Συγκέντρωση για τη συμπλήρωση 1ος χρόνου από την κρατική δολοφονία 600ων μεταναστ(ρι)ών στην Πύλο. Πέμπτη 13/6/24 στις 19.00 στην πλ.Λιονταριών
.Γέμισε η Μεσόγειος κορμιά μεταναστών Είναι και οι Έλληνες φονιάδες των λαών!
Αναρχικοί/ές
Πύλος, 14/06/2023, 600 νεκροί
Όταν κράτος και κεφάλαιο προσπαθούν να μας πείσουν πως κάποιες ζωές δεν αξίζουν και τόσο
Στις 14 ιουνίου του 2023 δολοφονούνται περίπου εξακόσιες μετανάστ(ρι)ες ενώ προσπαθούν να
προσεγγίσουν τις ευρωπαϊκές ακτές. Καθώς το αλιευτικό σκάφος adriana που τους μεταφέρει διέρχεται ανοιχτά της Πύλου, το ελληνικό λιμενικό προχωρά σε ρυμούλκηση επιχειρώντας να το σπρώξει
μακριά από τα ελληνικά ύδατα, προκαλώντας τη βύθισή του και τον πνιγμό 600 περίπου από τους 750
επιβάτες του. Οι ελληνικές και ευρωπαϊκές αρχές αποποιούνται εξ’ αρχής και έως και σήμερα κάθε
ευθύνη. Αντ’ αυτού, οι ελληνικές αρχές στέλνουν τους επιζώντες σε κέντρα κράτησης (όπου παραμένουν
έως σήμερα πολλοί από αυτούς), ενώ επιλέγουν εννέα από τους επιζώντες για να τους φορτώσουν με
κατηγορίες για διακίνηση και πρόκληση του ναυαγίου. Οι κατηγορούμενοι θα παραμείνουν υπό κράτηση
σχεδόν ένα χρόνο. Τελικά, στις 21/05/2024 το Τριμελές Εφετείο Καλαμάτας δηλώνει αναρμόδιο να κρίνει
την υπόθεση. Παρά την αθώωσή τους, οι τέσσερις εξ΄ αυτών παραμένουν υπό κράτηση έως και σήμερα.
Το ναυάγιο της Πύλου αποτελεί το πιο πολύνεκρο ναυάγιο που έχει καταγραφεί στη Μεσόγειο τα τελευταία χρόνια που ήρθε να προσθέσει 600 νεκρούς σε μία μακριά λίστα που αριθμεί δεκάδες χιλιάδες νεκρούς/ές μετανάστ(ρι)ες:
στη μεσόγειο (περίπου 28.000 καταγεγραμμένοι την τελευταία δεκαετία) και στα χερσαία
ευρωπαϊκά σύνορα, στα στρατόπεδα κράτησης αλλά και έξω από αυτά. Όλες οι μιντιακές και πολιτικές
προσπάθειες για αποσιώπησή του ναυαγίου μας εξοργίζουν. Και η οργή μας είναι ακόμη μεγαλύτερη ακριβώς επειδή αυτή η μαζική κρατική δολοφονία αποτελεί μία μόνο στιγμή σε ένα συνεχές αντιμεταναστευτικής πολιτικής και ρατσιστικής βίας από μεριάς του ελληνικού κράτους. Ενός κράτους που
– εφαρμόζει συντεταγμένη αντιμεταναστευτική πολιτική: σπαταλάει αδιανόητα ποσά για την οχύρωση
των συνόρων του με υπερεξοπλισμό και ομάδες απώθησης, θεσμοθετεί ποικίλες στρατηγικές απαγορεύσεων ή/και ελέγχου εισόδου, δυσκολεύει με κάθε μέσο την κίνηση των μεταναστ(ρι)ών στο εσωτερικό του, εμβολίζει οχήματα που τους μεταφέρουν στις εθνικές οδούς, διατηρεί στρατόπεδα κράτησης όπου χιλιάδες άνθρωποι κρατούνται, επιβιώνοντας ή και πεθαίνοντας κάτω από άθλιες συνθήκες, συγκαλύπτει ή/και ενθαρρύνει τις παράνομες πρακτικές απώθησης και εξόντωσης από το λιμενικό αλλά και αυτόκλητους σερίφηδες των ελληνικών συνόρων, απαγάγει και επαναπροωθεί μετανάστες μέσα από τα κέντρα των πόλεων, και επιτίθεται σε κάθε φωνή που αποκαλύπτει τα παραπάνω, από αγωνιζόμενες μέχρι διεθνή
ρεπορτάζ.
Ταυτόχρονα, η κίνηση ευρωπαίων και μη πολιτών από κράτος σε κράτος για εργασία και τουρισμό όχι απλά επιτρέπεται, αλλά ενθαρρύνεται για το καλό της οικονομίας. Γίνεται ξεκάθαρο πως δεν ποινικοποιείται η κίνηση των ανθρώπων γενικά και αόριστα, αλλά πολύ συγκεκριμένα η κίνηση μεταναστ(ρι)ών εργατ(ρι)ών. Η αντιμεταναστευτική πολιτική που περιγράφουμε βρίσκεται στον πυρήνα της
εξωτερικής πολιτικής Ελλάδας/Ευρώπης και δεν (θα μπορούσε να) διαφοροποιείται ουσιαστικά λόγω αλλαγής διακυβέρνησης. Είμαστε σίγουρες για αυτό, διότι αναγνωρίζουμε την αντιμεταναστευτική πολιτική ως μία από τις πολλές όψεις του ρατσισμού, και αναγνωρίζουμε πως
– ο ρατσισμός συντηρείται μέσα από την κρατική νομοθεσία και τον διάχυτο ρατσιστικό λόγο, γιατί
προσφέρει πολλαπλά κέρδη σε κράτος και κεφάλαιο: Το ελληνικό κράτος διατηρεί στοχευμένα τις
μετανάστ(ρι)ες σε καθεστώς παρανομίας ή ανακλητής νομιμότητας και επιτρέπει/ενθαρρύνει την
περιθωριοποίηση και τις επιθέσεις εναντίον μεταναστ(ρι)ών. Διατηρεί έτσι μία δεξαμενή ευάλωτων εργατ(ρι)ών, που οι εργοδότες μπορούν πραγματικά να ξεζουμίζουν. Εννοείται πως η διατήρηση των μεταναστ(ρι)ών σε καθεστώς παρανομίας απαλλάσσει ταυτόχρονα το κράτος από το κόστος των κοινωνικών παροχών προς μέρος του πληθυσμού του. Την ίδια στιγμή, ο ρατσισμός χρησιμεύει για την τόνωση του αισθήματος εθνικής συνοχής και κοινών εθνικών συμφερόντων, μίας από τις μεγαλύτερες πλάνες που μας σέρβιραν ποτέ κράτος και κεφάλαιο. Με δεδομένα τα παραπάνω, δε μας κάνει εντύπωση που
– η διαχείριση των μεταναστ(ρι)ών ακολουθεί γενικά τη ζήτηση για υποτιμημένη, φθηνή εργασία, και,
στην καλύτερη, προσφέρει μόνο σε ορισμένους μετανάστες νομική κάλυψη. Διατηρεί έτσι σε συνθήκες
συμμόρφωσης μία δεξαμενή εργατ(ρι)ών που έχουν κάθε λόγο να φοβούνται πως η νομιμότητά τους και τα
οφέλη της θα ανακληθούν, εάν επιχειρήσουν να αντιδράσουν στην υποτίμηση των ζωών τους. Παράλληλα, η χορήγηση πιστοποιητικών νομιμότητας σε ορισμένους εντείνει την καταστολή των μη-νόμιμων και επιχειρεί να διασπάσει την ενότητα των μεταναστ(ρι)ών. Στο ίδιο ακριβώς πνεύμα βρίσκεται και η πάγια πρακτική του ελληνικού κράτους να επιλέγει στα τυφλά ορισμένους από τους μετανάστες που διασώζονται για να τους χρεώσει τις βαρύτατες κατηγορίες της παράνομης διακίνησης και να τους στείλει στις φυλακές (πάνω από 2.000 άνθρωποι βρίσκονται αυτή τη στιγμή έγκλειστοι με αυτή την κατηγορία).
Κάπου εδώ εμφανίζεται και το νέο σύμφωνο μετανάστευσης της ΕΕ**, που συνυπογράφει και το
ελληνικό κράτος, και κινείται ακριβώς στους δύο παραπάνω άξονες: 1) την αναγνώριση της ανάγκης της
ευρωπαϊκής/ελληνικής οικονομίας για φθηνά εργατικά χέρια σε καθεστώς επισφαλούς, περιστασιακής
εργασίας, 2) την ταυτόχρονη όξυνση της επίθεσης για όσους και όσες δεν επιλέγονται και
επιχειρούν να διασχίσουν τα ευρωπαϊκά σύνορα. Συνολικά, το ελληνικό κράτος δρα λες και οι μετανάστ(ρι)ες είναι οτιδήποτε άλλο πέρα από εργατική δύναμη εκτοπισμένη εξαιτίας πολεμικών
συρράξεων στις οποίες το ίδιο συμμετέχει ενεργά και εξαιτίας φτώχειας που για την ελληνική (και
ευρωπαϊκή) οικονομία σημαίνει κέρδος. Λες και η ελληνική (και ευρωπαϊκή) οικονομία δεν φέρει
τεράστια ευθύνη και δεν απολαμβάνει τεράστια κέρδη τόσο από τη βιομηχανία πολέμου, όσο και από την
ύπαρξη ζωνών παραγωγής όπου η ανθρώπινη εργασία κοστίζει ψίχουλα (και που παράγει έτσι πάμφθηνα
προϊόντα που κατακλύζουν την ελληνική -και ευρωπαϊκή- αγορά).
Όσον αφορά τα τοπικά, είναι δεδομένο πως η οικονομία της Κρ ήτης περιλαμβάνει τομείς που ευνοούν την
περιστασιακή, υποτιμημένη και αόρατη εργασία τόσο των μεταναστ(ρι)ών όσο και των ντόπιων εργατ(ρι)ών.
Ανάλογα με την εποχή, η “μαύρη” εργασία αυξάνει κατακόρυφα τα κέρδη από τον τουρισμό και φυσικά τον
πρωτογενή τομέα. Και αν τη στιγμή αυτή, οι τοπικές μιντιακές δηλώσεις κάνουν λόγο για “ανησυχία” λόγω
των αυξημένων αφίξεων μεταναστ(ρι)ών στο νησί, το τοπικό κεφάλαιο, μικρό και μεγάλο, υπολογίζει πως οι
αφίξεις αυτές ίσως είναι η ευκαιρία για επιπλέον πάμφθηνους και πειθαρχημένους εργάτες. Και υπολογίζει
στις πάγιες πρακτικές κράτους και φασιστικών ομάδων για την περίφραξη σε camps όσων περισσεύουν και
την “συμμόρφωση” των απείθαρχων μέσω φασιστικών επιθέσεων, όπως συνέβη στο Τυμπάκι* το 2020.
Αναφέρουμε ενδεικτικά πως πριν δύο μήνες σε συνάντηση με μέλη της τοπικής διοίκησης, το υπουργείο
περηφανευόταν για την αποτελεσματικότητα των μεθόδων φύλαξης στα σύνορα ‘Εβρου και Αιγαίου που
εξώθησαν τους μετανάστες στην σαφώς επικινδυνότερη διαδρομή μέσω Κρήτης. Προσέφερε επίσης εγγυήσεις
δημιουργίας κέντρων κράτησης στην κρήτη, αόρατων για τους τουρίστες και χωρίς κόστος για την τοπική
διοίκηση.
Εμείς από την πλευρά μας αναγνωρίζουμε μετανάστες και μετανάστριες ως αδέρφια μας. Και αν οι ζωές
τους κοστίζουν λιγότερο και από τις δικές μας, αυτό μας θυμώνει και ταυτόχρονα μας φέρνει στο πλάι τους.
Γέμισε η θάλασσα κορμιά μεταναστών, είναι και οι έλληνες φονιάδες των λαών.
Αναρχικοί/-ές/-ά
*Για τους λάτρεις των γεγονότων: το Τυμπάκι
Το καλοκαίρι του 2020 χαρακτηρίζεται από πολλαπλές επιθέσεις εναντίον μεταναστ(ρι)ών στην κρήτη, άσχετα από το πόσο αυτές (δε) μαθεύτηκαν. Ειδικά τα γεγονότα στο Τυμπάκι έφεραν στο φως πολλά από τα στοιχεία μίας τοπικής οικονομίας εξαρτημένης από τα πάμφθηνα χέρια των μεταναστ(ρι)ών και ενός μηχανισμού πανέτοιμου να καταστείλει τις αντιστάσεις αυτών.
Στις 28/08 οδηγός φορτηγού μαχαιρώνει Πακιστανό εργάτη με τη πρόφαση ότι κάποιος πείραξε μία επόπτρια των Συσκευαστηρίων Γιαννακάκη. Μεγάλη μάζα εργατών απαντά και τρέπει το μαχαιροβγάλτη σε φυγή ,ξυλοκοπώντας τον. Την επομένη, 50 περίπου φασίστες (σύμφωνα με ντόπιους, πρόκειτο για οργανωμένους χρυσαγίτες από Ζαρό και
Σκούρβουλα) ετοιμάζει επίθεση έξω από το εργοστάσιο. Οι μετανάστες εργάτες συσπειρώνονται και απωθούν τους φασίστες. Τις επόμενες μέρες, συμβαίνουν πολλά πογκρόμ στην περιοχή με αποκορύφωμα τη συγκέντρωση περίπου
200-300 φασιστών από όλη την κρήτη στο Τυμπάκι (09/09), κατά την οποία σπάνε και ένα αυτοσχέδιο χώρο λατρείας των μεταναστ(ρι)ών. Σε όλα τα παραπάνω, η αστυνομία επεμβαίνει προστατεύοντας τους φασίστες και επιτιθέμενη στους εργάτες.
Στο διάστημα αυτό, οι φασιστικές φωνές δίνουν και παίρνουν στην περιοχή. Ταυτόχρονα, η εταιρία Γιαννακάκη έχει σπεύσει να διαχωρίσει τους μετανάστες εργαζόμενους της σε υποκινητές απρεπούς συμπεριφοράς και στους υπόλοιπους, που είναι εντελώς αναγκαίοι για τη λειτουργία της επιχείρησης. Μία συνολική αποκωδικοποίηση των
συνεντεύξεων των τοπικών αρχών, των δηλώσεων των τοπικών επιχειρήσεων, καθώς και της συνθήκης που
επικράτησε εκεί τους επόμενους μήνες κάνει σαφές πως το πρόβλημα ήταν τελικά ότι ένα κομμάτι μεταναστών εργατών είχε πλέον λόγο στα μεροκάματα, κάτι το οποίο δεν άρεσε στα ντόπιο κεφαλαίο. Η λύση δόθηκε από τις τοπικές αρχές, που άσκησαν ποινικές διώξεις και απομάκρυναν από την περιοχή/ώθησαν σε απέλαση τους απείθαρχους. Ταυτόχρονα όμως, κάνει σαφές και ότι το ντόπιο κεφάλαιο εξαρτάται πλήρως από την υποτιμημένη
εργασία των μεταναστ(ρι)ών, καθώς το φθινόπωρο του 2020, και μετά την απομάκρυνση των ατόμων-κλειδιά για τις συνεννοήσεις ντόπιων εργοδοτών και μεταναστ(ρι)ών, η απασχόληση των τελευταίων γίνεται πρακτικά ανέφικτη.
Τελικά, τοπικές επιχειρήσεις και χωράφια ξεμένουν από χέρια εργασίας.
**Για τους λάτρεις των δεδομένων: Κρίσιμοι αριθμοί βγαλμένοι από το νέο σύμφωνο της ΕΕ
– στις 7 μέρες ορίζεται ο χρόνος παραμονής των εισερχομένων μεταναστ(ρι)ών στα σύνορα της ΕΕ χωρίς δικαιοδοσία ή πρόσβαση στο νομικό σύστημα, όπου θα αποφασίζεται η τύχη τους.
– μόνο 30.000 μετανάστ(ρι)ες ετησίως θα γίνονται δεκτές/οι στην ΕΕ. Οι δεκτοί μετανάστες κατανέμονται στα κράτη της ΕΕ μέσω ποσόστωσης, ενώ τα κράτη που δε θα δέχονται τον αριθμό που τους αντιστοιχεί θα πληρώνουν 20.000 ευρώ το άτομο για να τους φιλοξενήσει κάποιο άλλο κράτος. Όλοι οι υπόλοιποι επαναπροωθούνται χωρίς νομική κάλυψη.
– με δεδομένο πως οι καταγεγραμμένες αιτήσεις για άσυλο ξεπερνούν κάθε χρόνο το 1 εκατομμύριο (χωρίς να λογαριάζονται όσοι δεν κατάφεραν να φθάσουν με ασφάλεια μέχρι το σημείο να αιτηθούν άσυλο), οι 30.000 δεκτοί μετανάστες βάσει του νέου συμφώνου αντιστοιχούν σε λιγότερο από το 3% όσων επιχειρούν να περάσουν σε ευρωπαϊκά εδάφη.