιηθούμε και να καταστρέψουμε όλα όσα θέλουν να μας επιβληθούν.

Μετάφραση: …για τη διάδοση της μεταδοτικής λύσσας, Αύγουστος 2007