Serafinski : Ατόφια άρνηση και απόλαυση

ατόφια άρνηση

 

«Το πάθος για καταστροφή είναι ένα δημιουργικό πάθος». -Mikhail Bakunin

 

Αυτό το κάλεσμα του Bakunin για υιοθέτηση της επιθυμίας για καταστροφή σχηματίζει τη ραχοκοκαλιά τόσο της αναρχικής όσο και της αναρχο-νιχιλιστικής σκέψης. Η δεύτερη παίρνει αυτό το αξίωμα και πορεύεται μαζί του, υποστηρίζοντας πως απέναντι στο παγκόσμιο σύστημα κυριαρχίας, μοναδικός μας στόχος είναι το να καταστρέψουμε το σύνολο όσων το αποτελούν. Αυτό βρίσκεται σε άμεση αντίθεση με άλλες αναρχικές τάσεις που δίνουν μια έστω ελάχιστη έμφαση σε “θετικά προγράμματα” ή σε προσδοκίες για την οικοδόμηση κάτι ιδεώδους μέσα στον παρόντα κόσμο, ή ακόμα για την κατάρτιση σχεδίων εν αναμονή της κατάρρευσης του τωρινού συστήματος. Ο αναρχο-νιχιλισμός αντιλαμβάνεται τα θετικά προγράμματα ως έργο κάποιων που “συγχέουν την επιθυμία με την πραγματικότητα, και επεκτείνουν αυτή τη σύγχυση στο μέλλον”, είτε δίνοντας υποσχέσεις για τα επιτεύγματα ενός επαναστατικού μέλλοντος, είτε επιχειρώντας να εφαρμόσουν αυτές τις συνθήκες μέσα στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Τέτοιες θετικές προσδοκίες δεν προσφέρουν τίποτα περισσότερο από ένα αιωρούμενο καρότο το οποίο παίρνουμε στο κατόπι, σε μια κατάσταση μέσα στην οποία το ρόπαλο, το σκοινί και τα “έπαθλα της παρηγοριάς” θα πρέπει να καταστραφούν. Το παράδειγμα εκείνων που έζησαν υπό την εξουσία των ναζί απεικονίζει μια κατάσταση στην οποία, για τους κρινόμενους ως ballastexistenzen, τα θετικά οράματα ήταν ακατανόητα: εναλλακτικές δομές ή μακροχρόνια σχέδια ήταν αστεία, εκτός από εκείνα που δεν θα στόχευαν παρά στην καταστροφή. Το να είσαι βυθισμένος σε μια κοινωνική τάξη πραγμάτων σαν της ναζιστικής Γερμανίας, με τόσο έντονα τα χαρακτηριστικά της βίας και του ελέγχου, δικαιολογούσε μια αντίδραση απόλυτης εχθρότητας, ατόφιας άρνησης. Κατά τον ίδιο τρόπο αντιλαμβάνεται και ο αναρχονιχιλισμός την υπάρχουσα τάξη στο σήμερα, δίχως τη δυνατότητα μιας κάποιας θετικής ατζέντας. Ότι κι αν οικοδομήσουμε μέσα στα όριά της θα ενσωματωθεί, θα στραφεί εναντίον μας:”Αντιλαμβανόμαστε πως μόνο όταν όλα τα υπολείμματα του κυρίαρχου τεχνο-βιομηχανικούκαπιταλιστικού συστήματος θα έχουν γίνει αποκαΐδια, θα είναι εφικτό να ρωτήσουμε: Τι κάνουμε τώρα”. Σύμφωνα με αυτή τη γραμμή σκέψης, η σημερινή μας κατάσταση είναι παρόμοια με αυτή των lager, στον βαθμό που μαζικά σχέδια, απόπειρες για τη δημιουργία ενός νέου κόσμου μέσα στο κέλυφος του παλιού, είναι απλώς εκτός τόπου. Τα φυλακισμένα μέλη της ΣΠΦ γράφουν: “Εμείς ως αναρχικοί-μηδενιστές, σε αντίθεση με άλλους αναρχικούς κύκλους, δεν μιλάμε για το μετασχηματισμό των κοινωνικών σχέσεων σε μια πιο απελευθερωτική εκδοχή, αλλά προωθούμε την απόλυτη καταστροφή και την εκμηδένισή τους. Γιατί μόνο μέσα από την ολοκληρωτική καταστροφή του σύγχρονου κόσμου της εξουσίας και του πολιτισμού τής εκμετάλλευσης των ανθρώπων, των ζώων και της φύσης, μπορεί να χτιστεί κάτι νέο. Όσο πιο βαθιά γκρεμίζεις τόσο πιο απελευθερωμένα χτίζεις”

Τα οράματα που εξεγερμένοι τείνουν να υιοθετούν για το πως θα είναι η ζωή Μετά Την Επανάσταση δεν είναι απλώς μη παραγωγικά αλλά και επικίνδυνα επειδή θεωρούν πως ένα ενιαίο όραμα για τη ζωή είναι επιθυμητό. Τέτοιες συζητήσεις για το μέλλον επιχειρούν να τσουβαλιάσουν ένα τεράστιο φάσμα πιθανοτήτων και να το περιορίσουν σε ένα “ιδεώδες” αναρχικό μονοπάτι. Γράφει η ΣΠΦ:”Ακόμα και μέσα στους αναρχικούς κύκλους συχνά γίνονται κουβέντες για τη μελλοντική οργάνωση της ‘αναρχικής’ κοινωνίας, την εργασία, την αυτοδιαχείριση των μέσων παραγωγής, την άμεση δημοκρατία κ.α. Για εμάς τέτοιες συζητήσεις και προτάσεις μοιάζουν σα να χτίζουν ένα φράγμα στην ορμή του χειμάρρου της αναρχίας”

Ακόμη κι εκείνοι που αντιστάθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ασχολήθηκαν κάποιες φορές με αντίστοιχες πολιτικές φαντασιώσεις. Στο Buchenwald, για παράδειγμα, τρεις μυστικές οργανώσεις συνεργάστηκαν το 1944 για να προγραμματίσουν μια μελλοντική γερμανική κυβέρνηση, την ίδια στιγμή που άλλες οργανώσεις επικέντρωναν στο να σώζουν ζωές και να ασκούν συντονισμένη αντίσταση. Ο νιχιλισμός μάς ωθεί να σκεφτούμε το γεγονός πως τέτοιοι προγραμματισμοί είναι απλώς μη απαραίτητοι και περιπλέκουν τον πλέον άμεσο στόχο της άρνησης. “Δεν χρειάζεται να ξέρεις τι θα γίνει αύριο για να καταστρέψεις ένα σήμερα που σε κάνει να αιμορραγείς” μας λέει η ΣΠΦ. Από τα θεμέλια αυτής της κριτικής, ο νιχιλισμός αναγνωρίζει μια κοινή παγίδα που έχει βιωθεί από αναρχικούς: τη σαγηνευτική παρόρμηση να αναγνωριστούμε με τρόπο θετικό μέσα στην κοινωνία, παρά το ότι παλεύουμε για την καταστροφή της. Έτσι, οι αναρχικοί απαντούν στις κριτικές για τις καταστροφές που προκαλούν, με την υπενθύμιση των όσων προσφέρουμε στην κοινωνία • όταν δεν εξεγειρόμαστε κάνουμε οργανωτική δουλειά μέσα στις κοινότητες, μαγειρεύουμε για τα κοινωνικά συσσίτια, παίζουμε μουσική κλπ.

Η άρνηση, ωστόσο, δικαιώνεται από την ίδια την ύπαρξη της κυρίαρχης τάξης, όχι από τα διαπιστευτήριά μας ως ακτιβιστές. οι εξεγέρσεις μας δικαιώνονται όχι από την κοινωνική συνεισφορά μας αλλά επειδή αναγκαζόμαστε να υπάρχουμε κάτω από την μπότα μιας τερατώδους κοινωνίας. Θετικά σχέδια είναι τα μέσα επιβίωσης εντός αυτής της τάξης- η άρνηση είναι το σχέδιο της ολοσχερούς καταστροφής της. Και το Baedan στρέφεται εναντίον αυτής της τάσης, επιμένοντας ότι τίποτα δεν έχουμε να κερδίσουμε αποκρύπτοντας τις πραγματικές μας προθέσεις: “Αντιλαμβανόμαστε την καταστροφή ως αναγκαία και την επιθυμούμε ως το τέρμα. Δεν έχουμε τίποτα να κερδίσουμε με το να ντρεπόμαστε ή να μην έχουμε εμπιστοσύνη σε αυτές μας τις επιθυμίες. Αυτός ο κόσμος πρέπει να εκμηδενιστεί στην κάθε του στιγμή, όλος, αμέσως. Το να διστάζουμε απέναντι σε αυτή την αποστολή, το να διαβεβαιώνουμε τους εχθρούς μας για τις καλές μας προθέσεις, είναι η πλέον χοντροειδής ανεντιμότητα”.

 

απόλαυση

 

Παρά τους μελαγχολικούς συνειρμούς, η δέσμευση στην ατόφια άρνηση βρίσκει τις πιο ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις της ως ένα χαρούμενο, δημιουργικό και απεριόριστο σχέδιο. Αξιοσημείωτη είναι η χρήση από το Bedan της γαλλικής λέξης jouissance η οποία μεταφράζεται ως απόλαυση, αλλά μπορεί να λάβει μια σειρά από συνδηλώσεις που σχετίζονται με την “απολίτιστη επιθυμία”, με τον “θρυμματισμό της ταυτότητας και του νόμου”, και που “κομματιάζουν την υποκειμενική μας υποδούλωση στον πολιτισμό του καπιταλισμού”. Η απόλαυση είναι μια εκστατική ενέργεια που τη νιώθουμε αλλά ποτέ δεν την κάνουμε δική μας, που μας ωθεί μακριά από κάθε μορφή κυριαρχίας, αντιπροσώπευσης ή αυτοπεριορισμού, και μας υποχρεώνει να κινηθούμε μακριά από τον πολιτισμό, προς την ολοκληρωτική απειθαρχία. Είναι “η διαδικασία που στιγμιαία μας απελευθερώνει από τον φόβο του θανάτου” και εκφράζεται “ως γαλήνια απόλαυση του παρόντος μας” ή ως “ικανοποίηση που δεν μπορούμε να ονοματίσουμε”. Η απόλαυση είναι ο πλούτος της ζωής που προκαλείται από την αντίσταση, το πνεύμα που επέτρεπε στη Maria Jakobovics να συνεχίζει τις πράξεις σαμποτάζ, παρά το χτύπημα του ρόπαλου και την απειλή της κρεμάλας, κι ίσως το πνεύμα που επιτρέπει σε πολλούς από εμάς να ζούμε ζωές αντίστασης σε καταστάσεις απολύτως ενάντιές μας. Είναι η ενστικτώδης εμπειρία της άρνησης ως εκστατική απελευθέρωση.

Αν και το πνεύμα της απόλαυσης διακατέχει πολλά αναρχικά κείμενα, είναι ο νιχιλισμός αυτός που το προσεγγίζει με τον πλέον καθαρό εναγκαλισμό. Για πολλούς νιχιλιστές, η απόλαυση είναι ο πυρήνας του αναρχισμού. Δίχως προσδοκίες για έναν μελλούμενο κόσμο, δίχως σεβασμό σε κάποιον ηθικό κώδικα, δίχως προσήλωση στον “σωστό τρόπο” για να γίνονται τα πράγματα, ο νιχιλισμός αγκαλιάζει την πράξη της αντίστασης ως αυτοσκοπό. Μέσα απ’ αυτό το πρίσμα, η χαρά τού να κατουράς μέσα σε ένα πύραυλο των ναζί δεν μπορεί να συγκριθεί με τα ρίσκα ή τα αποτελέσματα της πράξης. Δίχως να χρησιμοποιούν σαφώς τη λέξη, κάποια φυλακισμένα μέλη της ΣΠΦ περιγράφουν τέλεια την απόλαυση: “Σημασία δεν έχει η νίκη ή η ήττα, παρά μόνο τα μάτια μας που λάμπουν τόσο όμορφα όταν πολεμάμε”. Η έμφαση στην πράξη, δίχως πρόσδεση στα αποτελέσματά της, είναι μια από τις πλευρές του νιχιλισμού που τον έχουν κάνει μια Τόσο προβληματική δύναμη για τους άλλους αναρχικούς. Οι κριτικές στον νιχιλισμό βλέπουν αυτό το είδος έμφασης στην απόλαυση και στην άρνηση ως απλώς μια μορφή βολικής υποχώρησης στο προσωπικό βίωμα, καθώς “πονάει πάρα πολύ το να ελπίζεις στο απίθανο, να φαντάζεσαι ένα μέλλον στο οποίο δεν μπορείς να πιστέψεις”? Κι ενώ αυτή η κριτική έχει κάποια αξία, πιστεύω ότι σε μεγάλο βαθμό τής ξεφεύγει η δύναμη της νιχιλιστικής θέσης και η ομορφιά της απόλαυσης. Ότι κι αν επιλέξουμε να κάνουμε σε συνάρτηση με αυτή την κριτική, όσο στρατηγικά, φιλόδοξα ή αισιόδοξα κι αν αισθανόμαστε, η κατανόηση του γιατί αντιστεκόμαστε μπορεί να είναι στέρεα ριζωμένη μοναχά σε έναν τόπο απόλαυσης. Σκέφτομαι πως η νιχιλιστική θέση αφήνει Χώρο και για νίκες, ενώ όμως ταυτόχρονα αναγνωρίζει πως η ικανότητά μας να πραγματώνουμε νίκες δεν είναι ταυτόσημη με τη δέσμευσή μας στην απελευθερωτική δράση. Ακόμα κι όταν ξεμένουμε από αισιόδοξη ρητορική και ιστορίες που μας εμπνέουν, οι ζωές μας μπορούν ακόμα να είναι προσανατολισμένες ενάντια στον πυρήνα της κοινωνίας. Ακόμα κι από θέση απώτατης απελπισίας, μπορούμε ακόμα να βρίσκουμε μέσα μας την απόλαυση στο να επιτεθούμε. Για μια ακόμα μία φορά, η ΣΠΦ επιμένει πως “Αυτό που μετράει είναι η δύναμη που νιώθουμε όταν δεν σκύβουμε το κεφάλι, όταν γκρεμίζουμε τα ψεύτικα είδωλα του πολιτισμού, όταν το βλέμμα μας συναντιέται με το βλέμμα των συντρόφων μας στις άνομες διαδρομές μας, όταν τα Χέρια μας σκορπίζουν φωτιά στα σύμβολα της εξουσίας… Εκείνες τις στιγμές δε ρωτάς: Θα νικήσουμε; Θα νικηθούμε; Απλά πολεμάς…”

Η απόλαυση είναι αυτή που δίνει ζωή στην αντίσταση που δεν χρειάζεται άλλους λόγους για να υπάρχει, κι έτσι, ακόμα κι αν δεν έχουμε μέλλον, μπορούμε ακόμα να ανακαλύπτουμε τη ζωή στο σήμερα.

 

Πηγη : Ευλογημένη η φλόγα , Serafinski , σελ58-64

Μηδενιστική Πρωτοβουλία για την 6 Δεκέμβρη : Απολογιστική 6ης Δεκέμβρη

“Η άγρια επανάσταση είναι μια περιπέτεια.Είναι η θαρραλέα εξερεύνηση της πιθανότητας να ξαναμετατραπούμε σε άγριους. Μας παίρνει σε άγνωστες περιοχές για τις οποίες δεν υπάρχει χάρτης.Μπορούμε να γνωρίσουμε αυτές τις περιοχές μόνο αν τολμήσουμε να τις εξερευνήσουμε με την όρασή μας. Πρέπει να τολμήσουμε να καταστρέφουμε οτιδήποτε καταστρέφει την αγριότητά μας και να δράσουμε βασισμένοι στο ένστικτο και τις επιθυμίες μας”
– Feral Faun

 

Ο αέρας μύρισε και φέτος Δεκέμβρη, αν κι όπως πάντα, αυτό δε σημαίνει για όλους το ίδιο.
Από τη μια πλευρά νοικοκυραίοι στολίζουν τα σπίτια τους, η χώρα βάζει τα “καλά” της, οι δρόμοι γεμίζουν φωτάκια και χριστουγεννιάτικες καρικατούρες, και μια ντουζίνα ανεγκέφαλοι καλικάντζαροι στέκονται σούζα κάτω από το δέντρο του Αγιοβασιλη Μπακογιάννη στην Αθήνα.
Από την άλλη, ορισμένες μαυροντυμένες μειοψηφίες ανά την Ελλάδα αποφασίζουν να μαζευτούν, να συμπράξουν, να συνωμοτισουν και να ετοιμάσουν την δική τους απάντηση στο Χριστουγεννιάτικο φιάσκο, κόντρα στην υπερκαταναλωτική μανία και την ασφάλεια των προσκυνητών και των προσκυνημένων.

Χωρίς να έχουμε σκοπό να μπούμε σε βαθύτερες διαδικασίες σύγκρισης, θα θέλαμε να πούμε πως, κατά την εκτίμησή μας, ο φετινός Δεκέμβρης στη Θεσσαλονίκη ήταν αρκετά δυναμικότερος από όσα είχαμε συνηθίσει τα τελευταία χρόνια. Οι περσινές απαγορεύσεις και οι κρατικοί κανιβαλισμοί έναντι μέχρι και μεμονωμένων ανθρώπων, φίλων ή καθηγητών του Αλέξη που θέλησαν να αφήσουν ένα λουλούδι στο σημείο που δολοφονήθηκε, δε κατάφεραν να μας φοβίσουν. Αντιθέτως, μας πεισμωσαν παραπάνω και βάλανε λάδι στη φωτιά, υπενθυμίζοντάς μας τους λόγους που θρέφουμε τόσο μίσος.

Το κλίμα ήταν εξαρχής τεταμένο.
Μέχρι και η καταρρακτώδης βροχή λίγο πριν τη πορεία συμβόλισε για μας το θρήνο για τους αμέτρητους δολοφονημένους από την εξουσία ανθρώπους και συντρόφους μας.
Ήδη από τη στιγμή που συγκεντρωνόταν ο κόσμος στη Καμάρα, υπήρχε μια διάχυτη ένταση στην ατμόσφαιρα. Πολίτες άνοιγαν το βήμα τους για να φτάσουν γρήγορα στο σπίτι τους για να αποφύγουν να βρεθούν ανάμεσα στα επεισόδια, καταστηματάρχες ετοιμάζονταν να κλείσουν τα ρολά τους, κι οι τυπικοί συστημικοί καραγκιοζοπαίχτες είχαν ήδη ξεκινήσει τα δακρυβρεχτα λόγια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, περί περιουσιών που καταστρέφονται και αμαξιών που καίγονται από τους γνωστούς αγνώστους.

Η φετινή μαζικότητα της πορείας και ειδικά του μαύρου μπλοκ ήταν εμφανέστατη. Η οργή ήταν διάχυτη και η ατμόσφαιρα μύριζε βενζίνη. Η διαδρομή της φετινής πορείας ευτυχώς μας γλύτωσε από τη συνάντηση με ορισμένους μετριοπαθείς εξεγερμένους της αριστεράς, που σα γνήσιοι πασιφιστές αποφάσισαν να συγκεντρωθούν σε άλλο σημείο της πόλης, προφανώς επιθυμώντας να διαχωρίζουν τη θέση τους από τους χαλέους φετιχιστές της βίας. “Και ορθώς έπραξαν”, θα πούμε εμείς.
Οι μαύρες κουκούλες καταλαμβάναν ένα αξιοσημείωτο κομμάτι της πορείας, οι διαθέσεις όλων ήταν εμφανείς εξαρχής, και οι μπάτσοι, αν και πολυπληθείς, εκτιμούμε πως κάτω από τα κράνη και τις ασπίδες τους έτρεμαν για το τι έπεται. Όπως άλλωστε ακούστηκε και κάποια στιγμή από συντρόφους “Το φάντασμα πλανάται ακόμα”.

Όταν η πορεία έφτασε και πάλι στη Καμάρα, ήταν ξεκάθαρο πως μια πύρινη καταιγίδα ήταν έτοιμη να ξεσπάσει. Μέσα σε λίγα λεπτά οι συγκρούσεις είχαν ξεκινήσει πέριξ της Ροτόντας, με κάδους να καίγονται, οδοφράγματα να στήνονται, μπάτσους να τρέχουν μπας και μαγκώσουν έστω και κάποιον άσχετο, και φιλήσυχους νοικοκυραίους να ουρλιάζουν υστερικά από τα μπαλκόνια τους τρομοκρατημένοι για την αξία που έχουν για αυτούς τα καμμένα σκουπίδια. Ίσως κάπου εκεί να βλέπουν και τους εαυτούς τους, ποιος ξέρει.
Οι συγκρούσεις απλώθηκαν χαοτικά σε διαφορετικά σημεία της πόλης, η μαχητικότητα των συντρόφων ήταν αμείωτη, κι ο φόβος έσβηνε μπροστά στο μένος. Η πόλη απέκτησε το χριστουγεννιάτικο ντεκόρ που της αξιζε, και η πορεία έκλεισε όπως ξεκίνησε, με μια ακόμη βροχή να σηματοδοτεί συμβολικά το τέλος της.
Χαιρετίζουμε τα δεκάδες συντρόφια που, ακόμη κι αν δε γνωριζόμαστε, νιώθουμε να μοιραζόμαστε μαζί τους το ίδιο πάθος, την ίδια οργή, και την ίδια αληθινή αλληλεγγύη. Στέλνουμε την αγάπη μας σε κάθε ατομικότητα που αψήφισε τους μπάτσους, τους νόμους, το κίνδυνο, και έβαλε μπουρλότο στη κανονικότητα των βολεμένων.

Παρόλαυτά, θέλοντας να κάνουμε και την ψύχραιμη αυτοκριτική μας, ως απαραίτητο βήμα για την βελτίωση των χτυπημάτων μας, οφείλουμε να επισημάνουμε πως, εφόσον οι εξεγερμένες ψυχές ακόμη υπάρχουν και δομούν ομάδες, είναι κρίμα να μην έχουμε τη κατάλληλη οργάνωση και επικοινωνία μεταξύ μας. Θα θέλαμε λοιπόν η παρούσα απολογιστική να λειτουργήσει και ως κάλεσμα για περαιτέρω συσπείρωση αναμεσά μας, ως ευκαιρία να δομήσουμε σχέσεις και να συναψουμε ισχυρότερους συντροφικούς δεσμούς. Καλούμε κάθε ομάδα, συλλογικότητα ή άτομο που το επιθυμεί, να ενταχθεί στην επίθεση, να δράσει πρωτοβουλιακά, και να συμβάλει στην δημιουργία ενός άτυπου δικτύου επίθεσης & σύγκρουσης. Θεωρούμε πως τα χτυπήματα μας οφείλουν να είναι απρόσμενα, αποκεντρωμένα, ανύποπτα και χαοτικά. Δε χρειαζόμαστε αφορμές από πλευράς του κράτους για να επιτεθούμε και να δικαιολογήσουμε ηθικά το μένος μας στο πλαίσιο κάποιας “αναγκαστικής αντιβίας”. Η ύπαρξη του υπάρχοντος συστήματος είναι από μόνη της μια συνεχής καταπίεση, μια συνεχής αφορμή για επίθεση, και η σύγκρουση με αυτό είναι για μας από μόνη της πηγή χαράς κι αυτοσκοπός.

Αλληλεγγύη στα συλληφθέντα άτομα της 6ης Δεκέμβρη!
Είτε με τις κουκούλες, Είτε με τις γραβάτες!
Λύσσα και Συνείδηση!
ΤΟ ΦΑΝΤΑΣΜΑ ΠΛΑΝΑΤΑΙ ΑΚΟΜΗ
ΚΑΙ ΣΑΣ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝΕΙ.
Μηδενιστική Πρωτοβουλία για την 6η Δεκέμβρη

Wolfi Landstreicher: Τεχνολόγια και Ταξική Πάλη

Η ανάπτυξη της τεχνολογίας τα τελευταία εξήντα χρόνια -η πυρηνική βιομηχανία, η κυβερνητική και οι σχετιζόμενες τεχνικές πληροφορικής, η βιοτεχνολογία και γενετική μηχανική- έχουν δημιουργήσει εκ βάθρων αλλαγές στο κοινωνικό πεδίο. Οι μέθοδοι της εκμετάλλευσης και της κυριαρχίας έχουν αλλάξει, και γι’ αυτό τον λόγο οι παλιές ιδέες σχετικά με τη φύση της τάξης και της ταξικής πάλης δεν είναι επαρκείς για να κατανοήσουμε τη σημερινή κατάσταση. Ο εργατισμός των μαρξιστών και των συνδικαλιστών δεν μπορεί ούτε κατά φαντασία να προσφέρει οτιδήποτε χρήσιμο στην ανάπτυξη της επαναστατικής πρακτικής. Αλλά ούτε και το να απορρίπτουμε την αντίληψη της τάξης είναι μια χρήσιμη απάντηση σε αυτή την κατάσταση, επειδή κατ’ αυτό τον τρόπο χάνουμε ένα ουσιώδες εργαλείο κατανόησης της παρούσας πραγματικότητας και του πως θα της επιτεθούμε.

Η εκμετάλλευση όχι απλώς συνεχίζεται αλλά με οξύτητα εντατικοποιείται μέσω των νέων τεχνολογιών. Η κυβερνητική επέτρεψε την αποκέντρωση της παραγωγής, διασπείροντας μικρές παραγωγικές μονάδες στο κοινωνικό πεδίο. Ο αυτοματισμός μείωσε δραστικά τον αριθμό των εργατών που είναι αναγκαίοι για κάθε συγκεκριμένη παραγωγική διαδικασία. Η κυβερνητική δημιούργησε περεταίρω μεθόδους για να κερδίζουν χρήματα δίχως να παράγουν οτιδήποτε υπαρκτό, επιτρέποντας έτσι στο κεφάλαιο να επεκτείνεται δίχως εργατικό κόστος.

Ακόμα περισσότερο, η νέα τεχνολογία απαιτεί μια εξειδικευμένη γνώση που δεν είναι προσιτή στους περισσότερους ανθρώπους. Αυτή η γνώση έχει γίνει ο πραγματικός πλούτος της κυρίαρχης τάξης στη σημερινή εποχή. Υπό το παλιό βιομηχανικό σύστημα θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει την ταξική πάλη ως την πάλη μεταξύ των εργατών και των ιδιοκτητών των μέσων παραγωγής.Αυτό δε βγάζει πλέον νόημα. Καθώς προωθείται η νέα τεχνολογία, οι εκμεταλλευόμενοι βρίσκονται σε αυξανόμενα επισφαλή θέση. Η παλιά εργασιακή -για όλη του τη ζωή- θέση του εξειδικευμένου βιομηχανικού εργάτη έχει αντικατασταθεί με συμβασιακή προσωρινή εργασία, με δουλειά στον τομέα των υπηρεσιών, με την ανεργία, τη ’’μαύρη’’ εργασία, την παρανομία και τη φυλακή. Αυτή η επισφάλεια διασφαλίζει πως ο τοίχος που δημιουργήθηκε από τις νέες τεχνολογίες μεταξύ εκμεταλλευτών και εκμεταλλευομένων θα παραμένει αδιάρρηκτος.

Η φύση της ίδιας της τεχνολογίας την τοποθετεί πέραν της πρόσβασης των εκμεταλλευομένων. Η προηγούμενη βιομηχανική εξέλιξη είχε ως πρωταρχικό στόχο της την επινόηση τεχνικών για τη μαζική παραγωγή τυποποιημένων προϊόντων χαμηλού κόστους και μεγάλου κέρδους. Οι νέες τεχνολογικές εξελίξεις δε στοχεύουν τόσο στην παραγωγή αγαθών όσο στην ανάπτυξη μέσω ενός αυξανόμενα ολοκληρωτικού κοινωνικού ελέγχου,καθώς και στην απελευθέρωση του κέρδους από την παραγωγή. Η πυρηνική βιομηχανία δεν απαιτεί μονάχα εξειδικευμένη γνώση αλλά και υψηλά επίπεδα ασφάλειας που τη θέτουν ξεκάθαρα υπό τον έλεγχο του κράτους και οδηγούν σε μια στρατιωτική δομή που θα διασφαλίζει την ακραία χρηστικότητά της από τον στρατό. Η ικανότητα της κυβερνητικής τεχνολογίας να επεξεργάζεται, να καταγράφει, να συγκεντρώνει και να αποστέλλει πληροφορίες σχεδόν σε χρόνο μηδέν, εξυπηρετεί την ανάγκη του κράτους να καταγράφει και να ελέγχει τους υπηκόους του. Όπως επίσης και την ανάγκη του να υποβαθμίσει σε bits πληροφοριών μιας data περιήγησης την πραγματική πληροφόρηση των ατόμων που ελέγχει, υποβαθμίζοντας έτσι την πραγματική τους ικανότητα αντίληψης. Η βιοτεχνολογία δίνει στο κράτος και στο κεφάλαιο τον έλεγχο πάνω στις πιο θεμελιώδεις διαδικασίες της ίδιας της ζωής,επιτρέποντάς τους να επιλέγουν τι είδους φυτά, ζώα και (εν καιρώ) ανθρώπινα όντα μπορούν να υπάρχουν.

Επειδή αυτές οι τεχνολογίες απαιτούν εξειδικευμένη γνώση και αναπτύσσονται με σκοπό την αύξηση του ελέγχου των κυρίαρχων πάνω στις καθημερινές ζωές της υπόλοιπης ανθρωπότητας, η εκμεταλλευόμενη τάξη μπορεί τώρα να γίνει καλύτερα αντιληπτή ως αποτελούμενη από εκείνους που έχουν αποκλειστεί από την εξειδικευμένη γνώση και ως -εκ τούτου- από όποια πραγματική συμμετοχή στη λειτουργία της κυριαρχίας. Η κυρίαρχη τάξη αποτελείται λοιπόν από τα άτομα που περιλαμβάνονται στη λειτουργία της κυριαρχίας και τη χρήση της εξειδικευμένης τεχνολογικής γνώσης. Φυσικά, αυτές είναι εξελισσόμενες διαδικασίες και οι διαχωριστικές γραμμές μεταξύ των αποκλεισμένων και των συμμετεχόντων μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να είναι ασαφείς, καθώς αυξανόμενοι αριθμοί ανθρώπων προλεταριοποιούνται, κάνοντας την όποια δυνατότητα για λήψη αποφάσεων ως τώρα είχαν, αποφάσεων πάνω στις συνθήκες της ύπαρξής τους.Είναι σημαντικό να επισημάνουμε πως παρά το ότι οι νέες τεχνολογίες έχουν σκοπό να δώσουν στους κυρίαρχους έλεγχο επί των αποκλεισμένων και επί του υλικού πλούτου της γης, οι ίδιες βρίσκονται εκτός ελέγχου.Η αχανής φύση τους και η εξειδίκευση που απαιτούν συνδυάζεται με την αδυναμία προγνωσιμότητας των υλικών πάνω στα οποία δρουν (μόρια του ατόμου, κύματα φωτός, γονίδια και χρωμοσώματα κ.α.) προκειμένου να διασφαλιστεί πως κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να έχει πλήρη αντίληψη του πως λειτουργούν. Αυτό προσθέτει μια τεχνολογική πλευρά στην ήδη υπάρχουσα οικονομική επισφάλεια από την οποία οι περισσότεροι πληττόμαστε, Η απειλή μιας τεχνολογικής καταστροφής πέρα από τον έλεγχο του οποιουδήποτε, εξυπηρετεί την εξουσία στον έλεγχο των καταπιεσμένων. Ο φόβος περισσότερων Chernobyl, περισσότερων γενετικά κατασκευασμένων”τεράτων”, περισσότερων ασθενειών που θα διαφύγουν από τα εργαστήρια στα οποία κατασκευάστηκαν, και άλλες αντίστοιχες καταστάσεις, ωθούν τους ανθρώπους να αποδεχτούν την κυριαρχία των λεγόμενων ειδικών”, οι οποίοι όμως έχουν αποδείξει τα όριά τους ξανά και ξανά.Επιπλέον, το κράτος (υπεύθυνο για όλες αυτές τις εξελίξεις) μπορεί να παρουσιάζεται ως “δύναμη ελέγχου “ των αχαλίνωτων τεχνολογικών υπερβάσεων” από τις μεγάλες εταιρίες. Έτσι, αυτή η αποκρουστική, καταστροφική, ανεξέλεγκτη χιονοστιβάδα εξυπηρετεί πολύ καλά τους εκμεταλλευτές στο να διατηρούν τον έλεγχό τους πάνω στον υπόλοιπο πληθυσμό.

Επομένως, η νέα τεχνολογία και οι νέες συνθήκες αποκλεισμού και επισφάλειας που επιβάλλει, υπονομεύουν το παλιό όνειρο της απαλλοτρίωσης των μέσων παραγωγής.Αυτή η τεχνολογία -ελεγκτική και εκτός ελέγχου- δεν μπορεί να υπηρετήσει κανέναν πραγματικά ανθρώπινο σκοπό και δεν έχει καμία θέση στην ανάπτυξη ενός κόσμου ατόμων που θα είναι ελεύθερα να δημιουργούν τις ίδιες τις ζωές τους με τον τρόπο που επιθυμούν.Οι φανταστικές ουτοπίες των συνδικαλιστών και των μαρξιστών δε μας είναι πλέον χρήσιμες. Ήταν όμως ποτέ Χρήσιμες; Οι νέες τεχνολογικές εξελίξεις επικεντρώνουν συγκεκριμένα στον έλεγχο, όμως κάθε βιομηχανική εξέλιξη έπαιρνε υπόψη της την αναγκαιότητα ελέγχου των εκμεταλλευομένων. Το εργοστάσιο δημιουργήθηκε προκειμένου να φέρει τους παραγωγούς υπό μία στέγη έτσι ώστε καλύτερα να ρυθμίζει τη δραστηριότητά τους · η γραμμή παραγωγής μηχανοποίησε αυτή τη ρύθμιση κάθε νέα τεχνολογική εξέλιξη στις εργασίες του εργοστασίου έθετε όλο και περισσότερο υπό έλεγχο τον χρόνο και την κίνηση των εργαζομένων. Η ιδέα πως οι εργάτες θα μπορούσαν να απελευθερωθούν παίρνοντας τον έλεγχο των μέσων παραγωγής ήταν από πάντα λοιπόν μια ψευδαίσθηση. Ήταν μια κατανοητή ψευδαίσθηση όταν η τεχνολογική διαδικασία είχε ως πρωταρχικό στόχο την κατασκευή αγαθών. Τώρα που πρωταρχικός στόχος είναι με τόση σαφήνεια ο κοινωνικός έλεγχος, η φύση του πραγματικού αγώνα μας θα πρέπει να είναι εξίσου σαφής:η καταστροφή όλων των συστημάτων ελέγχου, και άρατου κράτους, του κεφαλαίου, των τεχνολογικών συστημάτων τους, το τέλος της προλεταριοποιημένης κατάστασης και η δημιουργία των εαυτών μας ως ελεύθερα άτομα, ικανά να καθορίσουν τα ίδια το πως θα ζουν τις ζωές τους.

Ενάντια σε αυτή την τεχνολογία το καλύτερο όπλο μας είναι αυτό που οι εκμεταλλευόμενοι πάντα χρησιμοποιούσαν από την αρχή της βιομηχανικής εποχής:το σαμποτάζ.

Πηγή : The Best of Green Anarchy, pg. 69 –  Χαοτικά Μανιφέστα σελ.65-69 , Feral Faun , εκδόσεις Δαίμων του Τυπογραφείο

 

 

 

H ομάδα συγγένειας

Ανώνυμο κείμενο γραμμένο το 2001

Σε αντίθεση μ’αυτό που πιστεύεται συνήθως, η συγγένεια μεταξύ συντρόφων δε βασίζεται στη συμπάθεια ή στο συναίσθημα. Το να έχεις συγγένεια σημαίνει να γνωρίζεις τον άλλο, να ξέρεις πώς σκέφτεται σε σχέση με κοινωνικά ζητήματα και πώς θεωρεί ότι μπορεί να παρέμβει στην κοινωνική σύγκρουση. Αυτή η εμβάθυνση της γνωριμίας μεταξύ συντρόφων, είναι μια παράμετρος που συχνά αμελείται, παρεμποδίζοντας την αποτελεσματική δράση.

Ένα από τα δυσκολότερα προβλήματα που έπρεπε να αντιμετωπίσουν οι αναρχικοί στο πέρας της ιστορίας, είναι το ποιά μορφή οργάνωσης να υιοθετήσουν στον αγώνα.

Στα δύο άκρα του φάσματος βρίσκουμε, από τη μία τους ατομικιστές, οι οποίοι αρνούνται οποιαδήποτε μορφή σταθερής σχέσης· απ’την άλλη, εκείνους που στηρίζουν μια σταθερή οργάνωση που λειτουργεί βάσει ενός προγράμματος, καθορισμένου τη στιγμή της σύνθεσής του.

Και οι δύο αυτές μορφές που σκιαγραφούνται εδώ, φέρουν χαρακτηριστικά που επιδέχονται κριτικής, από μια εξεγερτική σκοπιά.

Στην πραγματικότητα, όταν οι ατομικιστές διαχωρίζονται και χτυπούν τον ταξικό εχθρό, βρίσκονται ορισμένες φορές πολύ πιο μπροστά απ’ό,τι βρίσκεται ο πιο μαχητικός αυτών που συγκροτούν την τάξη της εποχής, και η δράση τους δε γίνεται κατανοητή. Αντίθετα, αυτοί που υποστηρίζουν την ανάγκη μιας σταθερής οργάνωσης, συχνά περιμένουν μέχρι να υπάρξει ένας αξιοσημείωτος αριθμός εξεγερμένων, υποδεικνύοντας το πώς και το πότε να χτυπηθεί ο ταξικός εχθρός. Οι πρώτοι φέρουν εις πέρας ενέργειες που καταλήγουν να προηγούνται κατά πολύ του επιπέδου του αγώνα, οι τελευταίοι καταλήγουν να μένουν πολύ πίσω.

Μια από τις αιτίες αυτής της ανεπάρκειας είναι, κατά τη γνώμη μας, η έλλειψη προοπτικής.

Σαφέστατα, κανείς δε διαθέτει μια σίγουρη συνταγή που να μην περιέχει ελαττώματα, είμαστε, ωστόσο, σε θέση να καταδείξουμε τους περιορισμούς που εντοπίζουμε σε συγκεκριμένα είδη οργάνωσης, και να υποδείξουμε πιθανές εναλλακτικές.

Μία εξ’αυτών είναι οι γνωστές «ομάδες συγγένειας».

Ο όρος χρήζεις μιας κάποιας εξήγησης.

Η συγγένεια μπερδεύεται με το συναίσθημα. Παρ’όλο που δεν είναι ξεκάθαρα διαχωρισμένοι, οι δύο όροι δε θά’πρεπε να θεωρούνται συνώνυμοι. Είναι δυνατό να υπάρχουν σύντροφοι με τους οποίους θεωρούμε πως υπάρχει συγγένεια, αλλά που δε συμπαθούμε, και το αντίστροφο.

Βασικά, το να έχεις συγγένεια με κάποιο σύντροφο σημαίνει να τον γνωρίζεις, να έχεις δημιουργήσει μια βαθιά γνωριμία μαζί του/της. Όσο η γνωριμία αυτή μεγαλώνει, η συγγένεια μπορεί να αυξάνεται, στο βαθμό που θα είναι πιθανή η διεξαγωγή δράσεων από κοινού, μπορεί, όμως, και να εξαφανιστεί, σε βαθμό που να γίνει το τελευταίο πρακτικά αδύνατο.

Το να γνωρίσεις τον άλλον αποτελεί μια ατέρμονη διαδικασία, η οποία μπορεί να σταματήσει σε οποιοδήποτε στάδιο, σύμφωνα με συνθήκες και τις στοχεύσεις που επιθυμείς να πετύχεις μ’αυτόν. Έτσι, λοιπόν, θα μπορούσε κάποιος να έχει συγγένεια, σε βαθμό που θα κάνει ορισμένα πράγματα, ενώ κάποια άλλα όχι. Γίνεται σαφές πως όταν κάποιος μιλάει περί γνώσης (του άλλου), αυτό δε σημαίνει απαραίτητα να συζητιούνται τα προσωπικά προβλήματα του καθενός, παρ’όλο που αυτά μπορεί να παίξουν σημαντικό ρόλο όταν παρεμβαίνουν στη διαδικασία εμβάθυνσης της γνωριμίας του άλλου.

Υπό αυτήν την έννοια, το να γνωρίζεις τον άλλο δε σημαίνει απαραίτητα το να έχεις μια στενή σχέση. Αυτό που είναι απαραίτητο να γνωρίζεις είναι το πώς σκέφτεται ο σύντροφος όσον αφορά τα κοινωνικά προβλήματα τα οποία καλείται να αντιμετωπίσει ο ταξικός αγώνας, με ποιό τρόπο θεωρεί ότι μπορεί να παρέμβει, τί μεθόδους νομίζει ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιούνται στις εκάστοτε δεδομένες καταστάσεις, κλπ.

Το πρώτο βήμα της εμβάθυνσης της γνωριμίας μεταξύ συντρόφων, είναι η συζήτηση. Είναι προτιμότερο το να έχεις ένα ξεκάθαρο σκεπτικό, όπως για παράδειγμα κάτι γραπτό, έτσι ώστε τα διάφορα προβλήματα να εξελίσσονται ομαλά.

Απ’τη στιγμή που θα αποσαφηνιστούν τα στοιχειώδη, η ομάδα ή οι ομάδες συγγένειας έχουν, πρακτικά, διαμορφωθεί. Η εμβάθυνση στη γνωριμία μεταξύ συντρόφων συνεχίζεται σε συνδυασμό με τη δράση τους ως ομάδα, και την αντιμετώπισή τους ως προς την πραγματικότητα στο σύνολό της. Όσο λαμβάνει χώρα αυτή η διαδικασία, η γνωριμία τους συχνά διευρύνεται και αναδύονται συχνά στενοί δεσμοί μεταξύ των συντρόφων. Αυτό είναι, ωστόσο, μια συνέπεια της συγγένειας, όχι ο πρωταρχικός της στόχος.

Συμβαίνει, συχνά, σύντροφοι να χειρίζονται τα πράγματα με άλλο τρόπο, ξεκινώντας κάποιο είδος δραστηριότητας και φτάνοντας σταδιακά στις απαραίτητες αποσαφηνίσεις μόνο προς το τέλος, χωρίς να έχουν ποτέ αξιολογήσει το βαθμό συγγένειας που απαιτείται για να κάνουν μαζί το παραμικρό. Τα πράγματα αφήνονται στην τύχη, σα να αναδύθηκε αυτόματα από την ομάδα κάποιο είδος ξεκαθαρίσματος, με τη διαμόρφωσή της. Αυτό, βέβαια, δε συμβαίνει: η ομάδα είτε παραμένει στάσιμη γιατί δεν υπάρχει ξεκάθαρος δρόμος για ν’ακολουθήσει, είτε ακολουθεί την τάση του συντρόφου ή των συντρόφων που έχουν τις πιο σαφείς ιδέες, ως προς το τί θέλουν να κάνουν, ενώ οι άλλοι επιτρέπουν στον εαυτό τους να ακολουθούν, συχνά με σχετικό ενθουσιασμό ή και πραγματική συμμετοχή.

Η ομάδα συγγένειας απ’την άλλη, θεωρεί ότι έχει τεράστιες δυνατότητες και κατευθύνεται απευθείας προς τη δράση, βασιζόμενη όχι στην ποσότητα των οπαδών της, αλλά στην ποιοτική δύναμη ενός αριθμού ατομικοτήτων που δουλεύουν μαζί στο σχεδιασμό (projectuality) ότι αναπτύσσονται από κοινού όσο προχωράνε μαζί.

Από μια συγκεκριμένη δομή του αναρχικού κινήματος που μπορεί να είναι (η ομάδα συγγένειας), και ολόκληρου του τόξου δραστηριοτήτων που αυτό παρουσιάζει – προπαγάνδα, άμεση δράση, δημιουργία κειμένων, δράση εντός μιας άτυπης οργάνωσης – μπορεί, επίσης, να είναι εξωστρεφής προς την κατεύθυνση της διαμόρφωσης ενός πυρήνα ή κάποιας άλλης μαζικής δομής και να παρεμβαίνει, έτσι, πιο αποτελεσματικά στις κοινωνικές συγκρούσεις.

Πηγή: Κύκλος Ατομικιστών Αναρχικών

Νιχιλιστές ενάντια στην κοινωνική συνοχή. Μια οφειλόμενη τοποθέτηση.

Μια οφειλόμενη τοποθέτηση

”Έχω λίγο πυρετό εδώ και κάποιες μέρες· υποφέρω ή καλύτερα αισθάνομαι λυπημένος. Από που έρχονται αυτές οι μυστήριες επιδράσεις που αλλάζουν αποθαρρύνοντας την ευτυχία και την αυτοπεποίθηση μας σε θλίψη; Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ο αέρας, ο αόρατος αέρας είναι γεμάτος από άγνωστες Δυνάμεις, στων οποίων την μυστήρια παρουσία υποτασσόμαστε. Ξυπνάω γεμάτος ευθυμία, με διάθεση μέσα απ’ την καρδιά μου να τραγουδήσω. -Γιατί;- Κατεβαίνω προς την όχθη του ποταμού· και ξαφνικά, μετά από μια μικρή βόλτα, επιστρέφω λυπημένος, σαν κάποια συμφορά να με περίμενε στο σπίτι. -Γιατί;- Είναι ένα κρύο αεράκι που, αγγίζοντας το δέρμα μου, έχει κλονίσει τα νεύρα μου και συσκοτίσει την ψυχή μου; Είναι το σχήμα των συννεφών, ή το χρώμα του ουρανού, το χρώμα των γύρω πραγμάτων, τόσο ευμετάβλητο, που, περνώντας μπρος από τα μάτια μου, προβληματίζει την σκέψη μου; Ποιος ξέρει; Όλα αυτά που μας περιτριγυρίζουν, όλα αυτά που βλέπουμε χωρίς να κοιτάμε, όλα αυτά που μας αγγίζουν χωρίς να το ξέρουμε, όλα αυτά που αγγίζουμε χωρίς να τα ψηλαφίζουμε, όλα αυτά που συναντούμε χωρίς να τα ξεχωρίζουμε, έχουν πάνω μας, πάνω στα όργανα μας και, μέσω αυτών, πάνω στις ιδέες μας, πάνω στην ίδια την καρδιά μας, γρήγορες, αιφνίδιες και ανεξήγητες επιδράσεις;”

Γκυ ντε Μωπασσάν

”Ο τροχος του πεπρωμενου κυλαει προς το τελος, η γεννηση της πολης τραβαει προς το μερος της τον θανατο. Η σχεση αναμεσα στην αρχη και στο τελος, αναμεσα στο αγροτοσπιτο και το οικοδομικο τετραγωνο ειναι αναλογη με εκεινη μεταξυ της ψυχης και της ευφυιας, μεταξυ του αιματος και της πετρας. Αλλα δεν ειναι τυχαιο οτι ο χρονος ειναι μια λεξη που δηλωνει τη μη αντιστρεψιμοτητα. Εδω ολα τραβουν μπροστα, τιποτε δεν γυριζει πισω.”

Όσβαλντ Σπένγκλερ

Προφήτες του καιρού – Ο άνεμος στην κοιλάδα και οι γνώμες της αγοράς της σήμερον δεν δείχνουν τίποτε από αυτό που έρχεται, αλλά μόνο για εκείνο το οποίο συνέβη ήδη.

Φρίντριχ Νίτσε

Αν δεν με έλκει το μυστήριο, είναι γιατί τα πάντα μου φαίνονται ανεξήγητα – τι λέω; Είναι γιατί ζω το ανεξήγητο και έχω μπουχτήσει.

Εμίλ Σιοράν

Το κείμενο αυτό δε φιλοδοξεί να αποτελέσει άλλη μία προσθήκη στον αχταρμά των εμφανιζόμενων πολιτικών αναλύσεων και προγνώσεων στον απόηχο της λήψης έκτακτων μέτρων προς “αντιμετώπιση της πανδημίας”. Αποσκοπεί περισσότερο στην κατάθεση κάποιων προσωπικών, κάπως περισσότερο συναισθηματικών εντυπώσεων, και την κοινοποίησή τους διαμέσου κειμένου σε ανθρώπους με παρόμοιους προβληματισμούς και συμπεράσματα. Εμφανής θα είναι η -ίσως αρκετά αιχμηρή- κριτική σε συνηθισμένες στάσεις και αντιδράσεις απέναντι στην εξάπλωση της κρίσης στους κοντινούς μας χώρους. Αυτό κυρίως συμβαίνει γιατί εκεί που οι πολλοί αντιλαμβάνονται ευκαιρίες να δοκιμάσουν τις ιδέες τους ενάντια στον κοινωνικό λήθαργο, εμείς επιλέγουμε να αντιλαμβανόμαστε ευκαιρίες να ανανήψουμε από τον δικό μας λήθαργο, συγκρουόμενοι άμεσα με τις ιδέες των πολλών για την κοινωνία. Αν δεν ξεκινήσουμε επαναξιολογώντας τις δικές μας θεωρίες, αντιλήψεις και προτάσεις, εκμεταλλευόμενοι τη σύγκρουση με την εισαγωγή των δραστικών αυτών αλλαγών, τότε οι ευκαιρίες για κάτι τέτοιο στο μέλλον θα λιγοστέψουν περισσότερο. Η κρίση, μέσα σε όλα, απέδειξε την ανετοιμότητα και την αδυναμία του αναρχικού χώρου να σταθεί πολεμικά και ξέχωρα από τις κρατικές πολιτικές σε μία κατάσταση γενικευμένης αναταραχής, κι αν δεν εξαχθούν πολύτιμα συμπεράσματα… κάθε κρίση και χειρότερα.

Υπάρχουν δύο συνήθεις ανθρώπινες αντιδράσεις όταν το κρηπίδωμα πάνω στο οποίο έστεκαν οι βεβαιότητές μας αμέριμνα καταρρέει, παρασέρνοντάς τις στον βυθό της αβεβαιότητας. Δύο αντιδράσεις επιφανειακά εντελώς αποκλίνουσες, αλλά στο σύνολό τους πυροδοτημένες από ομοούσια συναισθήματα, και γι’ αυτό σε άμεση εξάρτηση η μία από την άλλη. Συναποτελούν δύο από τους πυλώνες στήριξης της μαζικής κοινωνίας ώστε να συνεχίσει να σκεπάζει τους ορίζοντες κάθε ανθρώπινου σχετίζεσθαι.

Αναφερόμαστε αφενός στον πανικό, τον φόβο, την τρομοϋστερία και την παραφιλογογία γύρω από τα αίτια και τις επιπτώσεις των εξελίξων, και αφετέρου στην εικοτολογία, την αισιοδοξία, τον πολιτικαντισμό, τις προφητείες και τις πομπώδεις διακηρύξεις αναφορικά με το μέλλον της ανθρωπότητας. Οι αντιδράσεις αυτές απαντώνται σε όλο το φάσμα των κοινωνικών τάξεων, υπερβαίνοντας σύνορα, φύλα, μόδες, πολιτικά στρατόπεδα και ιδεολογίες, προσαρμοζόμενες στον ιδιαίτερο λόγο της κάθε ομάδας, και κάνοντας ορατή -έστω και αμυδρά- τη συγκολλητική ουσία στα θεμέλια του κυριαρχικού πολιτισμού. Είτε πρόκειται για τρόμο μπροστά στην κατάρρευση της κοινωνικής συνοχής ή για φόβο για την ενδεχόμενη έλευση ενός Οργουελικού κράτους, πολλοί τρομοκρατήθηκαν μόλις η κανονικότητα κλονίστηκε, και αναζήτησαν απαντήσεις. Είτε πρόκειται για την κοινωνική οδοσήμανση απ’ τους πολιτικούς ηγέτες των δημοκρατικών ομοιομάτων ή απ’ τους επαναστάτες προφήτες των μελλοντικών εξεγέρσεων, οι οποίοι, σαν έτοιμοι από καιρό, παρουσιάστηκαν απευθείας στη σκηνή ως οι καλοθελητές της. Μία λειτουργική και ανταποδοτική σχέση μεταξύ των οργανικών αυτών αντιδράσεων προκειμένου να αναχαιτιστεί η επελαύνουσα ταραχή… “Μόλις παρέλθει θα λογαριαστούμε”, λένε, και κλείνουν το μάτι ο ένας στον άλλον.

Άλλωστε, αν κάτι απέδειξε περίτρανα η παρούσα πανδημία και το ντόμινο πολιτικο-οικονομικών εξελίξεων, είναι το πόσο επηρμένες, ιδεοληπτικές και κενόδοξες είναι οι πεποιθήσεις όλων μας πως με κάποιον τρόπο εξαιρούμαστε από τον ιστορικό ορίζοντα της εποχής μας. Πόσο τυφλές και αυτάρεσκες είναι όλες οι βεβαιότητες της πλειοψηφίας πως υψωνόταν σε κάποιον υπερ-ιστορικό άμβωνα κριτικής, κηρύττοντας από εκεί τις προφητείες της για τη ροή της ιστορίας με τη σιγουριά μαθηματικού. Όμως, ακριβώς αυτή η διαφωτιστική μανία της εξαίρεσης και της κριτικής αυθεντίας πόσο απηχούσε το πνεύμα της εποχής μας άραγε; Η πρόδηλη κριτική αντικειμενοποίηση της ιστορίας δεν είναι ίδια με την αντικειμενοποίηση που μετατρέπει τα ζώα σε θερμίδες, τον αέρα και τον ήλιο σε joule, τους καρπούς και τους πόρους σε ποσοστά κέρδους; Δεν είναι η ίδια που μετατρέπει την ιστορία σε αιτιοκρατικές αλληλουχίες πλήρως υπαγόμενες στη δικαιοδοσία του πολιτικού Λόγου; Η ίδια που τη μετουσιώνει ως διαδικτυακά δεδομένα και επίχρισμα μανιφέστων απαραίτητων για την τροφοδότηση της δημοκρατικής μηχανής και του κοινωνικού εργοστασίου; Δεν είναι εμφανείς, στιγμές σαν κι αυτές, οι λεκέδες αίματος της καθημαγμένης διαλεκτικής του διαφωτισμού;

Τα αυλακώματά τους: τέρψη βαθιά για τα μάτια μας, αντίκρυ στις αναταραχές της εποχής μας. Τι άλλο να μας ευχαριστούσε περισσότερο από την κοινή στους ανθρώπους αναστάτωση, ελέω μιας κρίσης που υπάγει και χωνεύει τις υπερυψωμένες διαφορές των όσων καλομάθανε στη “μοναδικότητά” τους, προσγειώνοντάς τους στο ορμέμφυτο, στη γυμνή ζωή, στο μιαρό ζωώδες που πασχίζουν να εκλεπτύνουν ή να φτιασιδώσουν; Έτσι, ξεδιπλώνεται μπροστά μας το αιώνια επαναλαμβανόμενο ζωικό φιλοτέχνημα. Ο ζόφος του ανεξερεύνητου μέλλοντος επισκιάζει τις φαεινές ψευδαισθήσεις μας. Ο πηγαίος φόβος επανασυνδέει το “άφθαρτο” σώμα με την τρωτότητά του. Η ανάγκη ανάδειξης αισιόδοξων προοπτικών μάς κάνει να ξανασυναντηθούμε ανεπαίσθητα στους πιο κοινούς μας αδιόρατους τόπους. Διαταξικά, γιατί ο τρόμος δεν κάνει τέτοιες διακρίσεις. Ομοίως με τα σκιρτήματα και τις φρικιάσεις μας.

Δεν ικανοποιούμαστε λιγότερο με τον τρόμο του γείτονά μας απ’ ότι με τον τρόμο των αφεντικών. (ίσως με τον δεύτερο να ικανοποιούμαστε λίγο περισσότερο, ομολογουμένως). Δε λοιδορούμε λιγότερο τις απονενοημένες προσπάθειες των κυρίαρχων να μη συντριφθούν από το απροσδιόριστο μέλλον, απ’ ότι τις κενές υποσχέσεις των επαναστατών ιεροκηρύκων να τους συντρίψουν. (ίσως πάλι να λοιδορούμε λίγο περισσότερο τους δεύτερους). Δεν καυχιόμαστε πως περιβαλλόμαστε από λιγότερο σκοτάδι σε σύγκριση με τους προαναφερθέντες, αλλά παραδεχόμαστε πως δε μας πλάνεψε ποτέ το φως. Ό,τι μισήσαμε πάνω σε αυτόν τον κόσμο δεν περιχαρακώνεται αποκλειστικά σε ταξικά, φυλετικά ή πολιτισμικά σύνορα, εντοπίζοντας εκφάνσεις του ουκ ολίγες φορές ακόμα και στις πιο οικείες μας συνήθειες. Διαθέτοντας τα κριτήριά μας και στρέφοντάς τα εναντίον των στοιχείων αυτών, συμπεριφορών και πρακτικών, πώς να μην απολαύσουμε τον αλαφιασμένο, φοβισμένο τους χορό σήμερα;

Η ασφάλεια λαμβάνεται ως μέτρο απέναντι στον φόβο, όπως οι απαντήσεις κατευνάζουν την περιέργεια και την αγωνία. Οι κρατικές πολιτικές αντιμετώπισης της “υγειονομικής κρίσης” δεν αποσκοπούν να απαντήσουν σε διαφορετικά ερωτήματα απ’ ότι πολλές κοινωνικές επαναστατικές προτάσεις, απλά το κάνουν διαφορετικά, υπέρ διαφορετικών πληθυσμιακών συνόλων. Αναπαράγεται αυτούσια η απαραίτητη πολιτική σχέση εξάρτησης, ώστε να διαιωνιστεί η μαζική κοινωνία, να νομιμοποιηθεί η αντιπροσώπευση και να μείνει στο απυρόβλητο το υπάρχον διαφωτιστικό, τεχνο-βιομηχανικό σύμπλεγμα, δίχως να καταλυθεί η αξιολογική του κλίμακα.

Άπλετες ερωτήσεις και ικανοποιητικός αριθμός δυνατών απαντήσεων σε αυτές. Μεταξύ τους, μερικά σημεία στίξης απόσταση, και τίποτα παραπάνω. Ο ρόλος του ενός δεν ευδοκιμεί χωρίς την πρακτική του άλλου. Κι αν, περιστασιακά, ο ένας υπονομεύει και χλευάζει τον άλλον, συμβαίνει γιατί υπάρχει κοινό συμφέρον να διατηρηθεί η απόσταση, προκειμένου να καταφάσκουν αμφίδρομα στην ταυτότητά τους. Σπάνια κάποιος διερωτάται σχετικά με το περιεχόμενο του στοχασμού.

Η κρίση του συστήματος είναι δική μας; Ο ανθρωπισμός τελικά είναι θεμιτός ως εργαλείο ανάγνωσης της πραγματικότητας; Η άρνησή μας να γίνουμε ειλικρινείς σχετικά με τις καταστροφικές συνέπειες που υπονοούνται στον πόλεμό μας ενάντια στη σημερινή μορφή του κόσμου, τι αποδεικνύει για τον εαυτό μας; Σε πόσο μεγάλο βαθμό είμαστε ζωτικά -και όχι επιδερμικά- δεμένοι με το υπάρχον και τις αξίες του; Πρέπει το εννοιολογικό κατασκεύασμα της πανανθρώπινης κοινότητας να επιβιώσει, αν αυτό συνεπάγεται τη διατήρηση της σημερινής κοινωνικής οργάνωσης; Μπορεί η κοινωνική αλληλεγγύη να είναι η απάντηση στις καπιταλιστικές κρίσεις ή αποτελεί εργαλείο του κόσμου του κεφαλαίου για να αναπροσαρμοστεί η βάση του στις νέες συνθήκες, αφήνοντας στο απυρόβλητο τις θεμελιώδεις κοινωνικές κατηγορίες; Μπορούμε να συμβιβαστούμε με την θνητότητα και τις πραγματικές, μη εξιδανικευμένες απολήξεις ενός πολέμου; Έχουμε τη δύναμη να διατρανώσουμε τις απορίες μας;

Αυτά ίσως είναι ένα αντιπροσωπευτικό ψιχίο επίκαιρης αναρχικής προβληματοποίησης.

Η θέση αυτή από μεριάς μας δεν έρχεται να δώσει απαντήσεις στα προσήκοντα στη σημερινή κοινωνία ερωτήματα, αλλά να προβληματιστεί σχετικά με το πώς γεγονότα διαλυτικά για τη σημερινή τάξη προβληματοποίησης θα μας επιτρέψουν δυνητικά να αναδείξουμε μια νέα, σε διαφορετικές βάσεις. Συγκαταλέγεται και αυτό στις πιθανές κατευθυντήριες απαντήσεις απέναντι σε μια κρίση; Μπορεί. Αλλά εμείς δεν αποποιηθήκαμε την αρραγή σύνδεσή μας με την υπάρχουσα πραγματικότητα, παρά μόνο αναζητούμε οδούς και γραμμές διαφυγής από την αναπαραγωγή των σημερινών ανθρωπότυπων. Και, για να το πετύχουμε αυτό, είμαστε αποφασισμένοι να εκμηδενίσουμε βαθιά και χωρίς διακρίσεις.

Και ναι λοιπόν, απομακρυνόμαστε από και περιφρονούμε όσους πανικόβλητοι, εν μέσω καταιγίδας, είναι πρόθυμοι να σώσουν την κιβωτό της ανθρωπότητας. Ακόμα περισσότερο χλευάζουμε τους επίδοξους αντικαταστάτες των εξαφανισμένων ή αποτυχημένων καπετάνιων. Αν, ενδεχομένως, αποβλέπουν στην κατάληψη της ηγεσίας, δεν έχουν να φοβούνται ανταγωνισμό από τα “αντικοινωνικά μιάσματα”, αλλά ας μην αυταπατώνται αφυώς πως θα στελεχώσουμε τις μάταιες προσπάθειές τους ή θα ευνοηθούν από τη συναίνεσή μας. Το νου σας, τυφλοπόντικες κάθε επαναστατικής πρωτοπορίας.

Κάθε πολιτισμός αντιμετωπίζει τις προσιδιάζουσες στο ενδιαίτημά του κρίσεις. Αν ο σημερινός φρόντισε να αφανίσει ή να εξορκίσει τον φόβο για τα ξεσπάσματα και τους κινδύνους της απρόβλεπτης και αφερέγγυας φύσης, με όπλο του την ανάπτυξη μιας γνώσης εύτακτης, λειτουργικής και αποδοτικής ως προς την εγκαθίδρυση του οικονομικού του μηχανισμού, αυτό δε συνεπάγεται πως θα είναι αμετάκλητα ασφαλής από τις συμφορές του παγκόσμιου νόμου της εντροπίας. Αυτός, θα βρίσκει τρόπους να εμφανίζεται πάντα, εκμεταλλευόμενος κάθε χαραμάδα τρωτότητας της ανθρώπινης φύσης και της ζωής, όσο κι αν κάθε εξουσιαστικό σύμπλεγμα βαυκαλίζεται για το αντίθετο, εξαίροντας την ισχύ του. Όλα απόλλυνται στην πυρά του χρόνου, ανεξαρτήτως αν εμείς πολύ συχνά επιθυμούμε να συμβάλλουμε στην επιτάχυνση της διαδικασίας.

Όλες οι κοινωνίες θωρακίζονται, παλεύουν, και εν τέλει χάνουν τη μάχη με τη φθορά, ενδίδοντας στο τραγούδι της αΐδιου σειρήνας, και βαδίζουν έως ότου ανταμώσουν το τέλος τους. Γιατί κάθε τέλος και ολοκλήρωση. Κάτι ακατάληπτο βέβαια για τα παιδιά της απειρότητας. Ζηλωτές του ατέρμονου και ανεξάντλητου, χαλκευμένα στις συντεχνίες της προόδου, και εμφορούμενα μέχρι το μεδούλι από το κυνήγι της βελτίωσης, είδαν τις μορφές αυτού του κόσμου να τείνουν στην αιωνιότητα. Ακατάπαυστη συσσώρευση, απρόσκοπτη επιτάχυνση, ανελέητη πρόοδος, ακατάσχετη ρευστότητα, ανεξάντλητοι υλικοί και πνευματικοί πόροι. Για εμάς και την εποχή μας, ακόμα και ο θάνατος μεταφράστηκε ως επιστροφή στο αείζωον πυρ. Ούτε εκεί δεν προσφέρεται πια νηνεμία. Πως θα διαχειριζόταν τώρα αυτός ο κόσμος την πρόσκρουσή του με την απροσδιοριστία του κινδύνου;

Ο αλαζονικός αυτός κόσμος, και εμείς περιπλανώμενοι κάπου στις αποστειρωμένες οδούς του, λησμονήσαμε πως είμαστε τρωτοί, πως εν καιρώ θα ενσκήψει η απαράγραπτη ειμαρμένη βάζοντας τέλος στα όνειρα της αφθονίας μας. Δεν ισχυριζόμαστε πως αυτή η στιγμή είναι τώρα, αλλά, να, πώς να μην ευχαριστηθούμε με το ρυθμικό πλατάγισμα των κατακρημνισμένων κομπασμών;

Τι άλλο όμως συμβαίνει σήμερα παρεκτός της έξοχης αυτής παράστασης;

Δίχως να θέλουμε να στερήσουμε από κανέναν την τέρψη να συμπληρώσει με τη δική του αξιολογική νότα την πρόσφατη αυτή ταραχή, κρίνουμε πως είναι ανεκτίμητης σημασίας η κοινοποίηση και η αντιπαράθεση συντροφικών απόψεων πάνω στις πρόσφατες εξελίξεις. Ακριβώς γιατί εμείς, ως “κοντόφθαλμοι”, δεν εναμβρυνόμαστε για τις προφητικές μας ικανότητες. Ίσως επειδή δεν κατανοήσαμε σε βάθος απαράμιλλους στοχαστές όπως ο Αγκάμπεν, ο Μαρξ και ο Φουκώ, αναγκασμένοι τώρα να ομολογήσουμε την άγνοιά μας. Σύντροφοι και συντρόφισσες, σας χρειαζόμαστε περισσότερο τώρα.

Δε γνωρίζουμε τι μέλλει γενέσθαι και πώς ακριβώς οφείλουμε να κινηθούμε εντεύθεν. Αναμφίλεκτη παραδοχή πως υφίσταται μια καθ’ όλα πραγματική κρίση για τον σύγχρονο κόσμο, και όχι μόνο για το κυρίαρχο καπιταλιστικό σύστημα, όπως ορισμένοι έσπευσαν να ανακοινώσουν ή, πολύ πιο σεμνά, εξέφρασαν την πρόθεσή τους να μετατρέψουν σε κρίση αυτού. Καλύτερη απόδειξη άλλωστε της βαρύτητας αυτής της κρίσης είναι πως ακόμα και οι πιο ριζοσπαστικές τάξεις του αρνητικού έμειναν εμβρόντητες μπροστά στα πρωτόφαντα αυτά φαινόμενα, καταφεύγοντας συχνά στις δύο αντιδράσεις που αναλύσαμε ακροθιγώς προηγουμένως.

Ο πανικός που έχει κατακλύσει τα κυβερνητικά κέντρα και τα διευθυντικά γραφεία, οδηγώντας τα σκέλεθρα που διοικούν τον δύσοσμο αυτό βόρβορο στη σπασμωδική λήψη αποφάσεων περιστολής ελευθεριών και καταπάτησης δικαιωμάτων κεντρικών για τον αυτοπροσδιορισμό των δυτικών δημοκρατιών εδώ και χρόνια, αποδεικνύει το λιλιπούτειο ανάστημά τους. Μαλθακοί και αβροδίαιτοι, ένεκα της πίστης τους στα δόγματα του οπτιμισμού και της προόδου, έμαθαν να στηρίζονται με τον καιρό περισσότερο στις δυνάμεις των μηχανών και των κάθε λογής ειδημόνων αντί για τις δικές τους. Πρόγνωση, πρόληψη, έλεγχος, ισχύς, προγραμματισμός και διακυβέρνηση. Η σημερινή κατάσταση, όμως, ελισσόμενη στα διάκενα των παραπάνω τεχνικών, τους εκθέτει ανεπανόρθωτα, αναγκάζοντάς τους, εκτός της περαιτέρω προσφυγής τους στους γκουρού της ιατρικής και τους επαϊόντες της επιστήμης, να γελοιοποιούνται πολιτικά, καθώς ακόμα και τα μεγαλύτερα φιλελεύθερα καθίκια υιοθετούν πολιτικές και ρητορικές των χειρότερών τους αντιπάλων προκειμένου να σώσουν ό,τι προλάβουν από το ξεχείλισμα του βόθρου που ετοίμασαν.

Ορισμένοι ίσως μας καταλογίσουν έκλυτη ευθυμία με μια κατάσταση όπου πλήττει μεροληπτικά τους ταξικά υποδεέστερους. Φυσικά, είναι αναμφισβήτητο πως κάθε κοινωνική κρίση δίχως ρητό και ακραιφνή επαναστατικό-προλεταριακό χαρακτήρα, αναπόδραστα θα πλήξει εντονότερα τους αδύναμους ενός οικονομικά διαρθρωμένου κόσμου, και δε χρειάζεται περαιτέρω τεκμηρίωση. Εμείς, όμως, ποτέ δεν εναντιωθήκαμε στους κυρίαρχους για το απλό δεδομένο της κυριαρχίας τους επί κάποιων. Έτσι κι αλλιώς, δε βαφτιστήκαμε σωτήρες των αναξιοπαθούντων. Πολεμάμε τους κυρίαρχους γιατί το κοινωνικό συμβόλαιό τους με τους κυριαρχούμενους διαιωνίζει έναν επονείδιστο κόσμο αντίθετο στις επιθυμίες μας. Κομμάτι αυτού του κόσμου αποτελούν και οι κάθε λογής εξανδραποδισμένοι, καταπιεσμένοι, κολασμένοι, εκμεταλλευόμενοι και ανίσχυροι των οποίων τον πολλαπλασιασμό των βασάνων και την διόγκωση του άλγους καλωσορίζουμε, αν μέλλει να αποτελέσει θρυαλλίδα εκρήξεων ταραχής για την καταστροφή μιας κοινωνικής οργάνωσης που ορκιστήκαμε να πολεμήσουμε.

Όσοι καλοί σαμαρείτες βιάζεστε τώρα να μας κουνήσετε το δάχτυλο, σας ρωτούμε αν η δική σας παρουσίαση της πανδημίας ως ευκαιρία ξεσπάσματος επαναστάσεων διαφεύγει των κατηγοριών που ετοιμάζετε να μας εξακοντίσετε.

Ο πόλεμος αυτός, τροφοδοτημένος από το ασίγαστο και βαθιά προσωπικό μας μίσος, δε γνωρίζει φυσικά ανακωχή. Τοποθετούμαστε, καταθέτοντας μια πρώτη οφειλόμενη κριτική πάνω στα γεγονότα, ως αναρχικοί μηδενιστές-ατομικιστές ενάντια σε κάθε κυριαρχία, επιβολή, κράτος και εξουσιαστικό μόρφωμα εχθρικό στις προσωπικές συμφωνίες και επιθυμίες μας. Πόσο μάλλον όταν η λειτουργία των παραπάνω λαμβάνει σε καιρούς κρίσης έναν τόσο επιθετικό και “ολοκληρωτικό” χαρακτήρα. “Ολοκληρωτικό” σε εισαγωγικά, γιατί σημασία έχει και η ερμηνεία του καθενός σχετικά με τη φύση κοινωνικά αποδεκτών καθημερινών φαινομένων πριν το ξέσπασμα της πανδημίας. Ίσως, βέβαια, αυτή η πιο άμεση και ακατέργαστη εισβολή του ελέγχου στις ανέμελες καθημερινότητες του καθενός να γίνει πυροκροτητής για την ανάπτυξη στοχασμών γύρω από τη φύση και την αξία του ελέγχου σε ευρύτερα κοινωνικά τμήματα. Θα δείξει…

Τι συνιστούμε ως μια πρώτη αντίδραση εμείς; Ηρεμία, νηφαλιότητα, εγρήγορση, προσήλωση και σύνεση. Δεν ήρθε το τέλος, ούτε κάτι ιστορικά ανεπανάληπτο. Να μην επιτρέψουμε στην ιστορική λήθη και την μουσειοποίηση της μετα-νεωτερικότητας να μας κλείσει στη μέγγενή της. Μπορεί οι μορφές της κρατικής αυτής λειτουργίας να είναι φαινομενικά νέες, εφόσον η τεχνολογία διανοίγει περαιτέρω πεδία και δυνατότητες πληθυσμιακού ελέγχου στα κράτη, αλλά η λογική των μηχανισμών άμυνάς τους -δυστυχώς μαζί με τη δική μας ευθύνη- έχουν παραμείνει ανάλλαχτοι.

Μακριά από τη συμμετοχή στην παραφιλολογία και την καλλιέργεια επιβλαβούς εικοτολογίας, να εκπονήσουμε πρακτικά και αποτελεσματικά σχέδια διακοπής της απομόνωσης και προσβολής της κοινωνικής συνοχής. Οι ιδέες για το πώς οι αναρχικοί εξεγερμένοι μπορούν να διατηρήσουν την ακεραιότητά τους και να εφαρμόσουν τις πολεμικές τους επιχειρήσεις στο εδώ και τώρα είναι πάντα πιο χρήσιμες από τις εικασίες για το που οδεύει ο κόσμος. Σκοπός παραμένει να τον αλλάξουμε και όχι να τον ερμηνεύσουμε.

Είναι κεντρικής σημασίας στοίχημα να κατορθώσουμε να υπερασπιστούμε τις συντροφικές μας σχέσεις και τη μαχητική μας κουλτούρα από τον πιθανό εκφυλισμό τους σε μια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, όπου οι συνήθεις τρόποι δραστηριότητάς μας περιορίζονται. Να μην επηρεαζόμαστε από τη μαζική παράκρουση. Η ψυχρή ματιά της κριτικής σθεναρότητας και η ζεστή αγκαλιά των αδερφών μας είναι το ενδεδειγμένο ενδιαίτημα για την αναχαίτιση της σύγχυσης. Να συμπράξουμε με τις συντρόφισσές μας μεταφράζοντας, παράγοντας και διαχέοντας αναρχικό λόγο ενάντια στις εκφάνσεις της αποσυντιθέμενης αυτής κοινωνίας. Μην ξεχνάμε να προστατεύουμε την υγεία μας από το πλήθος των κινδύνων που καραδοκούν, σωματικών ή ψυχικών. Κάθε πλήγμα που δεν επιλέξαμε να σηκώσουμε παίρνοντας το ρίσκο οι ίδιοι, είναι ήττα.

Κατά τ’ άλλα, η συνολική εικόνα όπως προαναφέραμε ενδείκνυται για ευχάριστη ενατένιση με πάντα δημιουργικούς όρους, αναζητώντας τρόπους να την εμπλουτίσουμε. Να μην ξεχνάμε πως, αποδεσμευμένοι από την ανάγκη κοινωνικής απεύθυνσης του αγώνα μας, δεν έχουμε καμία απειλή να μας ωθεί σε σπασμωδικές κινήσεις και πολιτικούς βερμπαλισμούς. Δεν έχουμε να πείσουμε κανέναν για τίποτα. Για εμάς, το καλύτερο φάρμακο στην επέλαση της αρρώστιας ήταν και παραμένει ο πόλεμος.

Η δημοκρατία θα πέσει.

Πίστη στην ανάφλεξη.
Πίστη στις δυνάμεις μας.
Πίστη στους σκοπούς μας.
Πιστοί ο ένας στην άλλη.

”Τι θα πει λεύτερος; Αυτός που δεν φοβάται το θάνατο

Νίκος Καζατζάκης

”Η δύση του λαού και της ανθρωπότητας θα σημάνει το δικό μου χάραμα. ”

Μαξ Στίρνερ

«Τα πάντα καταρρέουν, γκρεμίζονται. Μουχλιασμένες ιδεολογίες, σάπια ηθική, φιλοσοφίες της παραίτησης, ληγμένες ρητορείες πασχίζουν να καλλωπίσουν την κατάσταση. Η αρρώστια έχει προχωρήσει και τίποτα δεν την αγγίζει πια. Στα αγαπημένα θεμέλια του παλιού κόσμου φώλιασαν τα μικρόβια της μόλυνσης. Τα πάντα είναι καταδικασμένα να εξαφανιστούν, να συντριβούν στον πάτο ενός σωρού σκουπιδιών του παλιού κόσμου. Η Ιστορία κλείνει αυτήν την σελίδα με ανακούφιση, την σελίδα του αδιάλειπτου θεάματος της αδράνειας ενός πλήθους αφιερωμένου σ έναν συρφετό ανυπόστατων φαντασμάτων, κατασκευάζοντας ό,τι επίκειται να καταστρέψει, ένα σώμα ασθενικό, που ταλανίζεται από τις εξεγέρσεις των λίγων, ενώ τα πάντα συνηγορούν σ ένα σύμπλεγμα δειλίας και υποταγής, που ενίοτε ονομάζεται και ηρωισμός, τα πάντα αντανακλούν μια δυστυχισμένη έμπνευση. Κι έτσι τελείωσε αυτή η εποχή. Στα τσακίδια! Μπροστά σε τέτοια μακάβρια ερείπια τραγουδώ για την καταστροφή, σαν τον Νέρωνα. Στα ερείπια αυτά θα ανθίσει ο κόσμος, ο κόσμος μου. Συνεπώς, τραγουδώ…»

Bruno Filippi

Νιχιλιστές ενάντια στην κοινωνική συνοχή.